Search

Αφιέρωμα στον πιο σημαντικό κωμικό του παλιού Ελληνικού κινηματογράφου τον Κώστα Χατζηχρήστο

Ο Κώστας Χατζηχρήστος, γεννήθηκε στη Θεσσαλονίκη το 1921. Ήταν γόνος πολύτεκνης οικογένειας, η οποία εγκαταστάθηκε στο Παγκράτι. Μικρός ήθελε να γίνει αξιωματικός του στρατού και μόλις τελείωσε το σχολείο κατατάχθηκε στη Στρατιωτική Σχολή της Σύρου. Λίγες μέρες μετά την αποφοίτηση του ξέσπασε ο Β’ Παγκόσμιος Πόλεμος και πολέμησε στο αλβανικό μέτωπο….

Ο Κώστας Χατζηχρήστος, καταγόταν από την Κων/πολη. Οι γονείς του μετά τον πρώτο διωγμό εγκαταστάθηκαν στην Καβάλα και ύστερα στη Θεσσαλονίκη, όπου γεννήθηκε το’1921). Στις αρχές της δεκαετίας του ’20 η πολύτεκνη οικογένεια έρχεται στην Αθήνα (Παγκράτι). Ήταν γείτονες με τον Γιώργο Οικονομίδη, και έγιναν από παιδιά φίλοι.

Φοίτησε αρχικά στη Στρατιωτική Σχολή της Σύρου και τελείωσε τις σπουδές του στην Καβάλα. Εργάστηκε σε βαριετέ στο θέατρο “Μισούρι” του Πειραιά και στο θίασο της Νίτσας Γαϊτανάκη όπου έπαιξε στο “Στραβόξυλο” του Ψαθά. Από το 1945 έως το 1948 δούλεψε με το θίασο οπερέτας του Παρασκευά Οικονόμου και εμφανίστηκε στα βαριετέ “Πεύκα” με τον Γ. Οικονομίδη και “Όασις” με τον Μ. Τραϊφόρο. Την περίοδο 1949-50 συμμετείχε στο μουσικό θίασο Κούλας Νικολαΐδου στο θέατρο “Βερντέν” της λεωφόρου Αλεξάνδρας.

Στο «Βερντέν» ο Χατζηχρήστος θα κάνει και την πρώτη του μεγάλη επιτυχία στο ρόλο του «βλάχου Θύμιου», ένα ρόλο που εμπνεύστηκε ο αδελφός της συζύγου του, ο Κώστας Νικολαΐδης, της συγγραφικής τριάδας Νικολαΐδη – Ελευθερίου – Λυμπερόπουλου. Από το 1953 έως το 1955 συνεργάζεται με την Καίτη Ντιριντάουα και τον Κούλη Στολίγκα.Το 1955, όταν ο θίασος ανεβάζει στο “Περοκέ” την επιθεώρηση “Κόκα-κόλα” των Γιαλαμά – Θίσβιου – Πρετεντέρη, πλέκεται και το ειδύλλιό του με την Ντιριντάουα. Παντρεύτηκαν και απέκτησαν μία κόρη. Ο γάμος τους έλαβε τέλος το 1975 και η Καίτη Οικονόμου, όπως ήταν το πραγματικό όνομα της Ντιριντάουα, πέθανε το Φεβρουάριο του 1996.

Στον κινηματογράφο, ο Χατζηχρήστος πρωτοεμφανίστηκε το 1952 με την ταινία “Ο Πύργος των ιπποτών” των Γ. Ασημακόπουλου – Ν. Τσιφόρου. Σημείωσε τεράστια επιτυχία και στο θέατρο. Μια από τις μεγαλύτερες επιτυχίες στην καριέρα του ήταν ο “Ανθρωπος που γύρισε από τα πιάτα”, που πρωτανέβηκε το χειμώνα του 1968-69 με συνθιασάρχες την Α. Φόνσου και τον Δ. Παπαγιαννόπουλο. Υπήρξε παραγωγός τριών ταινιών και σκηνοθέτης οκτώ.

Το 1960 μέχρι το 1966 κάνει δικό του θίασο και ανεβάζει δικές του παραστάσεις, πολλές και επιτυχημένες επιθεωρήσεις, με εκλεκτούς πρωταγωνιστές της εποχής. Το 1961 ανακαλύπτει μιαν «αποθήκη ιδιοκτησίας του Πανάγιου Τάφου», τη νοικιάζει και τη μετατρέπει σε «Θέατρο Χατζηχρήστου» (εγκαινιάστηκε το 1962). Η πορεία του στο θέατρο συνεχίστηκε απρόσκοπτη μέχρι το 1983. Μετά από μακρά περίοδο απουσίας, επέστρεψε την περίοδο 1994-95, παίζοντας στο δικό του χώρο (το “Θέατρο Χατζηχρήστου” στη στοά Πανεπιστημίου & Ιπποκράτους) την επιθεώρηση “Δεν ήξερες, δε ρώταγες” και την επόμενη χρονιά σε συνεργασία με τον Γ. Πάντζα το έργο του Κ. Παπαπέτρου “Τρελάθηκα και σώθηκα”.

Στις συνεντεύξεις του συχνά δεν ξέχναγε να διηγηθεί κάτι από τη ζωή του: «Αν με ρωτήσεις πόσες ταινίες έχω κάνει, θα σου πω: 186. Γι’ αυτό δεν τις θυμάμαι όλες. Μία όμως θυμάμαι καλά και θα μου μείνει αξέχαστη, όχι τόσο γιατί ήταν μεγάλη επιτυχία, όσο για τα περιστατικά που συνέβησαν στη διάρκεια των γυρισμάτων της. Αυτή η ταινία “Ο Ηλίας του 16ου” με ‘μένα και τον Θανάση Βέγγο. Σκηνοθέτη είχαμε τον Αλέκο Σακελλάριο και οπερατέρ το φίλο μου Ντίνο Κατσουρίδη. Θυμάμαι σε αυτή την ταινία, τα βάσανα που πέρασε ο Θανάσης εξαιτίας μιας σκηνής του έργου, που έπρεπε να φάει ένα χαστούκι… Νομίζω πως ο Θανάσης είναι ένας πολύ μεγάλος ηθοποιός με τεράστια επιμονή και υπομονή. Ήταν λοιπόν, η σκηνή που εγώ έπαιζα έναν ψευτοαστυφύλακα κι ο Βέγγος έναν φουκαριάρη κακοποιό. Ήταν η σκηνή που έβγαλε και το περισσότερο γέλιο. Τον αρπάζω από το γιακά τον Βέγγο και αρχίζω τα χαστούκια, όπως έλεγε το σενάριο.

Το πρόβλημα άρχισε όταν έπεσε το πρώτο χαστούκι. Τότε ο Βέγγος από τη δύναμη έφυγε από την κινηματογραφική μηχανή. Αρχίσαμε ξανά. Πάλι έφυγε από τη μηχανή. Φαπ. Μανούλα! Και άντε από την αρχή, φαπ. Μανούλα. Περίμενε κάθε λίγο και λιγάκι μετά από το χαστούκι, όλο το συνεργείο και ο σκηνοθέτης και σεναριογράφος της ταινίας Αλέκος Σακελλάριος πότε θα συνέλθει ο Βέγγος από το χαστούκι. Με τη συναίνεση του Βέγγου τα χαστούκια έπρεπε να είναι αληθινά. Στο μεταξύ η ώρα περνούσε και η σκηνή δεν τέλειωνε. Άσε που αρχίσαμε να μακιγιάρουμε το Θανάση γιατί το μάγουλό του είχε κατακοκκινίσει από τα χαστούκια. Δεν θα το πιστέψετε, αλλά έτσι με το χαστούκι φάγαμε ολόκληρη ημέρα. Και επιτέλους ένα από τα χαστούκια ήταν πετυχημένο…»

Τις δύο τελευταίες δεκαετίες της ζωής του, βρέθηκε σε τέτοιο οικονομικό μαρασμό, που κανένας άλλος ηθοποιός δεν γνώρισε, όπως ακριβώς, εκείνος. Από τη μια οι μεγάλες παραστάσεις και τα υπέρογκα έξοδα, και από την άλλη η σπάταλη ζωή, τον ανάγκασαν να βρίσκεται σε οικονομικό γκρεμό.

«Πρέπει να μάθει όλος ο κόσμος κάτι που ίσως δεν ξέρει. Ότι εγώ δεν παίρνω ούτε μία δραχμή παρόλο που οι ταινίες μου είναι σε συνεχή προβολή. Και έφτασε στο σημείο μέσα σε μία βδομάδα να παιχτούν τρεις ταινίες μου μαζεμένες. Δεν ξέρω ποιοι είναι αυτοί οι κύριοι και κονομάνε, αλλά πάντως είναι άδικο για ‘μένα. Ο κόσμος μπορεί βλέποντας τις ταινίες μου να νομίζει ότι ο Χατζηχρήστος τα κονομάει χοντρά. Λάθος. Άλλοι τα κονομάνε και όχι εγώ. Και γι’ αυτό εκφράζω κάποιο παράπονο γι’ αυτή τη μεταχείριση. Τέλος πάντων. Μιλήσαμε για επιτυχημένες ταινίες και ήρθε η ώρα να μιλήσουμε για αποτυχημένες ταινίες που με έβαλαν μέσα οικονομικά με τα τσαρούχια…»έλεγε με θλίψη σε ,ια από τις συνεντεύξεις του.

Κάποιες φορές γεμάτος συγκίνηση, έλεγε: «Όπως όλοι οι άνθρωποι έτσι και εγώ έκανα τα λάθη μου, αλλά με αδίκησαν. Ειδικά στους καλλιτεχνικούς κύκλους η κακία, η ζήλια και ο παραγκωνισμός είναι συνηθισμένο φαινόμενο. Πρέπει να έχεις σιδερένια νεύρα και ταλέντο. Θα ήμουν όμως, αχάριστος αν πω ότι δεν είδα μεγάλη δόξα και ότι δεν κονόμησα λεφτά. Μέσα από την Τέχνη τακτοποίησα τα παιδιά μου και τη δεύτερη γυναίκα μου την Ντιριντάουα. Το θέατρο και ο κινηματογράφος μου άφησαν μια γεύση σαν πικρό μέλι. Μαζί με τις χαρές γεύτηκα και την πίκρα».

Η σχέση του με το γυναικείο φύλο και πόσο γόης υπήρξε ο Κώστας Χατζηχρήστος είναι γνωστά στο θέατρο και στον κινηματογράφο. Ωστόσο ο ίδιος αφοπλίζει με την ειλικρίνειά του για όσες είχε στο πλευρό του ως ερωμένες του. Λάτρευε τις γυναίκες και παντρεύτηκε πέντε φορές…

Ο πρώτος του γάμος έγινε στη βόρειο Ελλάδα την περίοδο της κατοχής. Η κοπέλα που παντρεύτηκε ήταν η Νίτσα, ένα κορίτσι που καταγόταν από τη Νάουσα. Έμειναν μαζί αρκετά χρόνια, ώσπου ήρθαν στην Αθήνα. Τότε, γνώρισε την Κούλα Νικολαίδου και ερωτεύτηκε την αδερφή της, την Μαίρη Νικολαϊδου με την οποία παντρεύτηκε και απέκτησε μια κόρη, την Τέτα…. Ο Χατζηχρήστος αν και παντρεμένος, δεν μπορούσε να μείνει μακριά από τις γυναίκες. Το 1952 συγκρότησε τον δικό του θίασο και συνεργάστηκε με την ηθοποιό Καίτη Ντιριντάουα, ένα από τα μεγαλύτερα ονόματα της επιθεώρησης.

Ένα βράδυ που έπαιζαν μαζί της εξομολογήθηκε τον έρωτά του και της ζήτησε να πάνε για φαγητό. Η Ντιριντάουα δέχτηκε και από τότε έκαναν δεσμό. Ο Χατζηχρήστος πήρε το δεύτερο διαζύγιο και το 1959 ο γάμος του με την πληθωρική ηθοποιό. Το ζευγάρι έμεινε μαζί δεκαέξι χρόνια και απέκτησαν μια κόρη αλλά η Ντιριντάουα δεν μπορούσε να ανεχτεί τις απιστίες του και το 1975 του ζήτησε διαζύγιο…. Ο Χατζηχρήστος παντρεύτηκε για τετάρτη φορά με την Ελένη Πανταζή, η οποία πέθανε ξαφνικά και έκανε και πέμπτο γάμο, ο οποίος κράτησε μέχρι το θάνατό του το 2001….

Η πρόσφατη έξωσή του από το θέατρο και η μετονομασία του σε θέατρο «Ορφέας», τον πλήγωσε πολύ. Θα έπρεπε, «τιμής ένεκεν», να διατηρηθεί το όνομα αυτού του μοναδικής εμβέλειας και λαϊκότητας κωμικού. Η δύσκολη περίοδος της ζωής του άρχισε όταν έχασε ξαφνικά την Ελένη Πανταζή, την τέταρτη γυναίκα του, μόλις στα 42 της χρόνια. Υπέφερε από οικονομικά προβλήματα, ενώ τα τελευταία χρόνια έπασχε από καρκίνο. Πέθανε από πνευμονική λοίμωξη στις 3 Οκτωβρίου 2001..

Θα τον θυμόμαστε με αγάπη στις ταινίες που άφησαν τη δική τους εποχή, όπως: «Ο πύργος των ιπποτών» (1952). Ακολουθούν: «Οι τρεις ντεντέκτιβ», «Τσαρούχι, πιστόλι παπιγιόν» (δικό του σενάριο), «Διακοπές στην Κολοπετινίτσα», «Λαός και Κολωνάκι», «Ο Ηλίας του 16ου», «Ο μπακαλόγατος», «Της κακομοίρας», «Η Γκόλφω», «Ο άνθρωπος που γύρισε από τα πιάτα», «Μακρυκωστέοι και Κοντογιώργηδες», «Ο Θύμιος τα ‘χει 400», «Ο απίθανος», «Τι κάνει ο άνθρωπος για να ζήσει» κ.ά. Και, επίσης, θα μείνουν αξέχαστες οι έξυπνες ατάκες του, όπως: «τα «τίποτας», «ασουπή», «αμ’ πώς;», «τ’ άκοσες πολί μου» και τόσες ακόμα, έβαλε σκοπό ζωής να φέρει το γέλιο στα χείλη του κάθε Έλληνα.

Από τη Σοφία Βαλαβάνη.

Write a response

Αφήστε μια απάντηση

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *

Αυτός ο ιστότοπος χρησιμοποιεί το Akismet για να μειώσει τα ανεπιθύμητα σχόλια. Μάθετε πώς υφίστανται επεξεργασία τα δεδομένα των σχολίων σας.

Close
Your custom text © Copyright 2018. All rights reserved.
Close