Ο Φιντέλ Κάστρο, ο ηγέτης ‘μύθος’ της Κούβας, γεννήθηκε εκτός γάμου. Ο πατέρας του, Ανχέλ, ήταν ένας πλούσιος ιδιοκτήτης φυτειών ζάχαρης – η μητέρα του, Λίνα Ρουζ Γκονζάλες, ήταν υπηρέτρια του πατέρα του. Ο Κάστρο ζούσε στο αγρόκτημα του πατέρα του στην ανατολική Κούβα και μεγάλωνε μαζί με φτωχούς εργάτες από την Αϊτή – βλέποντας από πρώτο χέρι την τεράστια ανισότητα που αυτοί υφίσταντο. Σε ηλικία οκτώ χρονών τον έστειλαν σε ένα αυστηρό οικοτροφείο στο Σαντιάγο. Πεισματάρης και ισχυρογνώμον όπως ήταν, συγκρούστηκε τόσο με τους συμμαθητές, όσο και με τους δασκάλους του. Φοιτούσε σε ένα σχολείο Ιησουιτών, όπου εντυπωσιάστηκε από τις αξίες των δασκάλων του περί προσωπικής τιμής και θάρρους. Ήταν ένα έξυπνο παιδί, που διακρίθηκε στον αθλητισμό – ειδικά στο μπάσκετ.
Ο Φιντέλ Κάστρο γράφει για τα πρώτα χρόνια της ζωής του:
«Δεν επαναστάτησα ενάντια στον πατέρα μου, ήταν πολύ δύσκολο, καθώς ο πατέρας μου ήταν ένας άνθρωπος με καλή καρδιά. Επαναστάτησα ενάντια στην εξουσία».
Ο Κάστρο συνετρίβη όταν ο μέντοράς του Τσιμπάς αυτοπυροβολήθηκε στο στομάχι κατά τη διάρκεια μιας ραδιοφωνικής εκπομπής τον Αύγουστο του 1951 και πέθανε 11 ημέρες αργότερα.
Άρχισε να μελετά τις ιδέες του Καρλ Μαρξ, καθώς αναζητούσε μια πολιτική λύση στα μεγάλα προβλήματα της Κούβας. Το 1952 κατέβηκε ως ανεξάρτητος υποψήφιος για το Κουβανικό κογκρέσο. Εκείνον τον Μάρτη τα σχέδιά του για μια πολιτική καριέρα ανατράπηκαν όταν ο Μπατίστα εκ νέου κατέλαβε την εξουσία με στρατιωτικό πραξικόπημα. Βλέποντας τους στενούς συντρόφους του, να δολοφονούνται από το καταπιεστικό καθεστώς, ο Κάστρο χάνει την πίστη του στη δημοκρατία (αφού αρχικά προσπάθησε να αμφισβητήσει το πραξικόπημα δικαστικά) – και χαράζει το δρόμο προς την ένοπλη επανάσταση.
Κάστρο, ένας όψιμος μαρξιστής: «Ο μαρξισμός μου δίδαξε τι είναι κοινωνία. Ήμουν σαν ένας άνθρωπος με δεμένα μάτια στο δάσος, που δεν ξέρει πού είναι ο βοράς και πού ο νότο».
Το 1952 ο Κάστρο και ο νεώτερος αδελφός του Ραούλ σχηματίζουν μία μυστική επαναστατική οργάνωση και αρχίζουν στρατιωτική εκπαίδευση.
Τον επόμενο χρόνο, ο Κάστρο ηγείται επίθεσης εναντίον του Μπατίστα. Περίπου 140 αντάρτες επιτέθηκαν σε ένα ομοσπονδιακό φρούριο στη Μονκάδα του Σαντιάγκο. Αποδεκατίστηκαν, όμως, και αναγκάστηκαν να υποχωρήσουν. Πολλοί από τους αντάρτες εκτελέστηκαν, αλλά οι αδελφοί Κάστρο φυλακίστηκαν. Όταν ο Μπατίστα μετέτρεψε τη δίκη του Κάστρο σε θέαμα στα μέσα ενημέρωσης, ο Φιντέλ εκμεταλλεύτηκε τη στιγμή για να επιτεθεί στο καθεστώς με την περίφημη απολογία του με τίτλο «Η ιστορία θα με δικαιώσει». Παρόλο που καταδικάστηκε σε 15 χρόνια φυλάκισης, τα λόγια του έχουν μείνει βαθιά χαραγμένα στις συνειδήσεις του κουβανικού λαού.
«Με ποιο δικαίωμα τα Δικαστήρια στέλνουν στη φυλακή πολίτες που έχουν προσπαθήσει να σώσουν τη χώρα τους, δίνοντας το αίμα και τη ζωή τους;», θα πει στην απολογία του με τίτλο ”Η ιστορία θα με δικαιώσει”
Ο Κάστρο έγινε ο αρχηγός της κουβανικής επανάστασης – είχε ισχυρή επιρροή πάνω στον κουβανικό λαό και κατάφερε να διατηρηθεί σταθερά πάνω στην εξουσία.
Ανέλαβε τον έλεγχο των μέσων μαζικής ενημέρωσης και διεξήγαγε δημόσιες δίκες για τα πρώην μέλη του καθεστώτος Μπατίστα. Εθνικοποίησε το εμπόριο και τη βιομηχανία και εισήγαγε δωρεάν εκπαίδευση και υγειονομική περίθαλψη για τον κουβανικό λαό. Το 1960 πήρε τον έλεγχο των φυτειών και των εργοστασίων που μέχρι τότε ήταν αμερικανικής ιδιοκτησίας, εξαγριώνοντας την Ουάσιγκτον που ως απάντηση επέβαλε στην Κούβα οικονομικό εμπάργκο (κάτι που διαρκεί μέχρι σήμερα). Αυτό είχε ως αποτέλεσμα να σπρώξει την Κούβα πιο βαθιά στην αγκαλιά της Σοβιετικής Ένωσης, τον εχθρό της Αμερικής κατά τη διάρκεια του Ψυχρού Πολέμου.
Παρά την άγρια όψη του Κουβανού Προέδρου, εκείνος είχε και άλλες πτυχές στη ζωή του. Δεν έδινε μόνο διαταγές στους φρουρούς του και δεν ήταν μόνο σύμβολο υποταγής στους κατώτερούς του. Από το 1952 προέδρευε στην Κούβα μέχρι που τον κατέβαλε η αρρώστια του και αποσύρθηκε από τα κοινά το 2008. Με πολύ μεγάλη επιτυχία μάλιστα, αν κρίνουμε από τα λόγια των πολιτών που τον λάτρευαν σαν Θεό μέχρι το θάνατό του, τον περασμένο Νοέμβριο του 2016. Εκείνος ο Θεός πέρα από το σοβαρό του ύφος και τρόπο ντυσίματος κρύβει και άλλο εαυτό.
Αλλά ας πάρουμε τα πράγματα από την αρχή. Όλοι γνωρίζουμε ότι ο ηγέτης είχε πολύ έντονη ζωή και ιδιαίτερα στον ερωτικό τομέα. Δεν είναι τυχαίο που ο κουβανικός τύπος τον χαρακτήριζε <Δον Ζουάν>. Αμερικανικές εφημερίδες γράφουν ότι είχε σύνολο 35000 ερωμένες, εκτός των γυναικών που παντρεύτηκε και έκανε παιδιά. Τα παιδιά του βέβαια, όπως θα μπορούσε να συμπεράνει κανείς ήταν από διαφορετικές γυναίκες και μερικά, εξ αυτών, δεν έφτασε ποτέ να τα αναγνωρίσει και πόσο μάλλον να βγουν στα φώτα της δημοσιότητας.
Παρότι είχε τόσο μεγάλο αριθμό γυναικών ήξερε πως να τους φερθεί και κάθε μία από αυτές αισθανόταν μοναδική. Μάλιστα μία ερωμένη του σε μια δημοσίευσή της αποκάλυψε πως ο Φιντέλ είχε αρνηθεί πρότασή της για συνεύρεση με μια τρίτη γυναίκα, αιτιολογώντας τα λεγόμενά του με τη φράση «Ο άνδρας πρέπει να ξέρει να κάνει έρωτα σε μία μόνο γυναίκα>. Επίσης, ο Φιντέλ είχε το αίσθημα της ζήλειας, αφού δεν άντεχε να είναι και άλλος άνδρας σε ένα δωμάτιο, όπου βρισκόταν ήδη μια από τις ερωμένες του ή γυναίκα του.
Ανάμεσα στις χιλιάδες γυναίκες που είχε, ο Φιντέλ ή ο ‘Καβαλάρης’, όπως τον ονόμαζαν πολλοί Κουβανοί, είχε και ομοφυλοφιλικές σχέσεις. Για παράδειγμα, μια άλλη ερωμένη του αποκάλυψε πως ακόμα και ο θείος της είχε κοιμηθεί μαζί με τον Φιντέλ. Αφηγείται μάλιστα με πολύ χαλαρό ύφος πως σχεδόν όλοι οι Κουβανοί πολίτες έχουν συνάψει ερωτική σχέση με τον Φιντέλ ή είχαν κοιμηθεί τουλάχιστον μία φορά μαζί του. Αυτό διαπιστώνεται κιόλας από το γεγονός ότι ο μισός πληθυσμός της Κούβας έχει το όνομα Φιντέλ ή Φιντελίτο.
Είναι απίστευτο το γεγονός ότι ο υπέρτατος ηγέτης, όπως πολλοί τον θεωρούν ακόμα και σήμερα μετά το θάνατό του, που έχει μείνει στην ιστορία για την επαναστατική του καριέρα και την εισβολή του στην Κούβα να μην ξέρει ακριβώς πόσα παιδιά έχει. Ο ίδιος απαντούσε ότι είχε μια ολόκληρη φυλή. Η επιπολαιότητά του ίσως τον έκανε να φτάσει εκεί που βρίσκεται. Βέβαια δεν μπορεί να μιλήσει κανείς με βεβαιότητα πάνω σε αυτό το ζήτημα παρά μόνο να ακουστούν φήμες για παιδιά και ερωμένες, διότι σε ένα τόσο αυστηρό και κομμουνιστικό καθεστώς υπάρχει ελάχιστη ελευθερία λόγου. Ίσως και ανύπαρκτη. Όσοι προσπάθησαν να ασχοληθούν με τη ζωή του και να διαλευκάνουν την υπόθεση, διώχθηκαν από τη χώρα.
Το βασικό σπορ των Κουβανών ήταν και είναι το σεξ. Το σεξ θεωρείται σαν θρησκεία για εκείνους. Αυτονόητη ανάγκη, όπως το νερό και το φαγητό. Αυτό το χαρακτηριστικό δε θα μπορούσε να λείπει από τον Φιντέλ. Άλλωστε αυτό αποζητούσε και από όλες τις γυναίκες και άνδρες που είχε βρεθεί ερωτικώς. Αν και οι γυναίκες του δεν είχαν την ίδια άποψη παρά το μεγάλο ποσοστό που είχε κοιμηθεί ο ίδιος. Σε μία ομιλία του πρόσθεσε πως δεν θυμάται τον ακριβή αριθμό των γυναικών που έχει κοιμηθεί.
Εκείνα που τον έκαναν ακαταμάχητο ήταν η γενειάδα του, το ύψος του, το μελαμψό χρώμα του λατίνου εραστή, το πούρο του που ποτέ δεν αποχωριζόταν, οι θερμοί του λόγοι που ενέπνεαν σιγουριά και ο αέρας της εξουσίας που δεν έχασε, ακόμα, και μετά την αρρώστια του. Ακόμη και η στρατιωτική πράσινη φόρμα του ήταν πόλος έλξης για τις γυναίκες. Ακόμα και το όνομά του έκρυβε ένα μυστήριο. Μπορεί το όνομά του να σημαίνει ‘πιστός’ στα ισπανικά, αλλά κάθε άλλο παρά πιστός ήταν.
Ο Φιντέλ δεχόταν καθημερινά ερωτικά γράμματα, δώρα από τις θαυμάστριές του και αν εκείνες ήταν τυχερές ο ηγέτης τις έκανε ερωμένες του. Βασική προϋπόθεση για να μοιραστεί ο ηγέτης το κρεβάτι του με κάποια ή κάποιον, όπως είδαμε προηγουμένως, ήταν να μην υπάρχει καμία υποψία εμπλοκής της CIA με καμία γυναίκα που τον πλησίαζε. Δεν ήταν λίγες οι φορές που πολλοί άνθρωποι του περίγυρού του ή όσοι τον πλησίαζαν για πολιτικό ή άλλο λόγο είχαν σκοπό να τον δολοφονήσουν. Γι αυτόν ακριβώς τον λόγο παρουσίασε τη γυναίκα του και τα παιδιά του μόλις το 2001 σε ένα συνέδριο του κόμματος.
«Ήταν μυστήριος άνδρας και δεν αποκάλυπτε ποτέ τα σχέδιά του» αναφέρει η επί οκτώ μήνες επίσημη ερωμένη του, την οποία η CIA πλήρωνε 2 εκατομμύρια δολάρια για να τον δολοφονήσει. Εκείνη αρνήθηκε, λέγοντας με πολύ απλό και ξεκάθαρο τρόπο ότι δεν σταμάτησε να τον αγαπά ποτέ. Για αυτόν τον λόγο, ο Φιντέλ έπρεπε να είναι πολύ προσεκτικός με τις επιλογές του στον ερωτικό και πολιτικό τομέα. Είχε πάντα δίπλα του για συνοδεία τους καλύτερους και τους πιο έμπιστους φρουρούς από όλον τον κόσμο.
Και είχε δίκιο. Έγιναν συνολικά 638 απόπειρες δολοφονίας στο πρόσωπό του. Μία απόπειρα που βγήκε στο φως ήταν το 1961, όπου η CIA στρατολόγησε κάποια από τις πολλές ερωμένες του Φιντέλ για να τον δολοφονήσει. Το σχέδιο ήταν να ρίξει δηλητήριο στο ποτό του ηγέτη σε ένα ερωτικό διήμερο. Δύο ισχυρά χάπια ήταν αρκετά για να πετύχει την αποστολή της. Βέβαια η αμηχανία της και το άγχος της την πρόδωσαν. Εκείνος ατάραχος γέμισε το όπλο και το έβαλε στο κεφάλι του έτοιμος να ρίξει ρωτώντας της αν είχε σκοπό να τον σκοτώσει και αν την είχε στείλει η CIA. Eκείνη τη στιγμή κατάλαβε ότι τον αγαπούσε ακόμα και πως δεν μπορούσε να του το κάνει αυτό. Έτσι, πέρασε μια ακόμα ερωτική νύχτα μαζί του.
Μία δεύτερη απόπειρα δολοφονίας κατά του ηγέτη, δεδομένης της αγάπης του για τις καταδύσεις, ήταν μία μολυσμένη με μύκητα στολή δύτη, που θα προκαλούσε δερματικό νόσημα και εν συνεχεία θα του προκαλούσε φυματίωση. Παράλληλα, έβαλαν στόχο μέχρι και να καταστρέψουν το σήμα κατατεθέν του Κάστρο τη πυκνή γενειάδα του: θα έριχναν στα παπούτσια του σκόνη που θα έκανε τα γένια του να πέσουν, ενώ δίνοντάς του LSD είχαν σκοπό να πλήξουν την δημόσια εικόνα του.
Ο Φιντέλ Κάστρο είχε δηλώσει χαρακτηριστικά πως αν η αποφυγή δολοφονίας ήταν ολυμπιακό άθλημα, θα είχε πάρει το Χρυσό μετάλλιο.
Ο Κάστρο επέμενε ότι μέχρι και τα μέσα της περασμένης δεκαετίας και επί προεδρίας Τζορτζ Μπους του νεότερου γίνονταν σχέδια για την εξόντωσή του. Ο ίδιος αποσύρθηκε από την πολιτική το 2006, ενώ λίγο αργότερα διαγνώστηκε με καρκίνο του παχέος εντέρου, από τον οποίο ανάρρωσε και τελευταία έκανε σπάνια δημόσιες εμφανίσεις. Επέζησε από περίπου 600 απόπειρες δολοφονίας σχεδιασμένες από την CIA για να φτάσει να γίνει ο μακροβιότερος ηγέτης, όχι μέλος κάποιας βασιλικής οικογένειας, του 20ου αιώνα, αλλά ο ηγέτης της κουβανικής επανάστασης που δημιούργησε ένα κομμουνιστικό κράτος στην ‘πίσω αυλή’ της Αμερικής.
Για τους εχθρούς του, ήταν ένας αδίστακτος δικτάτορας, του οποίου οι στενοί δεσμοί με τη Σοβιετική Ένωση έφεραν τον κόσμο στο χείλος ενός πυρηνικού πολέμου. Για τους υποστηρικτές του, ήταν ένας επαναστάτης ήρωας που όρθωσε το ανάστημά του απέναντι στην παντοδυναμία της Ουάσιγκτον. Ο Φιντέλ ταυτίστηκε με τον λαό του και θεωρείται προσωποποίηση της επανάστασης, καθώς και το σύμβολο μιας ολόκληρης χώρας.
από τους: Μαρία Σέρρα και Μενέλαο Αναστασόπουλο
Επιμέλεια: Βίκυ Μπαφατάκη