Ο ναρκισσιστής αντιλαμβάνεται τον πόνο διαφορετικά απ’ ό,τι ένας φυσιολογικός άνθρωπος. Δεν είναι τόσο το γεγονός ότι εσύ προχώρησες, αλλά το πώς σε ενοχοποίησε όταν χωρίσατε, που μπορεί να τον κάνει να υποφέρει ή όχι,
Οι παράγοντες που κάνουν έναν ναρκισσιστή να υποφέρει είναι ουσιαστικά δύο, ο πρώτος είναι η απώλεια του ελέγχου πάνω στους ανθρώπους που βρίσκονται κοντά του, ο δεύτερος είναι η καταστροφή της ναρκισσιστικής επένδυσης, η οποία θα είναι ο τομέας στον οποίο ο ναρκισσιστής αισθάνεται καλύτερα, και συνδέεται στενά με τον μεγαλοπρεπή εαυτό και επομένως με την εικόνα που έχει ο ναρκισσιστής για τον εαυτό του.
Οπότε ο ναρκισσιστής υποφέρει νιώθοντας ένα αίσθημα άγχους και βασανισμού όταν αισθάνεται ότι δεν μπορεί να ελέγξει ένα άτομο, αλλά ο δεν σκέφτεται αντικειμενικά. Μάλλον διαστρεβλώνει την πραγματικότητα με τον τρόπο που τον βολεύει καλύτερα προκειμένου να διατηρήσει πάση θυσία το αίσθημα μεγαλοπρέπειας του, επομένως δεν είναι πολύ εύκολο να ανακτήσει το έδαφος μετά από λάθη που πραγματοποιεί, αλλά είναι απαραίτητο να ενεργήσει κανείς σωστά από την αρχή προκειμένου να επιτύχει ένα αξιοπρεπές αποτέλεσμα.
Το καλύτερο σενάριο είναι να προβλέψει κανείς την απόρριψη του ναρκισσιστή, καθώς είναι υπερευαίσθητοι στα σήματα απόρριψης και εγκατάλειψης. Σε αυτή την περίπτωση ο ναρκισσιστής υφίσταται ένα τεράστιο πλήγμα τόσο στην πεποίθησή του ότι είναι καλός στο να υποτάσσει και να ελέγχει τους άλλους μέσω της χειραγώγησης, όσο και στην πεποίθησή του ότι είναι ένα εξαιρετικό άτομο που κανείς δεν θα μπορούσε ποτέ να απορρίψει και μάλιστα με το οποίο όλοι θα ήθελαν να είναι μαζί. Αυτό καταστρέφει την αίσθηση ταυτότητας του ναρκισσιστή, βυθίζοντάς τον σε ένα μείγμα αρνητικών συναισθημάτων που αποτελείται από ταπείνωση και ντροπή, άγχος και βασανισμό, θυμό και επιθυμία για εκδίκηση, κενό και αίσθηση ακύρωσης.
Ο ναρκισσιστής θα παραμείνει δεμένος με το πρόσωπο που τον απέρριψε πρώτο για χρόνια. Έτσι θα πρέπει να ξανασχοληθεί μαζί του και στη συνέχεια να τον απορρίψει οριστικά. Με αυτόν τον τρόπο θα μπορέσει να ξαναχτίσει όλες τις πεποιθήσεις που καταστράφηκαν προηγουμένως, επιθυμώντας να κερδίσει την πρόκληση για να αποδείξει στον εαυτό του ότι είναι ο καλύτερος. Μόνο με αυτόν τον τρόπο θα μπορέσει να ξαναχτίσει τον σπουδαίο εαυτό του και να νιώσει και πάλι αλάθητος όπως πριν.
Αν από την άλλη πλευρά το θύμα κάνει το λάθος να ικετεύσει και να παρακαλέσει τον ναρκισσιστή, ή σε κάθε περίπτωση δείξει ότι υποφέρει και ενδιαφέρεται να λύσει την κατάσταση προσπαθώντας να τα ξαναβρεί μαζί του, τότε ο ναρκισσιστής σε αυτή την περίπτωση θα ενοχοποιήσει το θύμα ως αδύναμο και ικετευτικό, επομένως θα νιώσει ότι εξακολουθεί να έχει τον έλεγχο πάνω του.
Επομένως η ναρκισσιστική του επένδυση και ο μεγαλειώδης εαυτός του δεν θα επηρεαστούν και κατά συνέπεια ο ναρκισσιστής δεν θα παραμείνει συνδεδεμένος με το θύμα με κανέναν τρόπο. Στην πραγματικότητα είναι θεμελιώδες να κατανοήσουμε ότι αυτό που συνδέει τον ναρκισσιστή με ένα θύμα είναι η αίσθηση της πρόκλησης και η ανάγκη για έλεγχο, καθώς και η ευκολία του τι μπορεί να αποκομίσει από αυτό.
Αν αυτοί οι παράγοντες λείπουν ο ναρκισσιστής δεν ενδιαφέρεται για οτιδήποτε μπορεί να κάνει το θύμα μετά την απόρριψη. Όσο περισσότερο το θύμα έχει καταφέρει να προκαλέσει κρίση ταυτότητας στον ναρκισσιστή, τόσο περισσότερο ο ναρκισσιστής παραμένει προσκολλημένος στο θύμα, έχοντας την ανάγκη να ξανασυνδεθεί με το θύμα προκειμένου να κερδίσει την πρόκληση και να την απορρίψει πρώτος, ώστε να ξαναχτίσει τον προηγουμένως κατεστραμμένο μεγαλοπρεπή εαυτό του. Συνεπώς δεν είναι τόσο το τι κάνει το θύμα μετά την απόρριψη που κάνει τη διαφορά, αλλά το πώς συμπεριφέρεται το θύμα πριν και κατά τη διάρκεια της απόρριψης.
Όλα αυτά εξαρτώνται από το γεγονός ότι ο ναρκισσιστής δεν αισθάνεται νοσταλγία και θλίψη με την κλασική έννοια του όρου. Μη έχοντας αντικειμενική σταθερότητα βλέπει τους ανθρώπους ως εναλλάξιμα παιχνίδια, αλλά οι μόνοι παράγοντες που μπορούν να του προκαλέσουν αίσθημα πόνου είναι εκείνοι που πάνε να υπονομεύσουν τις πεποιθήσεις του για παντοδυναμία και μεγαλοπρέπεια. Όλα τα άλλα δεν λειτουργούν και δεν προκαλούν πόνο στον ναρκισσιστή.
Όταν κάπποιος τον απορρίπτει με τη φυγή εκνευρίζεταιαπίστευτα, διότι δεν μπορεί να εξηγήσει γιατί τόλμησες να παρακούσεις τη δύναμή του. Θα προσπαθήσει να επιστρέψει, αλλά αν δεν τον αφήσετε, θα πιστέψει ακόμη και ότι νιώθει αγάπη.
Οι ναρκισσιστές, στην πραγματικότητα, υποφέρουν καθημερινά, είναι άνθρωποι που έχουν εκατομμύρια προβλήματα και μελετούν άπειρες στρατηγικές, δεν χαλαρώνουν ποτέ με τον εαυτό τους. Το γεγονός ότι σου φαίνονται έξυπνοι δεν σημαίνει τίποτα, δεν θα σου αποκαλύψουν ποτέ τη δυσφορία τους και, αν το πράξουν, θα ρίξουν την ευθύνη σε κάποιον άλλο. Είναι τέλειοι, για αυτό το πρόβλημα ήταν, είσαι και θα να μείνεις πάντα μόνο εσύ.
Το να είσαι νάρκισσος είναι κατάρα. Στην πραγματικότητα, το να ζεις μια ζωή χωρίς να μπορείς να νιώσεις αυθεντική αγάπη είναι καταστροφικό.
Με αναφορά από τον ερευνητή Massimo Notarandrea.
Μετάφραση-επιμέλεια κειμένου: Βίκυ Μπαφατάκη