Search

Στιβ Γιατζόγλου: συνέντευξη-“Εικόνες της ζωής μου”

Η χαίτη στα άλλοτε μακριά κατάξανθα μαλλιά του, που του προσέδωσε άλλωστε και το προσωνύμιο «Λιοντάρι», εκτός από τα χρόνια, έπεσε «θύμα» ενός καλοακονισμένου ψαλιδιού. Τα κιλά, ελαφρώς παραπανίσια, δείχνουν να ταλαιπωρούν το ανεπιθύμητο –λόγω κανονισμών πρωταθλήματος, όταν κοουτσάρει- κοστούμι. Για αυτό και ζήτησε να μην τον παρεξηγήσουμε που μας υποδέχθηκε με αθλητική περιβολή. Γιατί, κατά κανόνα, ο καθωσπρεπισμός δεν ταίριαξε ποτέ με τον αντισυμβατικό Στιβ Γιατζόγλου… Μόνο ένα παρέμεινε κοινό με εκείνη την φιγούρα, με τα ερυθρόλευκα του Ολυμπιακού και πια, μιας από τις πλέον εξέχουσες μορφές του ελληνικού μπάσκετ. Το πάθος! Έστω, εδώ και πολλά χρόνια, έξω από τις τέσσερις γραμμές του παρκέ. Πάθος για την στιγμή. Για την οικογένειά. Για την ζωή. Αλλά, βρε αδερφέ, το «μπάσκετμπολ» (όπως ο ίδιος αποκαλεί με την σταθερά ιδιότυπη ελληνοαμερικανική προφορά του) ήταν, είναι και θα είναι η ζωή του! Από τις μέρες στην Νέα Υόρκη, όπου γεννήθηκε, έως τα «έργα και ημέρες» του σε παρκέ και πάγκους, όπου μάλλον αναγεννιέται. Αν και το μελάνι στο «διαζύγιο» με το Αιγάλεω, τελευταία του ομάδα, δεν είχε καλά-καλά στεγνώσει, «αφηγήθηκε» μερικές από τις «εικόνες» της ζωής του. Για γάμους και χωρισμούς. Για την αβεβαιότητα του προπονητή και τις μελλοντικές φιλοδοξίες. Με τον ίδιο ενθουσιασμό που έκανε τον διερμηνέα στον Κώστα Μουρούζη, που το 1970 έψαχνε παίκτες στην Νέα Υόρκη… Και όταν ο τελευταίος τον είδε να σουτάρει στο διάλειμμα των μεταφραστικών του υποχρεώσεων, αποφάσισε: Θα αποκτούσε τον διερμηνέα!

Η απόλυση ή παραίτηση, είναι η σημαντικότερη ήττα ενός προπονητή;

«Με παρηγορεί πως απολύθηκε ο Λάρι Μπράουν από τους Νικς (γελώντας)! Μοιάζει οδυνηρό, αλλά συνειδητοποιείς την προχειρότητα του χώρου. Κάποτε συμπέρανα πως στο ελληνικό μπάσκετ, είναι σαν ψάρεμα με δυναμίτη! Μεγάλη ψαριά την πρώτη μέρα και μετά ούτε λέπι. Τελικά, μάλλον μοιάζουμε με μπακάλικα 3ης κατηγορίας… Ό,τι δεν σε σκοτώνει, πάντως, σε δυναμώνει. Είμαι μέρος του μπάσκετ, έχοντας κατανοήσει την αβεβαιότητα».

Είπες κάποτε ότι «αντί για μαλλιά, έχω μαγνητάκια στο κεφάλι που τραβούν προβληματικές ομάδες»…

«Σε αυτό φταίω εγώ! Είναι αυτό που έλεγε ένας συνάδελφός σου, ότι “όταν ο ουρανός μαυρίσει και σπάσουν τα φράγματα, καλούν τον Στιβ”! Δεν είναι τυχαίο. Με εξιτάρουν τα ζόρια, αλλά όταν πηδάς συνέχεια παλούκια, συγγνώμη κιόλας, κάποιο δεν θα το περάσεις»!

Βίωσες περιόδους Κοσκωτά-Ψωμιάδη σε Ολυμπιακό-ΑΕΚ αντίστοιχα. Έφτασες ποτέ στα όριά σου;

«Πιο οδυνηρή ήταν του Κοσκωτά που κανείς δεν πίστευε πως θα έχει τόσο σύντομο τέλος, στα τέλη του ‘80. Τότε ήταν άλλες εποχές. Το επαγγελματικό μπάσκετ ήταν ακόμη στα σπάργανα. Όταν συμβιβάζεσαι με καταστάσεις, είναι η αρχή του τέλους. Θυμάμαι, ήθελε ο Ψωμιάδης να κόψει παίκτες αλλά αρνήθηκα. Σε δύο εβδομάδες έφευγα εγώ…».

Θυμάσαι κάτι πραγματικά αξιοπερίεργο;

«Είχα συμφωνήσει με το Ηράκλειο. Εξήγησα την φιλοσοφία μου στον πρόεδρο, Μανώλη Παπακαλιάτη, όμως με διέκοψε κάποια στιγμή, λέγοντάς μου “θα πάρουμε έναν Αμερικάνο παίκτη σε αυτή την θέση και έναν άλλον σε μια άλλη”. Του απαντάω “πρόεδρε, δεν θες προπονητή γιατί μάλλον είσαι εσύ. Πρόεδρο θες!” και σε δύο ώρες ήμουν Αθήνα»!

Ο Ολυμπιακός είναι σαφέστατα το σημείο αναφοράς του παίκτη Γιατζόγλου, όμως ο Άρης «στοίχειωσε» τον κόουτς Στιβ. Η ομάδα, για την οποία τον Δεκέμβρη του 2000 θεώρησε πως τον μετέτρεψε σε «Κολόμβο, που ξεκίνησε για Αμερική, αλλά δεν ήξερε πού έφτασε»! Ή, στις δύσκολες στιγμές του στην Θεσσαλονίκη, που έλεγε πως «όταν μου είπαν πως θέλουν να φέρουν Ουκρανό στην θέση μου, τους απάντησα πως και τον Γκορμπατσόφ να φέρουν, θα έχουν πρόβλημα!», ενώ αναρωτήθηκε τον Απρίλιο του 2001: «Εγώ να έμενα στον Άρη, αλλά με ποιον να διαπραγματευτώ; Με τον φύλακα του Λευκού Πύργου»;

 Ο Άρης είναι η μεγάλη χαμένη ευκαιρία σου;

«Είναι πανεπιστήμιο αντοχής. Όταν περάσεις από αυτό τον σπουδαίο πάγκο –και μάλιστα δύο φορές- αισθάνεσαι την αύρα, αλλά και την πίεση. Δύσκολο και συνάμα δίκαιο κοινό, χωρίς όμως δικαιολογία ήττας… Είχα πει πως το 1993, το Κυπελλούχων θα ερχόταν με μαθηματική ακρίβεια, άρα, αφού εγώ έφυγα και η ομάδα το κατέκτησε, άφησα κάτι στην μέση. Δεν έχω όμως απωθημένα. Είπαμε, πάντα φταίει ο κόουτς».

Η αυτοκριτική είναι αρετή;

«Ο μεγάλος «εισαγγελέας» της αξίας του προπονητή είναι οι παίκτες. Πάντως, όποιος δεν κάνει αυτοκριτική, είναι στενόμυαλος».

Το μπάσκετ είναι…

«Ζωγραφική, τέχνη! Έχει συναίσθημα, που δεν έχουν, ας πούμε, όσοι προπονητές δεν έπαιξαν. Είναι αυτοί που λέω «γραμματικούς», που έμαθαν από βιβλία. Έτσι συμβαίνει δυστυχώς με και με τον Σπανούλη στο Χιούστον, με προπονητή, τον ΒανΓκάντι, που έχει φάει 50σφαλιάρες σαν βοηθός και δεν γουστάρει Ευρωπαίους».

 Ένστικτο ή λογική;

«Ήμουν περισσότερο παρορμητικός σαν νέος.».

Μετανιώνεις;

«Όταν παίρνεις μια άσχημη απόφαση, πρέπει να ψάξεις να βρεις τι καλό βγάζεις από το λάθος. Στους παίκτες μου λέω συνεχώς πως η διαφορά έξυπνου-χαζού είναι πως ο έξυπνος κάνει καινούρια λάθη και ο χαζός επαναλαμβάνει τα ίδια»!

Ο άνθρωπος αλλάζει τελικά;

«Λίγοι… Εγώ είμαι από αυτούς. Μπορεί να είναι η ηλικία. Είμαι 57, ή μάλλον 51, γιατί δεν μετράνε 6 χρόνια που είτε αρρώσταινα είτε καθόμουν σπίτι λόγω κακοκαιρίας(!) και έχω πια άλλες έννοιες. Είναι τότε που σε ενδιαφέρει περισσότερο να πετύχεις σαν γονιός και ένα πρωτάθλημα δεν μετράει όσο αυτό».

Το «λιοντάρι» πως «ημερεύει» εκτός γηπέδου;

«Δύσκολο να ξεφορτωθείς την ένταση. Και σαν προπονητής, ομολογώ πως απέκτησα μια άσχημη συνήθεια. Μετά τα ματς, πρέπει να πιω τουλάχιστον 3 ποτά για να ηρεμήσω. Χαλάρωσα λίγο, όταν εργαζόμουν σαν σκάουτερ ομάδων ΝΒΑ. Έχω χάσει παιχνίδι σε 3 παρατάσεις και σπίτι περιμένει έτοιμο το κοστούμι για να πάμε με την γυναίκα μου σε γιορτή. Δύσκολο, ε; Όλα τα επαγγέλματα έχουν τις παραξενιές τους, ωστόσο στο δικό μου δεν “κατεβάζεις διακόπτη”. Απαιτείται συνεννόηση».

Οι 2 προηγούμενοι γάμοι δεν είχαν την απαιτούμενη;

«Κάποτε ρώτησα τον Πατ Ράιλι (σ.σ.: 5 φορές πρωταθλητής ΝΒΑ με Λέικερς-Χιτ) πώς είναι παντρεμένος 30 χρόνια και μου λέει: “Είναι απλό. Την έχω στην δουλειά και κρατάει στατιστική!”».

Γενικά έχεις την εικόνα του εκρηκτικού χαρακτήρα; Και έναν –πρώτο- γάμο, πριν χρόνια, που απασχόλησε τα Μ.Μ.Ε.

«Με την κυρία Κατερίνα δεν έχουμε σχέση εδώ και δέκα χρόνια. Είναι η μάνα των δύο πρώτων παιδιών μου και το σέβομαι, όμως έχει ήδη μπει τελεία σε αυτή την ιστορία».

Ναι αλλά ενοχλήθηκες που συνέχιζε να χρησιμοποιεί το όνομά σου…

«Πράγματι, όπως ενόχλησε τον Ανδρέα Παπανδρέου που η Μαργαρίτα έκανε το ίδιο! Έκανα αγωγές, όμως με χαροποιεί πια πως έπειτα από καιρό, έχουν αποκατασταθεί οι σχέσεις με τα δύο μεγάλα μου παιδιά. Η Φράνσις, βέβαια, επηρεάστηκε από την μητέρα της, για να ασχοληθεί με την δημοσιογραφία. Θα προτιμούσα Νομική, όμως δεν μπορείς να το επιβάλλεις. Και η δική μου η μάνα ήθελε να γίνω οδοντίατρος»!

Ο γιος σου έπεσε «κάτω από την μηλιά»;

«Θα δούμε. Σπουδάζει στο Πολυτεχνείο του Μπρούκλιν και παίζει μπάσκετ. Νομίζω πως ο Τόμι είναι καλύτερος από εμένα! Στην αρχή έπαιξε ποδόσφαιρο στον Ολυμπιακό αλλά κατάφερα και τον αλλαξοπίστησα».

Και είναι στα 21 του στις Η.Π.Α., ηλικία που εσύ έφυγες από την Νέα Υόρκη.

«Εκεί ήμουν το παιδί του Αλβανού… Όπως, δυστυχώς, σκέφτονται πολλοί στην Ελλάδα για τους Αλβανούς, έτσι κι εγώ ήμουν ο γιος του λαθρομετανάστη. Ο πατέρας μου πήγε στην Αμερική κρυμμένος σε αμπάρια και πήδηξε στην θάλασσα για να βγει στην στεριά»!

Οι εποχές εκεί;

«Δύσκολες. Τι να πρωτοθυμηθώ; Μέναμε σε εργατική πολυκατοικία στην 5ο όροφο, Οι στερήσεις, όμως, μας έκαναν ολιγαρκείς».

Πώς αποφάσισες να παρατήσεις το περιβόητο «αμερικανικό όνειρο»;

«Όταν ήρθα στην Ελλάδα, δεν υπήρχε σκέψη μόνιμης παραμονής. Προερχόμουν από τραυματισμό και οι συνθήκες τα έφεραν έτσι. Δεν σου κρύβω πως στα 21-22 ήμουν «wild» . Όχι τρελός, αλλά “άγριος”! Παρορμητικός λόγω της νεαρής ηλικίας. Και η Ελλάδα έμοιαζε κάτι νέο».

Είχες πει πως η Ελλάδα έμοιαζε με το Μεξικό γιατί…

«… Έκανε ζέστη και όλοι κοιμόντουσαν το μεσημέρι»!

Πώς προσαρμόστηκες στην ελληνική πραγματικότητα;

«Σε βασικά σημεία δεν είχα πρόβλημα γιατί στην Νέα Υόρκη πήγα σε ελληνικό σχολείο, το G.I.A.. Το 1960, καταλαβαίνεις πως θα ήταν σε δημόσιο σχολείο στο Χάρλεμ. Για να περάσεις την τάξη, έπρεπε να σημαδεύεις καλά με το στιλέτο! Πηγαίναμε μεν με λεωφορείο από το Μανχάταν, που μέναμε, στο Μπρονξ, όμως είχαμε Έλληνες καθηγητές. Εκεί πήγαν να μου κόψουν τον λαιμό τρεις φορές! Θέμα τύχης αλλά και αυτό που λένε στην Νέα Υόρκη, «street-smart». Καπάτσος. Στο Μπρονξ κυριαρχούσε το “δεν γυρεύω φασαρίες. Αυτές με βρίσκουν”. Χρειάζεται μια δυνατή μάνα. Όχι, όμως, να σε κανακεύει. Εκείνη με έσπρωξε στο πανεπιστήμιο».

Το ωραιότερο «ταξίδι» σου;

«Θέλω να πιστεύω πως η καλύτερη στιγμή μου δεν έχει έρθει! Έχω ζήσει καλά, αλλά έχω ακόμη όνειρα».

Οι καλές σχέσεις σου με Αμερικανούς παίκτες, απαιτούσαν διπλωματία. Πόση «πολιτική» χρησιμοποίησες στο μπάσκετ;

«Μάλλον χωράει παντού, αλλά έχει παρερμηνευθεί… Πολιτική δεν σημαίνει ψέματα. Ενδεχομένως, με λάθος πολιτική, που λες κι εσύ, με έχουν σπρώξει λίγο από τα μεγάλα “σαλόνια”, γιατί αν λες την αλήθεια, είσαι τρελός! Λίγο το ότι οι μάνατζερ δεν είχαν την ευκαιρία να κονομήσουν από εμένα, λίγο το ότι δεν κάνω χατίρια προέδρων»…

Επομένως δεν θα μπορούσες να γίνεις πολιτικός;

«Μόνο πολιτικός θα γινόμουν! Γιατί όταν έχει να πει κάτι ο Στιβ, ο κόσμος ξέρει πως δεν κοροϊδεύει. Για αυτό και πήρα 17.000ψήφους στις Νομαρχιακές στον Πειραιά».

Θα δοκίμαζες ξανά;

«Γιατί όχι… Ποτέ δεν ξέρεις. Αν και δεν βολεύομαι συνήθως με κοστούμια»!

Ποιο το κίνητρο να συνεχίζεις στο μπάσκετ;

«Είναι η δουλειά μου. Τι να κάνω; Να παίξω βιολί; Όμως, οι “παχιές αγελάδες” και οι καλές εποχές τέλειωσαν».

Τι οδήγησε σε αυτό;

«Η Ελλάδα είναι το μοναδικό κράτος που πρώτα έρχεται επιτυχία και μετά σχεδιασμός… Δεν διαχειριστήκαμε σωστά το Ευρωμπάσκετ του 1987, το πλάνο χάθηκε με την οικονομική “έκρηξη” του ’90 και ο τότε Υπουργός, ο Φούρας, υπέγραψε την καταδίκη του αθλήματος με το “σπάσιμο” των τηλεοπτικών δικαιωμάτων».

Η κατάσταση είναι αναστρέψιμη;

«Όσο γίνονται τα χατίρια των Κόκκαλη-Γιαννακόπουλου, όσο οι μισοί διεθνείς παίζουν στο εξωτερικό και οι υπόλοιποι στον Παναθηναϊκό, όχι. Αν πας στο γραφείο του Ντέιβιντ Στερν (σ.σ.: κομισάριος του ΝΒΑ), τον οποίο πληρώνουν 7εκατομ.δολ. τον χρόνο 30 ιδιοκτήτες, για να κάνει κουμάντο στο δικό τους παιχνίδι, θα δεις μια ταμπέλα που λέει «τίποτε και κανείς δεν είναι μεγαλύτερος από το άθλημα».

Θα το κόπιαρες για τίτλο του βιβλίου σου;

«Τι να γράψω; Το ελληνικό μπάσκετ πέρασε πολλά στάδια.. Είναι σαν την CIA! Ξέρουν κάποιοι ήδη, αλλά θα μας πουν σε 50 χρόνια ποιος σκότωσε τον Κένεντι και την Νταϊάνα. Αλλά πουλάει η ίντριγκα, η μυστικότητα και θα μάθουμε αργότερα για βρωμιές και πουστιές του χώρου! Το να μάθει ο κόσμος ότι ο Γιατζόγλου έμενε σε ζόρικες συνοικίες ή δούλευε σε φορτηγό παράλληλα με το κολέγιο, δεν έχει σημασία»…

Μερικά χαρακτηριστικά κεφάλαια, όμως, είναι ήδη έτοιμα…

«Έχω ζήσει καταστάσεις για ταινίες. Το επεισόδιο με τον παίκτη μου στην Ολυμπιακό, τον Κάρεϊ Σκάρι (σ.σ.: γροθιές ακόμη και στο… αστυνομικό τμήμα Γλυφάδας), αλλά περισσότερο αυτό με τον φίλο –αλλά αντίπαλο- μου, Απόστολο Κόντο. Κάποτε, έπειτα από αγώνα Ολυμπιακού-Παναθηναϊκού, με αποκάλεσε “πιατά” γιατί είχα έρθει από την Αμερική. Πήδηξα δυο μάντρες, τον κυνήγησα μάταια, αλλά πήρα αλλιώς την ρεβάνς… Σε άλλο παιχνίδι, βρήκα τρόπο να τον μαρκάρω, κατεβάζοντάς του το σορτσάκι κάθε φορά που σούταρε. Το έκανα σε 2-3 ματς, μέχρι που η γυναίκα του με παρακάλεσε να σταματήσω»!

Ο ΒΙΟΣ ΤΟΥ ΣΤΙΒ ΓΙΑΤΖΟΓΛΟΥ…

Ο Στιβ Γιατζόγλου γεννήθηκε στις 11/12/1949 στην Νέα Υόρκη. Στερνοπούλι –με 3 αδερφές- του Μάκη, από την Δραπετσώνα και της Φράνσις, Ελληνίδας γεννημένης στις Η.Π.Α.. Αποφοίτησε από το πανεπιστήμιο Κονέκτικατ με δίπλωμα σε βιολογία-φυσική αγωγή. Αγωνίστηκε σε Ολυμπιακό (1972-1985)-ΠΑΟΚ (1985-86), κατακτώντας 2 πρωταθλήματα (1976, 1978) και 4 Κύπελλα (1976, 1977, 1978, 1980) Ελλάδος. Είχε 116συμμετοχές στην Εθνική, με 1.478π., έχοντας χρυσό μετάλλιο σε Βαλκανικούς και Μεσογειακούς Αγώνες του 1979. Σαν προπονητής εργάστηκε σε Ολυμπιακό, Σπόρτιγκ, Ηρακλή, Παγκράτι, Περιστέρι, ΑΕΚ, Λάρισα, Δάφνη, Άρη, Αιγάλεω. Είναι παντρεμένος με την Κωνσταντίνα, τρίτη σύζυγό του και έχει τρία παιδιά, την Φράνσις και τον Τόμι, από τον πρώτο του γάμο και τον Νικόλα από τον δεύτερο.

… ΚΑΙ Η (ΛΕΚΤΙΚΗ) ΠΟΛΙΤΕΙΑ ΤΟΥ!

Ή μάλλον, μέρος της ανθολογίας από σπαρταριστές ατάκες του:
– «Όλοι απαιτούν. Κάποιος παραπονιέται που δεν έχει παπούτσια, μέχρι που συναντά κάποιον δίχως πόδια…».
– «Το να προσπαθείς να κερδίσεις τον Παναθηναϊκό, είναι σαν να ληστεύεις μια τράπεζα, αλλά στην γωνία να σε περιμένουν οι μπάτσοι για κλήση υπερβολικής ταχύτητας!»
– «Πώς να πάρουμε παίκτη; Εδώ δεν έχουμε να πληρώσουμε μια βίζιτα!».
– «Ο Άρης διδάσκει ιστορία… Σήμερα, ας πούμε, πέσαμε σαν το Στάλινγκραντ!».
– «Δεν μπορώ να βλέπω την ομάδα μου να τρώει ξύλο. Ας χάνουμε, αλλά ας ρίξουμε κι εμείς λίγο!».
– «Δεν τελειώνει η “συναυλία”, αν δεν βγει να τραγουδήσει η χοντρή».

Γράφει ο Γιώργος Αδαμόπουλος

Πηγή: “Εικόνες” 28/1/2007

Write a response

Αφήστε μια απάντηση

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *

Αυτός ο ιστότοπος χρησιμοποιεί το Akismet για να μειώσει τα ανεπιθύμητα σχόλια. Μάθετε πώς υφίστανται επεξεργασία τα δεδομένα των σχολίων σας.

Close
Your custom text © Copyright 2018. All rights reserved.
Close