Απόγευμα, αργά βυθισμένη σε μια παλιά οικογενειακή πολυθρόνα, η κούραση στο σώμα κυριεύει τις αισθήσεις μου και το γλυκό κρασί ποτίζει τα χείλη που φίλησαν τον ξηρό άνεμο της μέρας. Το φως, που πάντα το προτιμώ δειλό να αγκαλιάζει το δωμάτιο και μένα ίσως, έρχεται να παίξουμε το παιδικό παιχνίδι των σκιών. Έτσι με νανούριζε μικρή. Οι σκιές πάνω στους τοίχους, ήταν φίλοι μου. Μου έλεγαν ιστορίες.
Υπάρχει σιωπή γύρω μου, αλλά και μέσα μου. Ειρηνικά όλα δένουν σε μια αρμονία που κάνει να νιώθω ασφαλής, απελευθερωμένη και σε ανακωχή με τη ρουτίνα.
Ρουτίνα… κάθε πρωί η διαδρομή πάντα η ίδια, πάνω σε ράγες που χάνονται μέσα στην πάχνη που γεννιέται από την πρώτη πνοή της ημέρας. Γύρω μου οι άνθρωποι κάθονται ή στέκονται χωρίς έκφραση στο βλέμμα τους, σαν να είναι κούκλες άψυχες. Κοιτάνε το απέραντο κενό, αυτό που κρύβουν στην κάθε δική τους ιστορία. Το ανομολόγητο κενό, αυτό μιας ταλαίπωρης ζωής. Δεν παίρνει πολύ η διαδρομή, ευτυχώς!
Η ρουτίνα βιάζεται να προχωρήσει μάλλον.
Η Πανεπιστημίου τώρα το χειμώνα είναι πάντα υγρή το πρωί από την αμαρτωλή έξαψη των δικών της σκιών. Πρεζόνια, άστεγοι, ξένοι ανάμεσα σε ξένους περιπλανώμενοι… και πάλι σιωπή. Περίεργο σε μια τέτοια κεντρική λεωφόρο της Πρωτεύουσας, με τόσες διαδηλώσεις και φασαρίες τόση σιωπή; και όμως ναι. Είναι εκείνη που κρύβεται στα μάτια μας, όταν όλα έχουν συγκλονιστεί μέσα μας. Είναι οι λέξεις που διαδηλώνουν χωρίς ήχο, άχρωμες από ένα απέραντο κενό.
Καμιά φορά μόνο συναντώ το παθιασμένο φιλί δύο νέων ερωτευμένων φοιτητών που η νύχτα τους έφερε τον έρωτα να τους σκεπάσει ζεστά μέχρι το πρωί. Η δική τους ρουτίνα απλώνεται σε μια αθώα μέρα, φαντάζομαι γεμάτη σεμινάρια και μαθήματα.
Φοιτητική ζωή! Τι θυμήθηκα!!! Χαμογελώ καθώς τους προσπερνώ. Πίνω σιγά σιγά το ζεστό καφέ μου και συνεχίζω να περπατώ για το γραφείο μου. Σκέφτομαι τη δική μου απόλαυση εκείνη τη στιγμή την τόσο ταπεινή, ένας ζεστός καφές!
Άρχισε να βαθαίνει η νύχτα…
Βαθαίνω και εγώ μέσα της, της ζητάω να με ξεκουράσει. Έκανα πάλι ταξίδι απόψε και η μέρα μου έγειρε στην παλιά οικογενειακή πολυθρόνα. Το γλυκό κρασί πότισε καλά τα χείλη μου, νιώθω γεμάτη δροσιά ξαφνικά. Χαμογελώ στη σιωπή μου κλείνοντας το φως και εκείνο σαν παλιόφιλος ακουμπά τη σκέψη μου λέγοντας «Χαμογέλα Ταξιδιώτη».
Σταματίνα Θεοδοσίου
Επικοινωνιολόγος
4-2-2013