Ανά τους αιώνες οι άνθρωποι διαπράττουν εγκλήματα, από τα πιο ασήμαντα (κλοπές, ληστείες, διαρρήξεις) έως τα πιο ειδεχθή (βιασμοί, δολοφονίες, τεμαχισμοί). Δύο εγκλήματα πάθους, των τελευταίων δεκαπέντε χρόνων, συγκλόνισαν την Ελλάδα.
Το πρώτο έγκλημα έγινε το 2016, στην Κοζάνη, όπου ο σύζυγος σκότωσε την γυναίκα του, επειδή του είχε πει ότι θέλει να χωρίσουν. Το δεύτερο έγκλημα έγινε το 2004, όταν σύζυγος, και πάλι, σκότωσε και τεμάχισε την οχτώ μηνών έγκυο γυναίκα του.
Υπόθεση Τσιουχάρα
Ημέρα Σάββατο, 9 Ιανουαρίου 2016, νεκρή πέφτει η 37χρονη Ανθή Λινάρδου, στο Βελβεντό Κοζάνης, από τα χέρια του 40χρονου συζύγου της, Τάσου Τσιουχάρα. Η αιτία του αποτρόπαιου εγκλήματος ήταν, όπως ισχυρίζεται ο συζυγοκτόνος, ένας καυγάς μεταξύ τους για την απόφασή της να χωρίσουν οριστικά. Γνωστοί και συγγενείς της άτυχης γυναίκας, επιβεβαιώνουν ότι το τελευταίο διάστημα υπήρχαν έριδες εντός της σχέσης και πως η Ανθή του είχε ανακοινώσει ότι θέλει να πάρει τα τρία παιδιά τους και να μετακομίσει στην φίλη της που μένει στον Πειραιά.
“Γύρω στις 21.00 το βράδυ του Σαββάτου, αφού έβαλα τα παιδιά για ύπνο, τη ρώτησα αν ήθελε να φάει κρέπα και αφού μου απάντησε θετικά προσφέρθηκα να πάω να της αγοράσω. Αφού την έφαγε, πήγα στην κρεβατοκάμαρα όπου καθόταν μόνη της και γύρω στις 22.00 έκατσα μαζί της για να μιλήσουμε. Η συζήτηση αφορούσε την απόφαση της Ανθής να χωρίσουμε και να πάρει μαζί της τα παιδιά. Αυτή την απόφαση την είχε πάρει εδώ και μήνες και μου την είχε ανακοινώσει σε προγενέστερο χρόνο. Κάποια στιγμή η Ανθή μου ανέφερε ότι δεν περνούσε καλά στο χωριό και ότι ένας από τους λόγους ήταν η κακή σχέση με τη μητέρα μου. Της έλεγα ότι η μητέρα μου δεν ενοχλεί και δεν έρχεται απρόσκλητη στο σπίτι και αυτή απαντούσε ότι της έκανε πόλεμο νεύρων. Κάποια στιγμή μου είπε ”άντε γ… εσύ και η μάνα σου’. Βγήκα εκτός εαυτού και την έπιασα από το λαιμό. Αυτή άρχισε να φωνάζει και με γρατζούνισε στο πρόσωπο. Στην προσπάθειά μου να την κάνω να σωπάσει της έκλεισα το στόμα, ενώ ταυτόχρονα έσφιγγα το λαιμό και την χτυπούσα με μπουνιές στο πρόσωπο. Κατά τη διάρκεια της πάλης μάτωσε η μύτη της και λερώθηκαν τα σεντόνια”.
Αυτά ήταν κάποια από τα λόγια του κατηγορούμενου, μετά από 20 ώρες συνεχόμενης ανάκρισης.
Η δίκη πραγματοποιήθηκε την Τρίτη 20.09.2016 και το Μεικτό Ορκωτό Δικαστήριο Καστοριάς και έκρινε τον κατηγορούμενο ένοχο. Η ποινή του ανέρχεται σε ισόβια κάθειρξη χωρίς κανένα ελαφρυντικό. Ο Τάσος Τσιουχάρας το μόνο που είπε ήταν “Ζητώ συγγνώμη για την πράξη μου, την Ανθή την αγαπώ ακόμη. Ο μόνος που μπορεί να με συγχωρέσει είναι ο Θεός!”
Υπόθεση Παρασκευόφ
Το 2004, στους Αμπελόκηπους της Θεσσαλονίκης , ο 24χρονος Γεωργιανός σύζυγος, Χριστοφόρ Παρασκευόφ το Δεκέμβριο, δολοφονεί εν ψυχρώ την 25χρονη Ουκρανή γυναίκα του, Ελένα Σατούλοβα,, η οποία ήταν 8 μηνών έγκυος.
Ένας οικογενειακός καβγάς ήταν αρκετός για τον Γεωργιανό να σφάξει την άτυχη γυναίκα μέσα στο διαμέρισμά τους. Στη συνέχεια τεμάχισε το πτώμα, κόβοντας το κεφάλι και τα χέρια της, τα οποία πέταξε στον Αλιάκμονα και μέχρι σήμερα δεν έχουν βρεθεί. Στόχος του ήταν να εξαφανίσει κάθε αναγνωριστικό (δακτυλικά αποτυπώματα και πρόσωπο), για να μη βρεθούν ποτέ τα στοιχεία ταυτότητας του θύματος.
Το υπόλοιπο σώμα, που μετέφερε μέσα σε σακούλες σκουπιδιών, το πέταξε σε χωματερή του Αιγινίου Πιερίας, όπου το βρήκαν τυχαία δύο Ρουμάνοι που έμεναν στην περιοχή και ειδοποίησαν την αστυνομία. Ο 24χρονος εντοπίστηκε και συνελήφθη, καθώς συγγενείς του που έμεναν στην Κατερίνη αποκάλυψαν τη σχέση του με την 25χρονη. Ο ίδιος ομολόγησε αποκαλύπτοντας ότι κίνητρο του εγκλήματος ήταν μια διαφωνία που είχε με τη σύντροφό του.
Μετά από 8 χρόνια γίνεται επιτέλους η δίκη (2012), ο 32χρονος πλέον Γεωργιανός, με απόφαση του Μικτού Ορκωτού Εφετείου Θεσσαλονίκης, κρίνεται ένοχος και καταδικάζεται σε ισόβια κάθειρξη, σε 15 χρόνια κάθειρξη για ανθρωποκτονία από πρόθεση, τεχνητή διακοπή εγκυμοσύνης, περιύβριση νεκρού και παράνομη οπλοχρησία.
Τί λένε οι ειδικοί
Ο Ηλίας Βλάχος, ψυχίατρος, καθηγητής Ιατρικής Σχολής Αθηνών, καταφεύγει στο περίφημο ‘’Έρως-Θάνατος’’, κατά Freud. «Η ματαίωση του ερωτικού αιτήματος, η απόρριψη, η απιστία, η ζηλοτυπία, η πραγματική ή η κατά φαντασίαν εγκατάλειψη μπορούν να οδηγήσουν στη μετάβαση του ενστίκτου του έρωτα στο έγκλημα και στον θάνατο. Με τον τρόπο αυτό, η πλούσια δυναμική της διυποκειμενικής επαφής στην ερωτική σχέση, βίαια καταργείται και αντικαθίσταται από την κτητικότητα του εγκληματικού υποκειμένου που αποπειράται αυθαίρετα να υποκαταστήσει την ερωτική απώλεια με τη μετατροπή του άλλου σε κυριολεκτικά άψυχο αντικείμενο. Αυτό που χάνεται είναι η αίσθηση της αυθυπαρξίας του άλλου ανθρώπου με το δικαίωμα στη ζωή και στην ερωτική αυτοδιάθεση, κι αυτό δεν παρατηρείται μόνο στους δράστες με βαριά ψυχοπαθολογία αλλά και σε όσους εν θερμώ εγκλημάτησαν».
Ο Εμμανουήλ Νόνας, Προϊστάμενος της Ιατροδικαστικής Υπηρεσίας Αθηνών, μας εξήγησε σε τι οφείλονται τα εγκλήματα πάθους. «Υπάρχουν δύο ειδών “ερωτικά” εγκλήματα ή πάθους, όπως συνηθίζουμε να τα λέμε… Εκείνα του “νοσηρού πάθους” και εκείνα της “συναισθηματικής φόρτισης”. Τα εγκλήματα της πρώτης κατηγορίας έχουν συνήθως κίνητρο την εκδίκηση ή τον πληγωμένο εγωισμό, γι’ αυτό και ο τρόπος που διαπράττονται είναι συνήθως στυγνός. Σε αυτές τις περιπτώσεις ακούμε συχνά τον δράστη να λέει ότι “έτσι έπρεπε να γίνει”. Στη δεύτερη περίπτωση ο δράστης παρασύρεται από το πάθος της στιγμής και αμέσως μετά το μετανιώνει, ενώ τις περισσότερες φορές δεν έχει την αίσθηση ή δεν μπορεί να εξηγήσει γιατί το έκανε. Σε αυτού του είδους τα φονικά υπάρχουν πάντα δύο δράματα: του θύματος και του θύτη, ο οποίος κατά κάποιον τρόπο γίνεται κι αυτός θύμα του εαυτού του…
Ωστόσο και στις δύο περιπτώσεις πρόκειται για εγκλήματα ιδιαίτερα αποτρόπαια που συνοδεύονται από σημάδια έντονης βιαιότητας. Χαρακτηρίζονται από μια αφοπλιστική ωμότητα και από μια πρωτόγονη σκληρότητα. Τις περισσότερες φορές το θύμα φέρει πάνω του μώλωπες και κακώσεις, γεγονός που επιβεβαιώνει ότι προηγείται άγρια πάλη πριν από τη δολοφονία. Οι άντρες χρησιμοποιούν συχνότερα κάποιο όπλο ή μαχαίρι, παρά τη σωματική τους δύναμη. Οι γυναίκες αντίθετα χρησιμοποιούν περισσότερο έμμεσους τρόπους, όπως κάποιο δηλητήριο, κάτι που δείχνει ότι λειτουργούν περισσότερο προμελετημένα, αν και τα τελευταία χρόνια έχουν αρχίσει να χρησιμοποιούν και αυτές όπλα.
Βέβαια στα εγκλήματα όπου κυριαρχεί το πάθος βλέπουμε ότι ο θύτης χρησιμοποιεί ως όπλο οτιδήποτε μπορεί να βρει μπροστά του εκείνη τη στιγμή, από ένα ψαλίδι ως και μια ζώνη ή ένα βαρύ διακοσμητικό αντικείμενο».
Ρεπορτάζ: Άννα Καλυβιώτη, Αθανασία Πατσιούρα
Δημοσιογραφική επιμέλεια : Γιώργος Μαράτσης