Search

ο μύθος του Michael Jordan μέσα από το βιβλίο του Roland Lazenby

“Michael Jordan Ζωή” είναι το βιογραφικό βιβλίο του Roland Lazenby για έναν από τους μεγαλύτερους μύθους του αμερικανικού μπάσκετ.

Ο Μάικλ Τζόρνταν γεννήθηκε στο Μπρούκλιν της Νέας Υόρκης μια ψυχρή Κυριακή του Φεβρουαρίου του 1963. Γονείς του ήταν ο Τζέιμς Τζόρνταν Sr και η Ντελόρις Τζόρνταν (Πιπλς).

Το βιβλίο αυτό μας ξεκινάει την ιστορία της οικογένειας Τζόρνταν 70 χρόνια πριν, γύρω στο 1890 και μας αφηγείται τη ζωή του προπάππου του, Ντόσον Τζόρνταν, που ήταν η χαρακτηριστικότερη φιγούρα της οικογένειας Τζόρνταν μέχρι, φυσικά, τον ερχομό του Μάικλ. Επρόκειτο για έναν άνθρωπο με επιβλητικό χαρακτήρα, που είχε περάσει μια δύσκολη ζωή γεμάτη κούραση και ρατσισμό, σε μία εποχή δύσκολη για τους Αφροαμερικανούς. Για να βγάλει τα προς το ζην έκοβε ξύλα, δούλευε σε πριονιστήρια και ήταν μάγειρας σε μια κυνηγετική λέσχη λευκών.

Παντρεύτηκε την Κλεμεντάιν Μπερνς και απέκτησε έναν γιο, τον Μέντουαρντ, παππού του Μάικλ. Η οικογένεια ζούσε στο Γουίλμινγκτον. Ο Μέντουαρντ, όταν ενηλικιώθηκε βρήκε δουλειά ως οδηγός φορτηγού και τα έφτιαξε με μια κοπέλα, ονόματι Ροζαμπέλ Χαντ, με την οποία έκανε 4 παιδιά, ανάμεσα τους και ο πατέρας του Μάικλ. Η μητέρα του ήταν μέλος μιας εύπορης οικογένειας στο Ρόκι Πόιντ της Βόρειας Καρολίνας. Γνωρίστηκαν, όταν ακόμα ήταν στο σχολείο και σύντομα παντρεύτηκαν, παρά τις αντιρρήσεις του πατέρα της, Έντουαρντ Πιπλς.

Πρώτοι καρποί του ερωτά τους ήταν ο Τζέιμς και η Σις, ενώ σύντομα η Ντελόρις γέννησε και το 2ο γιο του ζευγαριού, τον Λάρι στις αρχές του 1962. Λίγο πριν γεννήσει τον Μάικλ, έμαθε ότι η μάνα της πέθανε. Τελευταίο της παιδί ήταν η Ροζαλίν.

Τα προβλήματα με τις διαφορές λευκών-μαύρων συνεχίζονταν, αλλά οι Τζόρνταν ήταν γενικά ανοιχτόμυαλη οικογένεια, προετοιμάζοντας τα παιδιά τους με κόπο για έναν εντελώς καινούριο κόσμο, με χαρακτηριστικό παράδειγμα την φιλία με την γειτονική τους λευκή οικογένεια. Ένα χαρακτηριστικό της παιδικής ηλικίας του Μάικλ είναι ο φόβος του για το νερό, καθώς δύο παιδικοί του φίλοι πνίγηκαν και αυτό τον σημάδεψε.

Ο μικρός Μάικλ μεγάλωνε και άρχιζε να δείχνει την έφεσή του στα αθλήματα. Ο πατέρας του είχε τρέλα με το μπέιζμπολ. Αυτός έπαιζε καθημερινά μονάκια μπάσκετ με τον αδερφό του Λάρι στην αυλή-συνήθως έχανε λόγω ύψους-. Οι γονείς του, αν και πολύ αφοσιωμένοι στην ανατροφή των παιδιών τους, είχαν πολλά προβλήματα στη σχέση τους, τα οποία αναστάτωναν κατά διαστήματα την ηρεμία της οικογένειας.

Η δουλειά του Τζέιμς στην General Electric πρόσφερε στην οικογένεια σχετικά άνετη ζωή, ωστόσο τα οικονομικά προβλήματα δεν έλειπαν, ενώ φημολογείται ότι και η απόφαση του ζευγαριού να ανοίξει νυχτερινό κέντρο έπαιξε κι αυτή το ρόλο της στα θέματα του γάμου τους. Τα προβλήματα οξύνθηκαν ακόμα πιο πολύ, όταν η μεγάλη κόρη τους, η Σις, άφησε υπονοούμενα για σεξουαλική παρενόχληση από τον πατέρα της, κάτι που παρέμεινε για χρόνια ένα καλά κρυμμένο μυστικό της οικογένειας και οδήγησε, φυσικά, την Σις να εγκαταλείψει το πατρικό της σπίτι για να κάνει δική της οικογένεια.

Εν τω μεταξύ, ο 12χρονος Μάικλ έκανε μια εξαιρετική χρονιά στο παιδικό πρωτάθλημα μπέιζμπολ, αν και είχε δυσκολίες με το σύστημα του ρόμβου λόγω ηλικίας και δύναμης. Ο προπονητής του στο μπέιζμπολ, Μπιλ Μπίλινγκσλι λέει ότι από μικρός δεν έβαζε γλώσσα μέσα και του άρεσε να προκαλεί τους αντιπάλους. Στα μαθήματα δεν ήταν καλός. Γενικότερα ήταν τεμπέλης στη ζωή του, ωστόσο ξαφνικά αυτό εξαφανιζόταν όταν είχε να κάνει με αθλητισμό. Εκεί τα έδινε όλα, πάντα.

O Jordan με τα παιδιά του

Στο λύκειο, πλέον, έμελλε να συναντήσει έναν από τους αγαπημένους του προπονητές, τον Χέρινγκ. Άνθρωπος που ήταν πάνω από όλα καλός με τα παιδιά και ενδιαφερόταν για αυτά. Την πρώτη χρονιά, ο Τζόρνταν απορρίφθηκε από την ομάδα λόγω ύψους, κάτι που τον πείσμωσε. Είχε απογοητευτεί, επειδή όλα τα άτομα της οικογένειας του είχαν μέχρι 1,80 μ. ύψος, ωστόσο η επίσκεψη ενός ξαδέρφου του, ύψους δύο μέτρων, του έδωσε ελπίδες. Μετά την Δευτέρα λυκείου είχε φτάσει αισίως τα 1,95 μ.

Η αγάπη του για το μπάσκετ μεγάλωσε, είχε λατρεία για τους Λέικερς και τον Μάτζικ Τζόνσον, τόση που ήθελε να τον αποκαλούν Μάτζικ Μάικ. Η πρώτη χρονιά του στην ομάδα ήταν καλή και το Λέινι έφτασε ως τα ημιτελικά. Εκεί γνώρισε και τον κολλητό του για μια ζωή φίλο, Άντολφ Σίβερ. Ήδη, είχαν αρχίσει να μιλούν για το ταλέντο του και κολλέγια, όπως αυτό του Νορθ Καρολάινα είχαν αρχίσει να τον παρακολουθούν. Είχε επιλέξει το Νο23 στην φανέλα του, έναν αριθμό που έμελλε να ταυτιστεί με το όνομα του για πάντα.

Ο Μάικλ ήταν ο αδιαμφισβήτητος ηγέτης της ομάδας του Λυκείου του, οδηγώντας την σε αρκετές επιτυχίες και το άστρο του έλαμπε πλέον για τα καλά. Ο κόουτς του Νορθ Καρολάινα Ντιν Σμιθ έδειξε ιδιαίτερο ενδιαφέρον για τον Μάικλ και τελικά τον «κέρδισε». Ο Τζόρνταν θα γινόταν μέλος των περίφημων Tar Heels, αφού προηγουμένως είχε επισκεφτεί πολλές φορές το επικείμενο κολλέγιο του μαζί με τους γονείς του. Απέρριψε σπουδαία πρότζεκτ, με κορυφαίο αυτό του Ντιουκ και του Μάικ Σιζέφσκι. Τελικά, η επιλογή του Μάικλ αποδείχτηκε σωστή.

Ο Τζόρνταν έφτασε στις εγκαταστάσεις του Νορθ Καρολάινα το φθινόπωρο του 1981, για να διαπιστώσει πως ετοιμαζόταν να παίξει μπάσκετ υπό τις οδηγίες ενός πολύ διαφορετικού προπονητή, περιβαλλόμενος από σπουδαίους συμπαίκτες όπως ο Γουόρθι, ο Αλ Γουντ και ο Σαμ Πέρκινς που διψούσαν να πάρουν αυτό που τους έλειπε: ένα εθνικό πρωτάθλημα.

Ως πρωτοετής, τα πράγματα ήταν, εκ των προτέρων, δύσκολα για αυτόν. Ωστόσο, σύντομα, χάρη στην ικανότητα του να ακούει και να μαθαίνει συνεχώς πράγματα, πήρε θέση βασικού στην πεντάδα του Καρολάινα. Οι Tar Heels ξεκίνησαν το NCAA ως Νο1 της κατάταξης και τη διατήρησαν ως το Φάιναλ Φορ. Στα ημιτελικά αντιμετώπισαν το Χιούστον και το απέκλεισαν με 68-63. Αντίπαλος τους στον τελικό οι Τζορτζτάουν Χόγιας με τον μετέπειτα σούπερ σταρ του NBA Πάτρικ Γιούιν στη σύνθεση τους, σε έναν από τους πιο αμφίρροπους τελικούς όλων των εποχών, που προσέλκυσε 61.162 θεατές στο Σούπερντομ της Λουιζιάνα. Με το σκορ στο 61-62 κατά της Καρολάινα, ο Σμιθ πήρε τάιμ άουτ και έδωσε εντολή στον Τζόρνταν να πάρει το καθοριστικό σουτ. Όπερ και εγένετο. Μετά από κυκλοφορία της μπάλας, αυτή έφτασε στον Μάικλ, ο οποίος την έστειλε να αναπαυτεί στο καλάθι. Οι Ταρ Χιλς ήταν πλέον πρωταθλητές και ο Μάικλ είχε ήδη αρχίσει να γράφει τον μύθο του.

Για το δεύτερο έτος, ο Τζόρνταν εμφανίστηκε ακόμα πιο βελτιωμένος, ωστόσο ένας τραυματισμός πήγε πίσω και αυτόν και την ομάδα. Όταν ο Τζόρνταν επανήλθε, η χρονιά είχε πλέον χαθεί για τους Χιλς. Αυτό δεν εμπόδισε το “Sports Illustrated” να τον χαρακτηρίσει κορυφαίο αμυντικό της χώρας, ενώ είχε 20 πόντους μ.ό. ανά αγώνα.

Αναδείχτηκε παράλληλα δεύτερος καλύτερος παίκτης της σεζόν πίσω από τον Σάμπσον των πρωταθλητών της Βιρτζίνια. Εκείνο το καλοκαίρι, συμμετείχε μάλιστα στην εθνική ομάδα της Αμερικής ενόψει των Παναμερικανικών Αγώνων στη Βενεζουέλα. Ο Τζόρνταν ήταν ο πρώτος σκόρερ της ομάδας με μέσο όρο 17,3 πόντων στους οκτώ αγώνες της προς τον τίτλο. Μπορεί να του είχε ξεφύγει ένας δεύτερος κολλεγιακός τίτλος, αλλά τώρα είχε ένα χρυσό μετάλλιο από διεθνή διοργάνωση.

Στην τρίτη του κολεγιακή χρονιά, οι Χιλς είχαν σχηματίσει ένα από τα δυνατότερα ρόστερ όλων των εποχών και ξεκίνησαν με σερί 21 νικών. Η χρονιά συνεχίστηκε εξαιρετικά μέχρι τον νοκ-άουτ ημιτελικό της περιφέρειας. Εκεί όλα πήγαν στραβά. Ο Τζόρνταν χρεώθηκε γρήγορα με 2 φάουλ και ο κόουτς τον απέσυρε. Όταν μπήκε στο 2ο ημίχρονο αδυνατούσε να βρει ρυθμό, σκοράροντας μόλις 13 πόντους με 6/14 σουτ. Η ήττα και ο αποκλεισμός με 72-68 ήταν γεγονός, μαζί και η απογοήτευση όλων στην ομάδα. Παρ’ όλα αυτά ο Τζόρνταν αναδείχτηκε κορυφαίος παίκτης της σεζόν. Η ώρα για το NBA είχε φτάσει, παρά τις διαφωνίες της μητέρας του με την απόφασή του γιου της να παρατήσει το κολλέγιο, έχοντας σαν όνειρο και τα δυο παιδιά της (στο κολλέγιο φοιτούσε και η μικρότερη αδερφή του Ροζαλίν) να αποφοιτήσουν μαζί. Ο Τζόρνταν την καθησύχασε ότι θα έπαιρνε το πτυχίο, επωφελούμενος από τα καλοκαιρινά προγράμματα σπουδών, όπως και έγινε.

Δήλωσε, τελικά, συμμετοχή στο ντραφτ και τον επέλεξαν στο νο3 οι Μπουλς, μία διαλυμένη ομάδα εκείνη την περίοδο. Εν τω μεταξύ, οι Μπλέιζερς είχαν την νο2 επιλογή και προσπέρασαν τον Μάικλ για τον Σαμ Μπούι, μια απόφαση που έχει μείνει στην ιστορία ως η μεγαλύτερη γκάφα στην εποχή των ντραφτ. Ο Μάικλ Τζόρνταν συμμετείχε στην Ολυμπιακή ομάδα των ΗΠΑ εκείνο το καλοκαίρι του 1984 στους Ολυμπιακούς του Λος Άντζελες. Οι ΗΠΑ δεν συνάντησαν καμία δυσκολία στον δρόμο για το χρυσό μετάλλιο με τον Τζόρνταν να είναι πρώτος σκόρερ της ομάδας με 17,1 πόντους ανά αγώνα.

Παράλληλα, ο Μάικλ υπέγραψε συνεργασία με την Nike, με διαμεσολαβητή τον Σόνι Βακάρο, για παπούτσια και είδη ρουχισμού, μια συμφωνία που αποδείχτηκε χρυσοφόρα κι γι’ αυτόν και για την εταιρία. Πλέον, είχε φτάσει η ώρα για την πρώτη σεζόν του ως επαγγελματίας. Ο Τζόρνταν βρήκε στο Σικάγο μια ομάδα απογοητευμένη, μακριά από τις επιτυχίες, σε ένα γήπεδο παγωμένο, με τον κόσμο να απέχει μαζικά από τους αγώνες. Προπονητής ήταν ο Κέβιν Λάουερι, με τον οποίον ο Τζόρνταν θα έπαιρνε την μπάλα όσο το δυνατόν πιο συχνά. Αν και ρούκι, γρήγορα ξεχώρισε σε μία ομάδα γεμάτη προβλήματα.

Έκανε το ντεμπούτο του στις 26/10/84 με αντιπάλους τους Ουάσινγκτον Μπούλετς στο ξεχαρβαλωμένο Στειντιουμ του Σικάγο. Για την ιστορία, σκόραρε 16 πόντους, ενώ πρόσθεσε 7 ασίστ και 6 ριμπάουντ. Οι αριθμοί του διαρκώς αυξάνονταν, ενώ συμμετείχε και στον διαγωνισμό καρφωμάτων του All Star Game εκείνης της χρονιάς, χάνοντας από τον Ντομινίκ Ουίλκινς στον τελικό. Η σεζόν ολοκληρώθηκε με 35 νίκες για τους Μπουλς και ήττα στον πρώτο γύρο των πλει οφ από το Μιλγουόκι με 3-1, όμως η ομάδα είχε αρχίσει να «κερδίζει» ξανά τον κόσμο της και την ελπίδα για ένα καλύτερο αύριο, χάρη στον νέο της ηγέτη.

Παράλληλα, ο νεαρός Μάικλ είχε αποκτήσει τις πρώτες του εμπειρίες απέναντι σε «ιερά τέρατα» του αθλήματος, όπως ο Λάρι Μπερντ, ο Αιζάια Τόμας και ο Τζούλιους Έρβινγκ. Οι γονείς του συνέχισαν να είναι συνεχώς δίπλα του και να χαίρονται με την επιτυχία του, αν και ο πατέρας του είχε δυσκολίες και κατηγορούνταν για κακούργημα στη Βόρεια Καρολίνα, κάτι που του είχε στερήσει τη δουλειά του. Ο Τζόρνταν τον λάτρευε. Επίσης, πλέον έκανε καλή παρέα, πλην του Σίβερ, με τον μάνατζερ του, Ντέιβιντ Φολκ και τον Βακάρο, μεταξύ άλλων.

Το καλοκαίρι πέρασαν αμέτρητες ώρες στο γκολφ που είχε γίνει η νέα του μεγάλη αγάπη, αλλά και στα χαρτιά, που ήταν το μεγάλο του πάθος. Η πιο σημαντική προσθήκη στον ιδιωτικό κόσμο του Τζόρνταν ήταν αυτή της Χουανίτα Βανόι, αν και οι γονείς του δεν την ενέκριναν αρχικά. Στο μεταξύ, ο πρόεδρος των Μπουλς, Τζέρι Ράινσντορφ προσέλαβε στη θέση του γενικού διευθυντή τον Τζέρι Κράους-με τον Τζόρνταν πάντα είχαν σχέση μίσους και αντιπάθειας-, ένα άτομο που έκανε αυτή τη δουλειά μια ζωή. Στην αρχή, οι οπαδοί των Μπουλς ήταν ανοιχτά καχύποπτοι απέναντι στην ανορθόδοξη τακτική του.

Chicago Bulls’ Michael Jordan pauses in the third quarter in Game 5 of the NBA Finals against the Seattle SuperSonics Friday, June 14, 1996 in Seattle. The Sonics beat the Bulls, 89-78. (AP Photo/Beth A. Keiser)

Ωστόσο, ο Κράους ήξερε τι ήθελε και έβαλε μπρος για να το κάνει πραγματικότητα. Κι αυτό ξεκινούσε από το σύστημα του Τεξ Γουίντερ, την τριγωνική επίθεση. Μετά, ήθελε να εξελιχθεί ο Φιλ Τζάκσον, ώστε να τον προωθήσει στη θέση του πρώτου προπονητή. Μετά από 13 χρόνια καριέρας στο NBA ως παίκτης, ο Τζάκσον πλέον αναζητούσε την ευκαιρία του και στη θέση του προπονητή, έχοντας ήδη κάνει μια προϋπηρεσία ως ασίσταντ κόουτς στους Νετς. Ο Κράους, όμως, έκανε ένα μεγάλο λάθος: έστρεψε εναντίον του τον Τζόρνταν κι αυτό είχε ως συνέπεια μια αρνητική ατμόσφαιρα στη σχέση τους για τα επόμενα 10+ χρόνια, καθώς ο ένας πήγαινε συνεχώς κόντρα στα «θέλω» του άλλου.

Η δεύτερη χρονιά του Τζόρνταν ξεκίνησε τραγικά. Ένας τραυματισμός στο αριστερό του πόδι τον άφησε εκτός για 64 αγωνιστικές και ο ίδιος πέρασε την περίοδο αποθεραπείας του στο Νορθ Καρολάινα. Στο μεταξύ, η ομάδα βούλιαζε. Ο Μάικλ, παρά την προτροπή των γιατρών να μην ρισκάρει να συμμετάσχει σε αγώνα εκείνη τη σεζόν, επέμεινε να αγωνιστεί και το έκανε, βοηθώντας την ομάδα να πετύχει 6 νίκες στα τελευταία 13 ματς και να μπει στα πλέι οφ. Εκεί θα αντιμετώπιζαν τους πανίσχυρους Σέλτικς του Μπέρντ και του Γουόλτον, μια εποχή που αυτοί μεσουρανούσαν. Η ομάδα της Βοστώνης «σκούπισε» τη σειρά με 3-0, όμως ο Τζόρνταν είχε κάνει μερικές μαγικές εμφανίσεις με κορυφαία αυτή του 2ου ματς στο Μπόστον Γκάρντεν, όπου πέτυχε 63 πόντους, μια επίδοση που ήταν η κορυφαία όλων των εποχών σε αγώνα πλει-οφ του ΝBA, κάνοντας τους πάντες να του «υποκλιθούν».

Το Σικάγο προσέλαβε ως πρώτο προπονητή τον Νταγκ Κόλινς, έναν άνθρωπο που ως παίκτης είχε παίξει 3 φορές σε Ολ Σταρ Γκέιμ, αλλά ως προπονητής είχε μηδαμινή εμπειρία. Ο Κράους, όμως, τον θεωρούσε ταλαντούχο, όπως και το δεξί του χέρι, που μόλις είχε προσλάβει, ο Τζιμ Στακ. Η χρονιά ξεκίνησε εντυπωσιακά με τον Τζόρνταν να κάνει σκόνη συνεχώς τους κορυφαίους του αθλήματος, ενώ ένας αριθμός ανθρώπων-ρεκόρ (1.410.000) ψήφισαν για να στείλουν τον “Air Michael” στο Ολ Σταρ Γκέιμ, όπου αυτή τη φορά πήρε τον τίτλο του διαγωνισμού καρφωμάτων από τον Γουίλκινς. Η χρονιά συνεχιζόταν με τον Τζόρνταν να μονοπωλεί τις επιθετικές προσπάθειες της ομάδας, κάτι που δεν άρεσε στον ηλικιωμένο ασίσταντ κόουτς Γουίντερ που πίστευε στην τριγωνική επίθεση (σύστημα που δημιουργούσε μια επίθεση με άψογη κατανομή του χώρου, κυκλοφορία της μπάλας και συστηματικό αποσυντονισμό της άμυνας).

Ο Κόλινς, όμως, είχε άλλη άποψη. Το ότι ο Γουίντερ, μάλιστα, θεωρούνταν άνθρωπος του Κράους είχε κάνει τον Τζόρνταν δύσπιστο απέναντι του. Εν τέλει, οι Μπουλς αποκλείστηκαν εκ νέου στον πρώτο γύρο από τους Σέλτικς με νέα «σκούπα» με τον Τζόρνταν να κλείνει τη σεζόν με μέσο όρο 37,1 πόντων ανά αγώνα, τον καλύτερο στη Λίγκα.

Το εγχείρημα της Nike για τον «Air Jordan» πήγαινε θαυμάσια, με αποτέλεσμα αυτός να πλουτίζει και να δημιουργεί αντιζηλίες με τους υπόλοιπους σταρ του NBA. Στο ντραφτ εκείνης της σεζόν, οι Μπουλς επέλεξαν τον Χόρας Γκραντ και τον Σκότι Πίπεν, τους οποίους στην αρχή ο Μάικλ υποδέχτηκε με καχυποψία, καθώς ληταν ιδιαίτερα αδούλευτοι και τεμπέληδες, αν και πολύ ταλαντούχοι. Η σχέση του με τον Κόλινς είχε αρχίσει να κλονίζεται, λόγω της φιλοδοξίας και της ισχυρής προσωπικότητας και των δύο, αλλά και από το γεγονός ότι ο Τζόρνταν υπήρξε αγύριστο κεφάλι εκείνη την περίοδο.

Ο Κόλινς, όμως, ήταν δημοφιλής στο Σικάγο και ο Τζόρνταν προσπαθούσε να του επιδεικνύει τον απαραίτητο σεβασμό. Οι Μπουλς είχαν φτάσει, πλέον, να είναι η πρώτη ομάδα σε εισιτήρια στο NBA. Εκείνη την περίοδο, ο Τζόρνταν περνούσε ώρες ολόκληρες, παίζοντας πινγκ πονγκ με έναν δημοσιογράφο, τον Λέισι Μπανκς, με τον οποίον κάνανε παρέα.

Η νέα σεζόν είχε αρχίσει με τον Κόλινς να αναδεικνύεται Κόουτς του μήνα για τον Νοέμβρη και τον Τζόρνταν να ξεσαλώνει. Στο Ολ Σταρ Γκέιμ του Σικάγο, ο Τζόρνταν κέρδισε πάλι τον διαγωνισμό καρφωμάτων και έβαλε 40 πόντους, επίδοση που αποτέλεσε ρεκόρ του θεσμού, ενώ αναδείχτηκε και MVP του αγώνα.

Οι Μπουλς ολοκλήρωσαν τη σεζόν με 50 νίκες, πρώτη φορά μετά από 13 χρόνια. Ο Μάικλ αναδείχτηκε πάλι πρώτος σκόρερ, ενώ βγήκε και για πρώτη φορά MVP του πρωταθλήματος. Το μεγαλύτερο βραβείο, όμως, ήταν η πρώτη πρόκριση των Μπουλς σε πλέι οφ μετά το 1981, αφού επικράτησαν με 3-2 επί των Καβαλίερς, με τον Τζόρνταν να πετυχαίνει ένα μοναδικό ρεκόρ στα πρώτα δύο ματς της σεζόν: έγινε ο πρώτος παίκτης στην ιστορία των πλέι οφ που πετυχαίνει διαδοχικές 50άρες (50 και 55 πόντους αντίστοιχα). Ωστόσο, στον επόμενο γύρο περίμεναν τα «κακά παιδιά», οι Ντιτρόιτ Πίστονς, η ομάδα του Τόμας, του Ντουμάρς, του Μαλόουν, η ομάδα που επιστράτευε κάθε μέσο για να νικήσει και που είχε θεσπίσει τους περίφημους «Κανόνες Τζόρνταν» για να τον αντιμετωπίζει. Οι Μπουλς αποκλείστηκαν εύκολα με 4-1.

Την επόμενη σεζόν, πήραν τον βετεράνο σέντερ Καρτράιτ, μία κίνηση που άφησε άναυδους πολλούς, αλλά αποδείχτηκε σοφή. Παράλληλα, ο Τζόρνταν υπέγραψε νέο συμβόλαιο με την ομάδα, που θα του απέφερε 25 εκατομμύρια για τα επόμενα 8 χρόνια. Η 5η χρονιά του Τζόρνταν στο NBA ξεκίνησε γεμάτη προβλήματα. Ο Ιανουάριος βρήκε τους Μπουλς να αγκομαχούν να μείνουν στις θέσεις των πλει οφ, ενώ υπήρχε στο προσκήνιο συνεχώς η σύγκρουση Κόλινς-Κράους για το θέμα της τριγωνικής επίθεσης.

Η Χουανίτα Βανόι έφερε στον κόσμο τον Τζέφρι Τζόρνταν, τον πρωτότοκο γιο του Μάικλ. Στο αγωνιστικό κομμάτι, ο Τζόρνταν έδειχνε καταπονημένος από το αυξημένο βάρος ευθυνών που του είχε δώσει ο προπονητής του, χρίζοντας τον ποιντ γκαρντ και δίνοντάς του τον πλήρη έλεγχο της ομάδας. Παρ’ όλα τα προβλήματα, το Σικάγο ολοκλήρωσε τη σεζόν με 47-35 και απέκλεισε στον πρώτο γύρο το Κλίβελαντ με τον Τζόρνταν να πετυχαίνει ένα μαγικό μπάζερ μπίτερ στον τελευταίο αγώνα της σειράς, μέσα στην έδρα των Καβαλίερς. Σειρά είχε η Νέα Υόρκη του Πάτρικ Γιούιν. Με τον Τζόρνταν να έχει μέσο όρο 35 πόντους, οι Μπουλς έκαναν την έκπληξη και απέκλεισαν τους Νικς με 4-2, χάρη σε 2 εύστοχες βολές του λίγο πριν την λήξη του 6ου ματς.

Στους τελικούς της Περιφέρειας, όμως, τους έβαλαν για άλλη μια φορά στοπ οι -μισητοί για τον Τζόρνταν- Πίστονς με σκορ 4-2. Ήταν ένας αποκλεισμός που πλήγωσε πολύ τον Μάικλ. Στις 6/7/89, ο Ράινσντορφ με τον Κράους απέλυσαν τον Κόλινς, επικαλούμενοι διαφορά φιλοσοφίας, μία απόφαση που προκάλεσε τριγμούς στην πόλη του Σικάγο. Πλέον, είχε έρθει η ώρα του Φιλ Τζάκσον.

Ο Μάικλ πέρασε ακόμα ένα καλοκαίρι γεμάτο γκολ, τζόγο και αμφιλεγόμενη ζωή. Η νέα σεζόν άρχισε με τον χαλαρό, εκκεντρικό Τζάκσον στον πάγκο, έναν άνθρωπο με εύθυμη άποψη για το μπάσκετ. Ο Φιλ έπρεπε να βρει τρόπο να προστατέψει την ομάδα από μια ενδεχόμενη καταστροφή λόγω της υπέρμετρα κυρίαρχης παρουσίας του σταρ της. Ήθελε να κάνει τους Μπουλς «ομάδα» με όλη τη σημασία της λέξης, καθώς και να χωρίσει τους παίκτες από τη διοίκηση. Έδωσε μεγάλο βάρος στην άμυνα και στην περίφημη τριγωνική επίθεση του Γουίντερ, που θα έβαζε και τους συμπαίκτες του Τζόρνταν στο παιχνίδι. Με τον καιρό, ο Μάικλ άρχισε να εμπιστεύεται περισσότερο τους συμπαίκτες του. Η σεζόν κυλούσε εξαιρετικά, ολοκληρώθηκε με ρεκόρ 55-27,με τον Τζόρνταν να αναδεικνύεται για 4η σερί χρονιά πρώτος σκόρερ, ήταν πρώτος στα κλεψίματα, ενώ μάζεψε ακόμα ένα σωρό διακρίσεις.

Παράλληλα, το άστρο του Πίπεν είχε αρχίσει να λάμπει. Το Σικάγο έφτασε εύκολα στους τελικούς της Ανατολής, ωστόσο εκεί αποκλείστηκαν για άλλη μια φορά από το «βρώμικο» και συχνά αντιαθλητικό παιχνίδι των Πίστονς, αυτήν τη φορά πιο δύσκολα. Ο Τζόρνταν ήταν έξαλλος με τους πάντες και τα πάντα τη νύχτα του αποκλεισμού, αλλά κυρίως απογοητευμένος με τον εαυτό του και τους συμπαίκτες του. Πολλοί είχαν αρχίσει, πλέον, να τον αμφισβητούν.

Ο Μάικλ το επερχόμενο καλοκαίρι έφυγε με τον Βακάρο για την Ευρώπη για να συμμετάσχει σε διάφορα τουρνουά επίδειξης. Οι Μπουλς διάλεξαν στο ντραφτ έναν νεαρό Κροάτη, τον Τόνι Κούκοτς, που σύντομα θα αποτελούσε μέλος του πρότζεκτ τους. Ο Τζάκσον επέμεινε και στην έναρξη της νέας σεζόν ότι οι προσπάθειες και ο χρόνος συμμετοχής του Τζόρνταν έπρεπε να μειωθούν για το καλό της ομάδας. Ο κύβος είχε ριφθεί.

Η ευφυΐα του Τζάκσον θα κονταροχτυπιόταν με τη θέληση του Τζόρνταν. Ο Τζόρνταν συμπαθούσε τον Τζάκσον και ήθελε να συνεργαστεί, αλλά μόνο σε κάποια όρια: μετά από 6 σεζόν στο NBΑ, o Τζόρνταν πλέον εμπιστευόταν μόνο τον εαυτό του, τον Μάικλ. Στο μεταξύ, η μεταμόρφωση του Πίπεν συνεχιζόταν. Οι Μπουλς έκλεισαν τη regular season με 61 νίκες, ενώ ο Τζόρνταν αποφασισμένος να αποδείξει ότι είχε δίκιο, αλλά ταυτόχρονα να πραγματοποιήσει και τις επιθυμίες του Τζάκσον, κατάφερε να βγει εκ νέου πρώτος σκόρερ με 31,5 πόντους ανά αγώνα, τη στιγμή που ο Πίπεν συνείσφερε με 18 πόντους και 7 ριμπάουντ.

Παράλληλα, ο Μάικλ αναδείχτηκε 2η φορά MVP. Οι Μπουλς ήταν ασταμάτητοι στους πρώτους γύρους των πλέι οφ και οδηγήθηκαν σε άλλη μία συνάντηση με τους Πίστονς. Αυτήν τη φορά, ο Τζόρνταν πήρε το αίμα του πίσω, καθώς οι Μπουλς «σκούπισαν» τη σειρά με 4-0. «Ήταν ένας θρίαμβος του καλού ενάντια στο κακό», έλεγε μετά ο Μάικλ. Σειρά είχαν οι Λέικερς του Μάτζικ Τζόνσον, παιδικού ειδώλου του Μάικλ,στους τελικούς του πρωταθλήματος. Ο Τζόρνταν επρόκειτο να αντιμετωπίσει ακόμα τους πρώην συμπαίκτες του στο κολλέγιο Πέρκινς και Γουόρθι. Μετά από μια σειρά γεμάτη μαγικές εμφανίσεις του Τζόρνταν και ρεσιτάλ κοουτσαρίσματος από τον Τζάκσον, οι Μπουλς επικράτησαν των σπουδαίων αντιπάλων τους με 4-1 νίκες. Το Σικάγο ήταν επιτέλους η πρωταθλήτρια ομάδα του NBA.

Ο Τζόνσον συνεχάρη τον Τζόρνταν για την επιτυχία του. Τα δάκρυα έγιναν ποτάμι, τη στιγμή που ο Μάικλ περνούσε μέσα από το τρελό πάρτι των αποδυτηρίων για να απολαύσει τη στιγμή που αναζητούσε για επτά ολόκληρα χρόνια. «Ποτέ δεν έχασα τις ελπίδες μου», είπε με τη γυναίκα του και τον πατέρα του να κάθονται δίπλα του. «Είμαι ευτυχισμένος για την οικογένειά μου, την ομάδα μου, για όλο το Σικάγο». Ο Μάικλ τα είχε επιτέλους καταφέρει. Βρισκόταν και επίσημα στο Έβερεστ του παγκοσμίου μπάσκετ.

Το καλοκαίρι εκείνο, ο Τζόρνταν συνέχισε την αγαπημένη του συνήθεια, τον τζόγο, σε παρτίδες γκολφ μαζί με τον Ρίτσαρντ Εσκίνας, συνιδιοκτήτη της Sports Arena του Σικάγο, φτάνοντας μάλιστα σε σημείο να χάσει 1,2 εκατομμύρια δολάρια. Αν και οι χασούρες στο γκολφ παρέμειναν μακριά από τα μάτια του κόσμου, το βιβλίο του Σαμ Σμιθ με τίτλο «Κανόνες Τζόρνταν», μία έντονα αρνητική προσωπογραφία του Μάικλ που αφορούσε τα σκληρά στοιχεία της ανταγωνιστικότητάς του, τον εξόργισε και τον πείσμωσε ακόμα περισσότερο. Στο μεταξύ, ένα ένα τα είδωλα που στέκονταν μπροστά του τόσο καιρό έκαναν στην άκρη. Αυτός ήταν πλέον το Νο1.

Η επόμενη σεζόν ήταν μαγική και οι Μπουλς την ολοκλήρωσαν με τον φοβερό 67-15, την κορυφαία επίδοση της ιστορίας τους. Ένα ακόμα πρωτάθλημα ήταν προ των πυλών και κανείς δεν μπορούσε να τους το στερήσει. Χιτ, Νικς, Καβαλίερς και Μπλέιζερς κατατροπώθηκαν κατά σειρά από την αρμάδα του Τζάκσον και η πόλη του Σικάγο ζούσε ξανά ένδοξες στιγμές με τον Πίπεν να λέει μπροστά σε εκατοντάδες χιλιάδες ανθρώπους ότι το Σικάγο θα πήγαινε για τρίτο σερί πρωτάθλημα.

Το καλοκαίρι του 1992 είχε φτάσει και ο Τζόρνταν με τον Πίπεν ήταν έτοιμοι να ζήσουν την εμπειρία της «Dream Team», της πρώτης Ολυμπιακής ομάδας των ΗΠΑ που είχε στις τάξεις της την «αφρόκρεμα» του αμερικάνικου επαγγελματικού μπάσκετ». Εκεί βρήκαν συμπαίκτες όπως ο Τζόνσον,ο Μπάρκλει, ο Μάλιν, ο Μπερντ, ο Τζόνσον, ο Γιούιν.

Η ομάδα των ΗΠΑ έκανε πλάκα στο τουρνουά της Βαρκελώνης, κατακτώντας το αήττητη (απέναντι στην Κροατία ο τελικός) με μέση διαφορά νικών άνω των 30 πόντων. Τα προβλήματα, ωστόσο, του Τζόρνταν εκείνη τη χρονική στιγμή ήταν πολλά. Τα χρέη απέναντι στον Εσκίνας τον οδήγησαν στο δικαστήριο, το NBA τον τιμώρησε για στοιχηματισμό σε παρτίδες γκολφ, ενώ είχε απογοητευτεί κι από το βιβλίο εις βάρος του. Όλα αυτά τον είχαν οδηγήσει να σκέφτεται την επικείμενη αποχώρησή του από το μπάσκετ. Η σεζόν 92-93 ξεκίνησε με τους δύο αστέρες των Μπουλς εμφανώς καταπονημένους από το βεβαρημένο-λόγω Εθνικής- καλοκαίρι. Η κανονική περίοδος τελείωσε ομαλά με 57 νίκες.

Η σκέψη του Τζόρνταν για αποχώρηση είχε ωριμάσει για τα καλά στο μυαλό του Μάικλ. Ήθελε να το κάνει, όμως, με τον σωστό τρόπο: ένα ακόμα πρωτάθλημα. Έτσι και έγινε. Οι Μπουλς φτάσανε για άλλη μία σεζόν στους τελικούς, όπου τους περίμεναν οι Φίνιξ Σανς του Τσαρλς Μπάρκλει. Μετά από μία φανταστική σειρά αγώνων, οι Μπουλς βγήκαν πρωταθλητές για 3η σερί σεζόν(σκορ 4-2) με τον Τζόρνταν να έχει μέσο όρο 41 πόντων ανά αγώνα, σπάζοντας το ρεκόρ των τελικών που κρατούσε ο Ρικ Μπάρι από το 1967 με 40,8 πόντους.

Στις 23 Αυγούστου εκείνου του καλοκαιριού, ο πατέρας του βρέθηκε νεκρός σ’ έναν βαλτότοπο κοντά στο Μακ Κολ της Νότιας Καρολίνας. Οι αρχές συνέλαβαν τον Λάρι Ντέμερι και τον Ντάνιελ Γκριν και τους απήγγειλαν κατηγορίες φόνου εκ προμελέτης και σύστασης συμμορίας.

Στη συνέχεια αποκαλύφθηκε ότι απλώς ο Τζέιμς Τζόρνταν είχε πέσει θύμα κακής συγκυρίας και πως οι δολοφόνοι είχαν εντολή να σκοτώσουν κάποιον σε εκείνο το σημείο, αλλά όχι αυτόν (!).

Ο Τζέιμς σταμάτησε το αυτοκίνητό του σ’ ένα καλά φωτισμένο μέρος της Εθνικής Οδού 95 για να ξεκουραστεί και οι δύο νεαροί τον πυροβόλησαν, ανακαλύπτοντας ποιος είναι όταν κοίταξαν μετά το πορτοφόλι του, όντας έντρομοι μόλις συνειδητοποίησαν ποιον είχαν σκοτώσει. Η κηδεία της 15ης Αυγούστου ήταν συγκινησιακά φορτισμένη με τον Μάικλ. Αυτό το γεγονός τον έκανε και επίσημα να αποχωρήσει από το μπάσκετ, αν και ο ίδιος το αρνιόταν πεισματικά.

Στο μεταξύ, στους Μπουλς η ζωή συνεχιζόταν κανονικά με τον λευκό σουτέρ Στιβ Κερ να γίνεται μέλος της ομάδας. Ο Τζόρνταν, στους 18-όπως αποδείχτηκε- μήνες αποχής του από το μπάσκετ, προσπάθησε να κάνει πραγματικότητα το όνειρο του πατέρα του γ’ αυτόν: να παίξει επαγγελματικό μπέιζμπολ. Περιπλανήθηκε, κυρίως, στις μικρές κατηγορίες, παρά την προσπάθειά του να παίξει για τους φημισμένους Γουάιτ Σοξ. Όσο καιρό, ο πανύψηλος Μάικλ καταπιανόταν με το ρόπαλο του μπέιζμπολ, έριχνε και καμιά ματιά στον κόσμο που είχε αφήσει πίσω του.

Ο παλιός του υπασπιστής είχε αναδειχθεί MVP στο Ολ Σταρ Γκειμ και η ομάδα τελείωσε τη σεζόν με 55 νίκες, ακόμα και αν δεν κατέκτησε τελικά το πρωτάθλημα. Ο Κερ με τον νεαρό Κροάτη Κούκοτς είχαν μπει για τα καλά στο κλίμα της ομάδας και ο Φιλ Τζάκσον συνέχιζε το σπουδαίο έργο του.

Μετά από λίγους μήνες, στις 10 Μαρτίου, ο Τζόρνταν ανακοίνωσε την απόσυρσή του από το μπέιζμπολ. «Ο Τζόρνταν δεν απέτυχε στο μπέιζμπολ, το μπέιζμπολ είχε αποτύχει εναντίον του», τόνιζε αργότερα ο Φιλ Τζάκσον. Η κάψα του Μάικλ για το μπάσκετ είχε ξαναφουντώσει για τα καλά και στα μέσα της σεζόν ανακοίνωσε την επιστροφή του στο άθλημα, παίζοντας για λίγα ματς στη σεζόν 1994-95. Ο βασιλιάς του αθλήματος ήταν πίσω. Εκείνο το καλοκαίρι, στο δυναμικό των Μπουλς προστέθηκε ο θεότρελος, εκκεντρικός Ρόντμαν, ο 34χρονος έφηβος της λίγκας και ένα ακόμα «κακό παιδί», ο Τζέιμς Έντουαρντς. Αν και στην αρχή ο Μάικλ δεν τους ήθελε, δέσανε και η ομάδα ήταν αχτύπητη.

Ο Τζόρνταν είχε γίνει ακόμα πιο σκληρός, πιο «εξωγήινος». Στο μεταξύ, ένας τσακωμός μεταξύ της συζύγου και της μητέρας του τον είχε κάνει έξαλλο με τη δεύτερη. Το υβρεολόγιο που εξαπέλυσε κατά της Ντελόρις ήταν για τον Τζόρνταν ένα ξέσπασμα μετά από μήνες θυμού και απογοήτευσης. Στο αγωνιστικό μέρος, οι Μπουλς είχαν γίνει υπερδύναμη και κάνανε πλάκα στο πρωτάθλημα με την τριάδα Τζόρνταν-Ρόντμαν-Πίπεν να πετάει φωτιές. Τελικά ολοκλήρωσαν τη σεζόν με το μαγικό 72-10, καλύτερο ρεκόρ όλων των εποχών(μέχρι να το σπάσουν οι Γουόριορς του Στεφ Κάρι το 2016). Απέκλεισαν εύκολα τους Χιτ και τους Νικς στο δρόμο για τον τελικό της περιφέρειας, όπου «σκούπισαν» με 4-0 το Ορλάντο. Οι τελικοί του ΝΒΑ για την περίοδο 95-96 ήταν ανάμεσα στους Μπουλς και τους Σίατλ Σουπερσόνικς.

Μετά από μία σειρά γεμάτη συγκινήσεις, το Σικάγο με πρωταγωνιστές τους συνήθεις ύποπτους, αλλά και κομβική βοήθεια από τον Κούκοτς, ήταν ξανά η πρωταθλήτρια ομάδα του ΝΒΑ. «Λυπάμαι που έλειψα τόσο καιρό, χαίρομαι που ξαναγύρισα και φέραμε το πρωτάθλημα πίσω στο Σικάγο», δήλωσε μετά τον τελικό, ενώ ο Πίπεν έλεγε πως πλέον θεωρούνταν η καλύτερη ομάδα όλων των εποχών. Την επόμενη σεζόν έγινε ο πρώτος παίκτης που πετύχαινε τριπλ νταμπλ σε Ολ Σταρ Γκέιμ, ενώ ξεπέρασε τους 25000 πόντους στην καριέρα του. Ο ,πλέον, 34χρονος Τζόρνταν με ακμαία φυσική κατάσταση και ασταμάτητο πάθος και δίψα για επιτυχίες οδήγησε εκείνη την σπουδαία ομάδα των Μπουλς σε άλλους δύο τίτλους, και οι δύο απέναντι στους Τζαζ του Στόκτον και του Μαλόουν.

Τα προβλήματα που είχε με τη διοίκηση, κυρίως με τον Κράουζ και η φυγή του Φιλ Τζάκσον για άλλες πολιτείες σήμαναν και την αποχώρηση του από τους Μπουλς και το τέλος εποχής για την ομάδα, ύστερα και από την παραχώρηση του Πίπεν στους Ρόκετς. Στο μυαλό πολλών ανθρώπων, ο Τζόρνταν θα έπρεπε απλώς να μείνει στην άψογη τελευταία εικόνα του απέναντι στη Γιούτα για όλη την υπόλοιπη ζωή του: ανίκητος και αλύγιστος. Βάδιζε στο 36ο έτος της ηλικίας του. Τα είχε βρει με τη μητέρα του, αλλά δεν ήταν τόσο δεμένοι όπως παλιά. Σκεφτόταν συνεχώς τον πατέρα του, τον πανταχού παρόντα σύντροφο και σύμβουλό του, τον πιο παθιασμένο θαυμαστή του. Σταμάτησε το μπάσκετ από το 1998 έως το 2001 για να αφοσιωθεί στη Χουανίτα και στα αισίως, τρία του παιδιά.

Ωστόσο, για άλλη μια φορά δεν μπόρεσε να καταλαγιάσει μέσα του το πάθος για το μπάσκετ. Επέστρεψε για μία τελευταία φορά, για δύο χρόνια, με τη φανέλα των Ουάσινγτον Ουίζαρντς, μιας μάλλον μέτριας ομάδας που πάλευε να μπει στα πλέι οφ, αλλά δεν ήταν ποτέ ο ίδιος.

Νέοι αστέρες είχαν πάρει τη θέση τους στο μαγικό χώρο του ΝΒΑ, με κορυφαίο όλων τον Κόμπι Μπράιαντ των Λέικερς, που θεωρήθηκε από πολλούς ο διάδοχος του.

Στις 16/4/03 έπαιξε το τελευταίο του παιχνίδι στη Φιλαδέλφεια και συμπαίκτες, αντίπαλοι και ένα κοινό 21000 ατόμων του χάρισαν ένα ανεπανάληπτο standing ovation που κράτησε τρία ολόκληρα λεπτά κατά την αποχώρησή του από το παρκέ.

Όσον αφορά την προσωπική του ζωή, χώρισε με την Βανόι το 2002 και στα πλαίσια του διαζυγίου τους πλήρωσε διατροφή 204 εκατομμυρίων, ποσό-ρεκόρ.

Τα Χριστούγεννα του 2011 γνώρισε το μοντέλο Ιβέτ Πριέτο, την οποία παντρεύτηκε τον Απρίλη του 2013 και λίγους μήνες μετά αυτή του χάρισε δύο δίδυμες, ολόιδιες κόρες, την Βικτόρια και την Ιζαμπέλ.

Είναι πρόεδρος των Σαρλότ Χόρνετς από τον Ιούνιο του 2006,χωρίς , ωστόσο, μεγάλη επιτυχία, τουλάχιστον μέχρι σήμερα. Αυτή είναι, συνοπτικά, η ζωή ενός παιδιού από τη Βόρεια Καρολίνα που κατέκτησε τον κόσμο και έγινε πρότυπο για χιλιάδες ανθρώπους ανά την υφήλιο για το πάθος, την όρεξη και την δίψα για δουλειά και νίκες. Όσα μειονεκτήματα κι αν είχε και έχει ο Μάικλ, ο Τζόρνταν θα είναι για πάντα ένας αθλητικός μύθος…

από τον Ιορδάνη Χρηστίδη

 

Write a response

Αφήστε μια απάντηση

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *

Αυτός ο ιστότοπος χρησιμοποιεί το Akismet για να μειώσει τα ανεπιθύμητα σχόλια. Μάθετε πώς υφίστανται επεξεργασία τα δεδομένα των σχολίων σας.

Close
Your custom text © Copyright 2018. All rights reserved.
Close