Το βρώμικο μυστικό της οικογένειας. Δεν υπήρξε ποτέ στιγμή που να μη βαρύνει την ατμόσφαιρα. Ακόμη και όταν ήταν παιδί, η Κριστίν Γουίπ, σήμερα 46 ετών, είχε την αίσθηση ότι η ζωή δεν ήταν έτσι, ότι κανονικά θα έπρεπε να βρίσκεται κάπου αλλού, ότι ο πελαργός την είχε αφήσει σε λάθος σπίτι. Βεβαίως, πολλά παιδιά νιώθουν έτσι, αλλά για την Κριστίν υπήρχε λόγος.
Ήταν αρχές της δεκαετίας του ’60 και η Κριστίν, μοναχοκόρη, ζούσε με τη χήρα μητέρα της ύστερα από το θάνατο του πατέρα της όταν ήταν έξι ετών. Μητέρα και κόρη ποτέ δεν τα πήγαν καλά. Πριν από δέκα χρόνια, η μητέρα αναφέρθηκε για πρώτη φορά και αόριστα σε ένα μυστικό, το οποίο δεν αποκάλυψε, αλλά προσφέρθηκε να αφήσει ένα γράμμα που θα το άνοιγαν μετά το θάνατό της. Πριν από πέντε χρόνια, οι δυο γυναίκες έκλεισαν μια συμφωνία: H μητέρα θα εξομολογούνταν τα πάντα, αλλά δεν θα ξαναμιλούσαν ποτέ για το θέμα. H συμφωνία τηρήθηκε. H Κριστίν και η μητέρα της, που πέθανε πριν από πέντε μήνες, δεν ξαμίλησαν μεταξύ τους.
Χωρίς πρόσωπο και όνομα
«Μου είπε, ή μάλλον μου έγραψε, ότι ο βιολογικός πατέρας μου ήταν δωρητής σπέρματος και ότι η γονιμοποίηση έγινε σε κλινική του Έξετερ. Ήμουν 40 χρόνων και μόλις είχα ανακαλύψει ότι ο πατέρας μου ήταν ένα γυάλινο δοχείο με σπέρμα στο εσωτερικό του. Δεν είχε πρόσωπο, ούτε όνομα, δεν ήταν καν ο ερωτικός σύντροφος της μιας νύχτας. Αν η μητέρα μου είχε ερωτική σχέση μαζί του, θα ήταν τουλάχιστον πιο φυσικό, κάτι ανθρώπινο και όχι τόσο ψυχρό, επιστημονικό και εργαστηριακό. Ακόμη και σήμερα, που έχω παιδιά κι εγγόνια, νιώθω ψεύτικη, δεν ξέρω ποια είμαι».
Από το 1940 έως το 1983, περίπου 483 παιδιά γεννήθηκαν με σπέρμα δωρητή στην ιδιωτική κλινική του Έξετερ της Βρετανίας. Οι περισσότερες γυναίκες που κατέφυγαν σ’ αυτή τη λύση προέρχονταν από εύπορες μεσοαστικές οικογένειες, όχι εργατικές όπως η μητέρα της Κριστίν. H Κριστίν δεν συνάντησε ποτέ, τουλάχιστον απ’ όσο γνωρίζει, κανένα από τα άλλα παιδιά που γεννήθηκαν με την ίδια τεχνική, μολονότι κάποια από αυτά είναι βέβαιο πως είναι ετεροθαλή αδέρφια της. Αλλά δεν υπάρχει τρόπος να βρει ούτε το δωρητή, ούτε τους «συγγενείς» της, επειδή δεν έχει πρόσβαση στα αρχεία, τα οποία έτσι κι αλλιώς είναι αμφίβολο, αν υπάρχουν ακόμη. H Κριστίν και τα άλλα παιδιά σαν κι αυτήν, δεν δικαιούνται να μάθουν την ταυτότητα του φυσικού πατέρα τους.
Από το 1884…. η πρώτη δωρεά σπέρματος
Δεκαοκτώ χιλιάδες παιδιά έχουν γεννηθεί στη Βρετανία με δωρεά ενός γαμέτη (σπέρμα η ωάριο) και εμβρύου από το 1991 και εξής, από τότε δηλαδή που συστήθηκε η Υπηρεσία Γονιμοποίησης Ανθρώπων και Εμβρυολογίας. Οι ανώνυμοι δωρητές επέτρεψαν σε ζευγάρια με πρόβλημα στειρότητας, σε ζευγάρια ομοφυλοφίλων και μοναχικές γυναίκες να αποκτήσουν οικογένεια. Από το 1940 έως το 1990 περισσότερα από δεκάδες χιλιάδες ζευγάρια απέκτησαν παιδί μόνο με δωρεά σπέρματος. Μπορεί το πρώτο παιδί από δωρεά ωαρίου να γεννήθηκε μόλις το 1987, αλλά η πρώτη καταγραμμένη περίπτωση γονιμοποίησης με δωρεά σπέρματος χρονολογείται από το 1884, στη Φιλαδέλφεια των ΗΠΑ, από τον γιατρό Γουίλιαμ Πάνκοουστ. H γονιμοποίηση με δωρεά σπέρματος, άλλωστε παραμένει η πιο κοινόχρηστη μέθοδος αντιμετώπισης της στειρότητας των ανδρών.
Ουδείς γνωρίζει πόσοι άνθρωποι στη Βρετανία συνελήφθησαν μέσω κάποιου δωρητή σπέρματος ή ωαρίου -υπολογίζονται στις 40.000- επειδή μέχρι τη σύσταση της Υπηρεσίας οι ιδιωτικές κλινικές ήταν ανεξέλεγκτες. Ορισμένες διατηρούσαν αρχεία με τα στοιχεία του δωρητή τα οποία κατέστρεφαν μετά από κάποια χρόνια. Αλλά κανείς δεν φανταζόταν ότι ο δωρητής μπορεί να είχε κάποια σημασία. H λογική έλεγε ότι η μυστικότητα ήταν προς όφελος όλων. H βιολογική μητέρα και ο σύζυγός της προσποιούνταν ότι το παιδί ήταν δικό τους και οι κλινικές ενίσχυαν αυτή την τακτική προτρέποντας το ζευγάρι να έρθει σε σεξουαλική επαφή, αμέσως μετά την τεχνητή γονιμοποίηση. Σε κάποιες κλινικές μάλιστα γινόταν ανάμειξη του σπέρματος του δωρητή και του στείρου συζύγου, ώστε να διατηρηθεί ζωντανή η ψευδαίσθηση.
Οι δωρητές ήταν πάντα «κάποιοι» και η κλινική τηρούσε τη συμφωνία ανωνυμίας. Έτσι δεν υπήρχε ο φόβος να επιστρέψει το παρελθόν. Κρατήστε το μυστικό, είναι η εύκολη λύση, συμβούλευαν οι γιατροί. Με τα χρόνια αποδείχθηκε ότι δεν ήταν και τόσο εύκολο. «H τεχνητή γονιμοποίηση μου στέρησε το μισό από το γενετικό ιστορικό μου και το ίδιο μπορώ να πω και για τα παιδιά και τα εγγόνια μου», λέει η Κριστίν και το επιχείρημά της για το δικαίωμα να γνωρίζει τον φυσικό πατέρα της απηχεί εκείνα των υιοθετημένων παιδιών που στη δεκαετία του ’70 οργάνωσαν επιτυχή εκστρατεία με το αίτημα να μπορούν να έχουν πρόσβαση στα αρχεία που αφορούσαν τη γέννησή τους.
Αντίθετα με τα υιοθετημένα παιδιά, η ομάδα των ανθρώπων που ήρθαν στον κόσμο με τεχνητή γονιμοποίηση είναι πολύ μικρή, επειδή ελάχιστοι γνωρίζουν ότι είναι «προϊόντα» κάποιου δωρητή.
Οι γονείς δεν υποχρεούνται από το νόμο, και βεβαίως δεν επιθυμούν, να αποκαλύψουν την αλήθεια. Και το γονίδιο μπορεί να έχει αναγορευθεί «βασιλιάς» τα τελευταία χρόνια, αλλά τα πιστοποιητικά γεννήσεως δεν λένε τίποτε για το βιολογικό πατέρα ενός παιδιού που προήλθε από δωρητή σπέρματος, μόνο για τον κοινωνικό του πατέρα, όταν υπάρχει.
Από το 1991 τηρούνται λεπτομερή αρχεία για τους δωρητές -όνομα, τόπος και ημερομηνία γέννησης, ιατρικό ιστορικό και χαρακτηριστικά- αλλά και πάλι τα παιδιά δεν έχουν δικαίωμα πρόσβασης. Το μόνο που μπορούν να πληροφορηθούν μετά την ηλικία των 18 ετών είναι αν είναι αποτέλεσμα «δωρεάς» γαμέτη ή εμβρύου και αν έχουν συγγένεια με κάποιον που θέλουν να παντρευτούν. H Υπηρεσία δεν έχει αντιμετωπίσει ακόμη περίπτωση στην οποία θα είναι υποχρεωμένη να αποκαλύψει τα στοιχεία του δωρητή για ιατρικούς λόγους, όπως κάποιο γενετικό πρόβλημα του παιδιού ή ασθένεια όπως η λευχαιμία, στην οποία ο μυελός των οστών του φυσικού πατέρα θα μπορούσε να του σώσει τη ζωή.
Η ανατροφή ίσως να θεωρείται σημαντικότερος παράγοντας από τη φύση για να είναι ένα παιδί ευτυχισμένο και να διαμορφώσει σταθερή άποψη της ταυτότητάς του και πως το όποιο ενδιαφέρον των παιδιών για τον δωρητή πατέρα ή τη μητέρα εντάσσεται στη σφαίρα του ρομαντικού. Στην πράξη όμως φαίνεται πως δεν συμβαίνει κάτι τέτοιο, αν κρίνουμε από τη δικαστική οδό που επέλεξαν ορισμένα παιδιά για να άρουν τη μυστικότητα που αφορά την ταυτότητα του δωρητή. H προοπτική άρσης της ανωνυμίας μάλλον δεν ικανοποίησε τη βιομηχανία τεχνητής γονιμοποίησης, η οποία προειδοποίησε ότι θα παρουσιαστεί έλλειψη στους δωρητές γαμέτη και εμβρύων, γεγονός ιδιαίτερα δυσάρεστο για το ένα στα έξι ζευγάρια που έχουν πρόβλημα γονιμοποίησης και το περίπου 43% των ανδρών που αντιμετωπίζει κάποιο πρόβλημα στειρότητας.
Κρίση ταυτότητας
Η Μελίσα συνελήφθη με τεχνητή γονιμοποίηση πριν από 37 χρόνια, αλλά δεν μπορεί να αποκαλύψει το πραγματικό της όνομα, γιατί οι γονείς της θα «πάθαιναν νευρική κρίση» αν μάθαιναν ότι συζήτησε δημόσια το μεγάλο μυστικό της οικογένειας. H ίδια το έμαθε πριν από έξι χρόνια από τη μητέρα της σε μια εκ βαθέων εξομολόγηση. Αλλά έπρεπε να περάσουν πέντε μήνες πριν ο πατέρας πληροφορηθεί ότι το μυστικό είχε αποκαλυφθεί και πατέρας και κόρη ελάχιστα μίλησαν γι’ αυτό έκτοτε. «Όταν είμαι σπίτι νιώθω σαν ηθοποιός. Άρχισα να αντιλαμβάνομαι ότι κάτι συμβαίνει καθώς μεγάλωνα. Δεν ήταν κάτι το συγκεκριμένο, αλλά μια γενική ανησυχία ότι δεν ανήκα στο περιβάλλον μου. Ήθελα να μοιάζω στον πατέρα μου, που είναι άτομο πρακτικό και ικανό, αλλά είμαι το εντελώς αντίθετο κι αυτό με απογοήτευε».
Η Μελίσα μιλά κι αυτή για κρίση ταυτότητας και θα ήθελε να βρει το φυσικό πατέρα της. Καταφέρεται επίσης εναντίον των αρχών υποστηρίζοντας ότι θα έπρεπε να έχουν λάβει μέτρα για την προστασία των δικαιωμάτων των τεχνητώς γονιμοποιημένων παιδιών, τα οποία οι ενήλικες θέλουν να αποκτήσουν για δικούς τους λόγους «χωρίς να σκεφτούν τις μακροπρόθεσμες συνέπειες». Και πιστεύει, πως στο μέλλον, οι κλινικές πρέπει να δέχονται τους δωρητές που είναι διατεθειμένοι να αποκαλύψουν την ταυτότητά τους.
Τα κίνητρα των δωρητών σπέρματος ποικίλλουν. Οι συνηθέστεροι είναι οι φοιτητές που κερδίζουν έτσι κάποια χρήματα, αλλά υπάρχουν και μεγαλύτεροι άνδρες με αλτρουιστικά αισθήματα, όπως και οι εγωιστές που αρέσκονται στην ιδέα των πολλών εαυτών τους ανά τον κόσμο. Προς το παρόν δεν υπάρχει μηχανισμός ώστε ένας δωρητής να έρθει σε επαφή με τους «απογόνους» του, αλλά θα ήταν περίεργο, υποστηρίζει η Μελίσα, ένας άνδρας να μην ενδιαφερθεί ποτέ, από τη στιγμή που αποδεχόμαστε ότι μια μητέρα που δίνει το παιδί της για υιοθεσία είναι φυσικό να θέλει να έρθει σε επαφή μαζί του κάποια στιγμή στη ζωή της. Πράγματι υπάρχουν περιπτώσεις δωρητών που ζήτησαν να γνωρίζουν κάποιο από τα παιδιά τους, αλλά είναι πολύ σπάνιες.
Η αλήθεια σώζει
Η έρευνα για τα συναισθήματα των παιδιών που ήρθαν στον κόσμο με τεχνητή γονιμοποίηση έχει ηλικία μόλις δύο ετών. Οι μελέτες όμως που έχουν γίνει φανερώνουν ότι τα περισσότερα μεγαλώνουν έχοντας έντονη την αίσθηση ότι κάποιο μυστικό υπάρχει στην οικογένεια και τα μισά περίπου από αυτά υποψιάζονται ότι ο «κοινωνικός» τους πατέρας δεν είναι και ο φυσικός τους πριν το πληροφορηθούν. Τα περισσότερα επίσης πιστεύουν ότι δικαιούνται να μάθουν την ταυτότητα του φυσικού πατέρα τους και το 60% από αυτά θέλει να τον γνωρίσει. Μολονότι είναι σχεδόν αποδεδειγμένο ότι η μυστικότητα είναι καταστροφική τόσο για τα παιδιά όσο και για τους γονείς, μια μελέτη στη Βρετανία, την Ιταλία, την Ολλανδία και την Ισπανία, φανερώνει ότι μόνο το 9% των γονέων αποκαλύπτει την αλήθεια στα παιδιά του μέχρι την ηλικία των 12 χρόνων.
Ο δωρητής, όπως και η αλήθεια, είναι η σκιά που αιωρείται σε πολλές οικογένειες. Κάποιες χώρες αποφάσισαν να τη διαλύσουν. H Σουηδία είναι η πρώτη χώρα που το 1985 κήρυξε παράνομη την ανωνυμία για τους δωρητές και ακολούθησε η Νέα Ζηλανδία, όπου τα στοιχεία του δωρητή παραχωρούνται όταν το παιδί συμπληρώσει τα 18 χρόνια. Τέλος η Αυστραλία κατέστησε παράνομη την ανώνυμη δωρεά γαμέτη και οι κλινικές της χώρας προχωρούν στην κατάρτιση προγραμμάτων για να προσελκύσουν δωρητές υπό το νέο καθεστώς.
Η μυστικότητα στιγμάτισε τα παιδικά του χρόνια
Η αλήθεια και μια πιο ευέλικτη πολιτική εκ μέρους των αρχών ίσως να έκανε πιο εύκολη τη ζωή του καθηγητή Νταν Κον-Σέρμποκ, ενός μεταρρυθμιστή ραββίνου που διδάσκει στο πανεπιστήμιο της Ουαλλίας, στο Λάμπετερ. O καθηγητής Κον-Σέρμποκ συνελήφθη με σπέρμα δωρητή το 1956 και μολονότι δεν έχει πρόβλημα με τον τρόπο που δημιουργήθηκε και μόνο μια απλή περιέργεια για το δωρητή, πιστεύει ότι η μυστικότητα στιγμάτισε τα παιδικά του χρόνια. H αποκάλυψη ότι ο πατέρας του δεν ήταν ο γενήτοράς του δεν τον συγκλόνισε, μάλλον τον απελευθέρωσε, γιατί τον βοήθησε να κατανοήσει την εχθρότητα του πατέρα του προς το άτομό του. H αλήθεια ήρθε πολύ αργά για να βοηθήσει τις σχέσεις πατέρα-γιου. O καθηγητής πιστεύει ότι ο πατέρας του υπέφερε από το γεγονός ότι ήταν στείρος, «και ένα παιδί που περπατά και μιλά είναι η ζωντανή και καθημερινή υπενθύμιση της στειρότητας του πατέρα».
«Ευχαριστώ επειδή με βοήθησες…»
Ο Γουίλιαμ, 18 χρόνων σήμερα, είναι μια από τις σπάνιες εξαιρέσεις. Δεν θυμάται κάποια στιγμή της ζωής του που να μην γνώριζε ότι κάποιος άλλος άνδρας, άγνωστος, είχε βοηθήσει τους γονείς του, τον Γουόλτερ Μέρικς και την Ολίβια Μοντούτσι, να αποκτήσουν οικογένεια. H αδελφή του Σουζάνα, 15 ετών, που επίσης αποκτήθηκε με τεχνητή γονιμοποίηση, έστειλε πρόσφατα ένα πολύ συγκινητικό γράμμα στο Δίκτυο Δωρητών, στο οποίο εξέφραζε το ενδιαφέρον της για τον άνδρα που «μου έδωσε ζωή και στους γονείς μου μεγάλη χαρά» και αποκάλυπτε ότι δεν θα αισθανόταν «ολοκληρωμένη χωρίς να γνωρίζει το γεγονός». O Γουίλιαμ όμως δεν είναι καν περίεργος να γνωρίσει τον δωρητή του, εκτός ίσως για να διαπιστώσει αν έχει κάποια γενετικά προσόντα που δεν γνωρίζει. Φυσικά, δεν μοιάζει καθόλου φυσιογνωμικά στον «κοινωνικό» πατέρα του, αλλά ισχυρίζεται ότι έχει πολλά γνωρίσματα του χαρακτήρα του, γεγονός που θεωρεί σαν απόδειξη της δύναμης της ανατροφής.
Αντίθετα με τα περισσότερα παιδιά θεωρεί «εξωφρενικό» να αποκαλύπτεται η ταυτότητα του δωρητή στον οποίο έχουν υποσχεθεί ανωνυμία και δεν βρίσκει κοινά σημεία ανάμεσα στην υιοθεσία και την τεχνητή γονιμοποίηση. «Στην υιοθεσία μιλάμε για παιδιά, για ολοκληρωμένα πλάσματα. Στην τεχνητή γονιμοποίηση όμως μιλάμε για σπέρμα, ωάριο ή έμβρυο, δηλαδή κάποιο εξάρτημα της όλης διαδικασίας «παραγωγής» ενός παιδιού. Το να δωρίζει κανείς το σπέρμα του δεν είναι το ίδιο με το να δίνει ένα παιδί για υιοθεσία». Αν μάθαινε άλλωστε ότι ο φυσικός πατέρας του ήταν ένας κάποιος φοιτητής που αποσκοπούσε στην αμοιβή της τράπεζας σπέρματος δεν θα απογοητευόταν καθόλου, αντίθετα θα του ευχόταν κάθε καλό «επειδή βοήθησε να δημιουργηθεί μια ευτυχισμένη οικογένεια».
Οι γονείς του Ουίλιαμ και της Σουζάνα αποφάσισαν από την αρχή να είναι ειλικρινείς με τα παιδιά τους, παρά την αντίθετη γνώμη των γιατρών. H απόφασή τους δεν σχετιζόταν με τον φόβο ότι τα παιδιά τους θα είχαν πρόβλημα ταυτότητας, αλλά με το πιστεύω τους ότι μια οικογένεια δεν μπορεί να οικοδομηθεί σε ένα ψέμα. Οπως και ο Ουίλιαμ, η μητέρα του θεωρεί την ανατροφή ισχυρότερη από τη Φύση, αν και παραδέχεται ότι «τα γονίδια είναι κι αυτά σημαντικά. Όσοι από μας όμως επέλεξαν να αποκτήσουν παιδιά με δωρεά γαμέτη και όχι να υιοθετήσουν κάποιο παιδί, το έκαναν επειδή ήθελαν να δώσουν στα παιδιά έναν τουλάχιστον γενετικό γονέα. Ετσι κι αλλιώς είναι σαν να ισορροπεί κανείς στο παράδοξο».
Πηγή: Καθημερινή (24.03.2002)