Το ταξίδι στην Ανταρκτική, από τον Sir Douglas Mawson, είναι μια από τις πιο τρομακτικές ιστορίες επιβίωσης όλων των εποχών.
Ήταν η 14η Δεκεμβρίου του 1912. Τριάντα χρονών, ήδη ένας έμπειρος εξερευνητής, ο Douglas Mawson ήταν ο ηγέτης της Αustralasian Antarctic Expedition (AAE), μιας ομάδας 31 ατόμων που επιδιώκει την πιο φιλόδοξη εξερεύνηση της νότιας ηπείρου. Ο Mawson ήταν αποφασισμένος να ανακαλύψει όλα όσα μπορούσε για μια επιφάνεια μήκους 2.000 μιλίων της Ανταρκτικής, που ως τότε ήταν terra incognita, και να αντλήσει από αυτό τα σημαντικότερα επιστημονικά αποτελέσματα – από γεωλογία, μετεωρολογία, μαγνητισμό, βιολογία και επιστήμη της ατμόσφαιρας – που αποκτήθηκε ποτέ σε πολικό ταξίδι.
Έχοντας χτίσει μια καλύβα στην ακτή ενός όρμου που ονόμαζαν Commonwealth Bay, οι άνδρες του είχαν ξεχειμωνιάσει σε αυτό, που αργότερα αποδείχθηκε ότι ήταν το πλέον ανεμοδαρμένο σημείο στη Γη (τουλάχιστον στο επίπεδο της θάλασσας), με ριπές μέχρι 300 χιλιόμετρα ανά ώρα.
Ξεκινώντας τον Νοέμβριο του 1912, η ομάδα παρακολούθησης του Mawson ήταν μία από τις οκτώ ομάδες τριών ατόμων που απεστάλησαν σε ταξίδια σε όλες τις πιθανές κατευθύνσεις. Για το δικό του κομμάτι εξερεύνησης, το ανατολικότερο, επέλεξε τον 29χρονο Ελβετό πρωταθλητή σκι, Xavier Mertz και τον 25χρονο Belgrave Ninnis, έναν πρόθυμο και ενθουσιώδη Άγγλο που υπηρετούσε στο Royal Fusiliers. Φιλοδοξώντας να ανακαλύψει τα αχαρτογράφητα μήκη και πλάτη του μακρινού Oates Land, ο Mawson ώθησε τον εαυτό του να κάνει το πιο τολμηρό βήμα προς το άγνωστο.
Μέχρι το πρωί της 14ης Δεκεμβρίου και 35 ημέρες έξω, η ομάδα είχε καταφέρει να φτάσει σε σημείο σχεδόν 500 χιλιόμετρα από την καλύβα. Οι άνδρες είχαν διασχίσει δύο μεγάλους παγετώνες και δεκάδες κρυμμένες λοξές ρωγμές στον πάγο που καμουφλάρονταν με λεπτές γέφυρες χιονιού.
Όμως αυτό που θα αντίκριζαν στη συνέχεια, θα τους έκοβε την ανάσα. Σε βάθος περίπου εκατό πενήντα ποδιών, δύο από τα σκυλιά της ομάδας τους, είχαν παρασυρθεί σε μια χαράδρα. Το ένα νεκρό και το άλλο δίπλα του να ψυχορραγεί με λυγμούς, έχοντας τσακίσει την πλάτη του. Παντού διάσπαρτα αντικείμενα από τον εξοπλισμό που είχε μαζί του ο Ninnis, αλλά κανένα σημάδι ζωής από τον ίδιο ή το έλκηθρό του.
Για τρεις ώρες, ο Mawson και ο Mertz, απεγνωσμένα φώναζαν προς κάθε κατεύθυνση, ελπίζοντας να ακούσουν μια απάντηση, ή έστω μια κραυγή. Το σχοινί που είχαν μαζί τους δεν έφτανε για να κατέβουν και να αναζητήσουν το σύντροφό τους. Τελικά αποδέχτηκαν το αναπόφευκτο. Ο Νinnis ήταν νεκρός. Μαζί του χάθηκαν και τα πιο πολύτιμα εργαλεία της ομάδας, όπως η σκηνή, έξι από τα καλύτερα huskies, όλο το φαγητό για τα σκυλιά και σχεδόν όλο το φαγητό για τους ίδιους.
Οι δύο άνδρες θα μπορούσαν να είχαν πεθάνει από την πρώτη νύχτα, αν δεν είχαν αυτοσχεδιάσει ένα καταφύγιο. Με τη θερμοκρασία κοντά στους -17 βαθμούς Κελσίου, έριξαν το κάλυμμα της σκηνής πάνω σε μια πρόχειρη κατασκευή, που επινόησε ο Mertz, από τα πέδιλα του σκι και ένα υποτυπώδες πλαίσιο, μέσα σε μια σπηλιά. Έτσι, η «σκηνή» τους ήταν τόσο περιορισμένη και αδύναμη, που μόνο ένας άνθρωπος μπορούσε να κινηθεί.
Τις πρώτες μέρες της εξερεύνησης, κάλυψαν αρκετή απόσταση. Αλλά κατά τις επόμενες δύο εβδομάδες, τα σκυλιά, ένα προς ένα, άρχισαν να χάνουν τις δυνάμεις τους. Όταν δεν μπορούσαν άλλο πλέον να τραβήξουν, τα φόρτωναν στο έλκηθρο και τα μετέφεραν στον καταυλισμό όπου και τα πυροβολούσαν με το τουφέκι. Απελπισμένοι πια, οι δύο άντρες έτρωγαν το σκληρό κρέας των σκυλιών και έριχναν τα κόκκαλα και το δέρμα στα υπόλοιπα huskies, τα οποία έδιναν μάχη για να τα διεκδικήσουν.
Με χαλασμένο πλοηγό και υπολογισμούς βάσει της εμπειρίας του, ο Mawson τους οδήγησε σε μια διαδρομή περίπου 40 χιλιόμετρα νότια από την εξωτερική τους διαδρομή, ελπίζοντας να αποφύγει τους δύο μεγάλους παγετώνες που έρχονταν κατά μέτωπο. Προσπάθησε να ανεβάσει το ηθικό του συνεργάτη του, υποσχόμενος να τον επιστρέψει με ασφάλεια στην Αυστραλία. Στις 25 Δεκεμβρίου, στη 1 π.μ., ο Mawson ξύπνησε τον Mertz να του ευχηθεί Καλά Χριστούγεννα. “Ελπίζω να ζήσω, για να μοιραστώ πολλά Χριστούγεννα με τον φίλο μου Mawson”, έγραψε ο Mertz στο ημερολόγιό του.
Η Ginger, το μόνο σκυλί που είχε επιζήσει, τραβούσε τώρα το έλκηθρο. Οι δύο άντρες εξαντλούνταν μετά από λίγα μόνο χιλιόμετρα. Για να εξοικονομήσουν βάρος, αποχωρίστηκαν το αλπικό σχοινί τους, το τουφέκι τους, όποιον άλλο εξοπλισμό θεωρούσαν περιττό, αλλά αυτό που τους στοίχισε περισσότερο, ήταν η φωτογραφική μηχανή του Mawson και τα φιλμ που είχαν το οπτικό υλικό του ταξιδιού τους.
Κάτι δεν πήγαινε καλά με τον Mertz. Στις 2 Ιανουαρίου ένιωθε πολύ αδύναμος να συνεχίσει. Μόνο οκτώ χιλιόμετρα κατάφερε να διανύσει την επόμενη μέρα πριν εγκαταλείψει, αναγκάζοντας τον Mawson να σταματήσει και να στήσει τη σκηνή. Ο Mawson γνώριζε ότι η μόνη τους ελπίδα ήταν να συνεχίσουν να κινούνται, αλλά στις 5 Ιανουαρίου, ο Mertz αρνήθηκε. Θα ήταν αυτοκτονία, είπε.
Ο Mawson έπεισε τον Mertz να ανέβει στο έλκηθρο και τραβούσε μόνος του το βαρύ φορτίο για 4 χιλιόμετρα. Στο ημερολόγιό του εκείνη τη νύχτα έγραψε: “Εάν δεν μπορεί να βγάλει 8 με 10 μίλια την ημέρα, σε μια μέρα και οι δύο θα είμαστε καταδικασμένοι. Θα μπορούσα να τραβήξω το δικό μου βάρος, αλλά δεν μπορώ να τον αφήσω”.
Μέχρι τις 7 Ιανουαρίου, οι άνδρες είχαν καλύψει περίπου 320 χιλιόμετρα από το ταξίδι επιστροφής τους, με 100 ακόμη να υπολείπονται. Όμως, καθώς προσπαθούσαν να πακετάρουν το πρωί, ο Mawson ανακάλυψε ότι ο Mertz “τα είχε κάνει πάνω του”. Αφού τον καθάρισε και τον περιποιήθηκε σαν νοσοκόμα, τον έβαλε πάλι μέσα στον υπνόσακο. Το απόγευμα, προσπάθησε να σηκώσει τον Mertz σε καθιστή θέση για να πιει λίγο κακάο και ζωμό, αλλά και πάλι αυτό στάθηκε αδύνατο, καθώς ο Mertz δεν μπορούσε να ελέγξει τον εαυτό του και λερώθηκε ξανά.
Στις 8 μ.μ., ο Mertz βγήκε από τον υπνόσακο και άρχισε να τρέχει με μανία, εκσφενδονίζοντας αντικείμενα από το έλκηθρο και φωνάζοντας στα Γερμανικά. Ο Mawson προσπάθησε να τον κρατήσει κάτω, ελπίζοντας να τον ηρεμήσει, κι έπειτα να τον ξαναβάλει μέσα στον υπνόσακο. Στις 2 π.μ. στις 8 Ιανουαρίου, ο Mertz άφησε την τελευταία του πνοή.
Ο Mawson έθαψε τον φίλο του, μαζί με τον υπνόσακο, κατασκευάζοντας έναν αυτοσχέδιο σταυρό. Πολλά χρόνια αργότερα, κάποιοι ερευνητές απέδωσαν τον θάνατο του Mertz, στην υπερβολική δόση βιταμίνης Α από τα συκώτια των huskies. Aν το δεχτούμε αυτό, τότε γιατί δεν επηρεάστηκε το ίδιο και ο Mawson; Οι εμπειρογνώμονες υποστήριξαν ότι η κατάρρευση του Mertz οφείλεται, απλώς, σε υποθερμία και υποσιτισμό.
Όποια και αν είναι η αιτία του, ο θάνατος του Mertz απειλούσε τώρα την επιβίωση του Mawson. Το φαγητό είχε σχεδόν εξαφανιστεί και η δική του φυσική κατάσταση ήταν λυπηρή, με ανοιχτές πληγές στη μύτη, τα χείλη και το όσχεο. Τα μαλλιά του πέφτανε κατά τούφες και το δέρμα είχε φύγει από τα πόδια του. Και είχε ακόμα 150 χιλιόμετρα… “Φοβάμαι ότι έχει μαγειρέψει τις πιθανότητές μου εντελώς,” έγραψε ο Mawson στο ημερολόγιό του. Αλλά πρόσθεσε: “Θα κάνω το μέγιστο δυνατό μέχρι το τέλος.”
Χρησιμοποιώντας μόνο την οδοντωτή λεπίδα του μαχαιριού του, έκοψε το έλκηθρο στο μισό. Στη συνέχεια, έφτιαξε ένα προφυλαγμένο πανί, ράβοντας το σακάκι του Mertz σε μια σακούλα πανί. Τρεις μέρες μετά το θάνατο του Mertz, ο Mawson ανακάλυψε στη φρίκη του, ότι τα πέλματα των ποδιών του είχαν αποκολληθεί εντελώς από το δέρμα κάτω από αυτά, το οποίο προκάλεσε το πύον και το αίμα. Σήκωσε τα νεκρά πέλματα και φόρεσε μαζεμένα έξι ζευγάρια μάλλινες κάλτσες. Κάθε βήμα που έκανε μετά, ήταν μια βάναυση ταλαιπωρία.
Ο Mawson ήταν τώρα σε έναν αγώνα ενάντια στο χρόνο. Το σωστικό σκάφος της αποστολής, το Aurora, είχε προγραμματιστεί να φτάσει στο Commonwealth Bay, στις 15 Ιανουαρίου για να περισυλλέξει τους άνδρες της αποστολής και να τους μεταφέρει πίσω στην Αυστραλία.Μπορεί η μέρα αυτή να πλησίαζε, ο Mawson όμως βρισκόταν ακόμα περισσότερο από 130 χιλιόμετρα μακριά από την καλύβα και οι δυνάμεις του τον εγκατέλειπαν όλο και περισσότερο.
Εκείνη τη στιγμή, ένας στίχος από τον αγαπημένο ποιητή του, Robert Service, έλαμψε μέσα στο μυαλό του: “Προσπάθησε μια φορά ακόμη. Το εύκολο, είναι να πεθάνεις. Το δύσκολο, είναι να μείνεις ζωντανός”. Οι λέξεις αυτές τον ώθησαν σε μια “τελευταία απέλπιδα προσπάθεια”.
Ο Μawson ήταν πλέον πεπεισμένος ότι δεν είχε καμία πιθανότητα να επιβιώσει. Εξάλλου, η προθεσμία για να φτάσει στην καλύβα είχε εκπνεύσει. Το Αurora, το σωστικό σκάφος, είχε φύγει. Αυτό που τον οδήγησε προς τα εμπρός ήταν η ελπίδα να εγκαταλείψει το ημερολόγιό του, μαζί με το Mertz, σε ένα μέρος όπου οι ερευνητές θα μπορούσαν τελικά να τους βρουν και να μάθουν την ιστορία του καταδικασμένου Far Eastern Party, της αποστολής τους δηλαδή.
Ωστόσο, στις 29 Ιανουαρίου συνέβη ένα μικρό θαύμα. Ακριβώς βόρεια της διαδρομής του, ο Mawson διέκρινε κάτι σκοτεινό, μέσα στο θολό τοπίο. Ήταν μια χιονοστιβάδα που είχε καλυφθεί με ένα μαύρο πανί. Στο εσωτερικό του, βρήκε ένα μήνυμα από τρία άτομα της αποστολής, που είχαν φτάσει μέχρι εκείνο το σημείο, ψάχνοντας τον ίδιο και την ομάδα του, αλλά και μια τσάντα που περιείχε φαγητό-ευλογημένη τροφή! Από το σημείωμα, ο Μawson έμαθε ότι βρισκόταν μόνο 45 χιλιόμετρα από την καλύβα.
Θα του χρειαζόταν δέκα ημέρες για να καλύψει αυτή τη μικρή απόσταση, καθώς έπρεπε να αντιμετωπίσει και μια παρατεταμένη χιονοθύελλα. Επιτέλους, στις 8 Φεβρουαρίου, ξεκίνησε για την τελευταία διαδρομή. Πριν βρει την καλύβα, έριξε μια μακρινή ματιά στον ορίζοντα. Αυτό που αντίκρισε, ήταν το Aurora, να αφήνει τον Commonwealth Bay.Είχε μείνει μόνος του τελικά; Ξάφνου, η καλύβα ξεπήδησε στο οπτικό πεδίο του, και έξω από αυτήν, οι φιγούρες τριών ανθρώπων. Ο Mawson σταμάτησε σηκώθηκε στα πόδια του και έτρεξε για 30 δευτερόλεπτα, με όση δύναμη μπόρεσε να βρει. Οι άντρες ήταν πολύ μακριά για να ακούσουν τις κραυγές του. Τελικά ένας από αυτούς κοίταξε προς το μέρος του.
Ο πρώτος που έφτασε ήταν ο Frank Bickerton, ένας αυστηρός 24χρονος Βρετανός μηχανικός που είχε την ευθύνη ενός άλλου εξερευνητικού τμήματος. Από 50 μέτρα μακριά, ο Mawson αναγνώρισε τον Bickerton. Και από την έκπληκτη έκφραση του προσώπου του Bickerton, καθώς είδε το χοντροκομμένο, καταστραμμένο πρόσωπο του ανθρώπου να σκοντάφτει προς αυτόν, ήξερε ακριβώς τι σκέφτηκε ο Bickerton: Ποιος είσαι;
Ο Mawson είχε χάσει το Aurora για μόλις πέντε ώρες. Ο ίδιος και οι έξι άνδρες που παρέμειναν για να αναζητήσουν την ομάδα του, χρειάστηκε να περάσουν άλλον ένα χρόνο στο πιο εχθρικό και απομονωμένο μέρος της γης.
Άλλοι δέκα μήνες πέρασαν πριν επιστρέψει το Aurora. Όταν ο Mawson έφτασε τελικά στην Αυστραλία το Φεβρουάριο του 1914, ανακηρύχθηκε ως εθνικός ήρωας και χρίστηκε ιππότης από τον βασιλιά Γεώργιο Β’. Πέρασε το υπόλοιπο της ζωής του, ως καθηγητής στο Πανεπιστήμιο της Αδελαΐδας. Παρόλο που θα μπορούσε να οδηγήσει δύο ακόμη αποστολές στην Ανταρκτική, το έργο της ζωής του έγινε η αφορμή για την παραγωγή 96 δημοσιευμένων εκθέσεων και αποτέλεσαν αντικείμενο επιστημονικής έρευνας.
Όταν ο Mawson πέθανε το 1958, όλη η Αυστραλία θρήνησε τον μεγαλύτερο εξερευνητή της.
Μετάφραση, απόδοση, επιμέλεια: Ντίνος Παιδαράκης
AUSTRALIA’S GREATEST EXPLORER?
Sir Douglas Mawson’s Antarctic journey is one of the most terrifying survival stories of all time.
By David Roberts
Header image: Frank Hurley
Other images: Mitchell Library, State Library of NSW
Πηγή: http://www.nationalgeographic.com.au/history/australias-greatest-explorer.aspx