Το βιβλίο της Αλέκας Μπαφατάκη – Παπαϊωακείμ από τις εκδόσεις KAPPA BOOKS πραγματεύεται το συγκλονιτικό θέμα της παιδικής κακοποίησης . “Αυτός που κακοποιεί δεν αντιμετωπίζει τα παιδιά σαν ανθρώπινα όντα με αξιοπρέπεια και σεβασμό, αλλά σαν μέσο για την δική του αποφόρτιση. Όλα τα όντα πάνω στη γη δικαιούνται σεβασμό και αξιοπρέπεια. Οι αυταρχικές και απολυταρχικές συμπεριφορές δίνουν στο παιδί απαξίωση, το εξευτελίζουν, και το κάνουν να νιώθει μικρό και ανήμπορο από την περιφρόνηση των δικαιωμάτων του. Η ταπεινωση που νιώθει από την απόρριψη είναι πληγή που κάνει χρόνια να κλείσει και αφήνει πάντα το αποτύπωμά της”.
Αποχαιρέτησε τον θυμό που ένοιωθε ως κακοποιημένο παιδί, βρήκε τη δύναμη να θεραπεύσει το τραύμα και να βοηθήσει με τη σειρά της άλλους ανθρώπους ως ψυχοθεραπεύτρια και κοινωνική λειτουργός.
«Στα 8 μου χρόνια πήγα στην Παιδόπολη Καβάλας «Αγιος Γεώργιος». Η ζωή μου εκεί περιγράφεται στο βιβλίο , έζησα τα παιδικά και εφηβικά μου χρόνια, πέτρινα χρόνια, χωρίς συναισθήματα. ΄Η μάλλον όχι, τα συναισθήματά μου ήταν εκεί αλλά ήταν φόβος, ντροπή και ενοχή» αναφέρει η κ.Μπαφατάκη.
Περιέγραψε ότι πέρασε πάρα πολύ δύσκολα χρόνια, νομίζοντας ότι δεν θα φύγει ποτέ από εκεί όπου «η τρυφερότητα και η αγάπη ήταν σαν μια σακούλα στα σκουπίδια».
«Όταν με έλεγε κάποιος «Αλεξάνδρα», έλεγα είσαι, σαν να ΄ταν βρισιά. Πολλά χρόνια τρόμαζα να ακούω το όνομα μου γιατί όταν με φώναζε η διευθύντρια της Παιδόπολης, πάγωνα και έτρεμα. Εκεί όμως τα παιδιά δεν έκλαιγαν, δεν άκουγες κλάμα παιδιού ποτέ, μόνο βουβά κλαίγαμε» είπε χαρακτηριστικά μιλώντας για τα πιο δύσκολα χρόνια της ζωής της.
«Θυμάμαι μια παρέλαση της 25ης Μαρτίου που περιμέναμε στη γραμμή να ξεκινήσουν οι ομάδες, με κάποιες κυρίες λίγο πιο εκεί, που περίμεναν να δούνε την παρέλαση. «Τα καημένα τα ορφανά», λέγανε, και μας κοίταγαν με λύπη.
«Εμείς δεν είμαστε ορφανά, έχουμε μάνα τη βασίλισσα και μπαμπά το βασιλιά» τους απάντησε μία από τα κορίτσια. «Ναι, βέβαια», είπε η γυναίκα και οι κυρίες γύρω της συμφώνησαν κουνώντας όλες μαζί τα κεφάλια τους καταφατικά. Αυτό είναι ένα ανέκδοτο που το θυμόμαστε συχνά, όσοι περάσαμε από εκείνη την παρέλαση. Λίγοι, όμως, μπορούμε να γελάσουμε με την ανάμνηση».
Στα 18 της πήγε στην Αθήνα και φοίτησε στη Σχολή Κοινωνικών λειτουργών της Χ.Ε.Ν. και στα επόμενα 50 χρόνια εργάστηκε ως κοινωνική λειτουργός και ψυχοθεραπεύτρια στο Υπουργείο Κοινωνικής Πρόνοιας, στον Εθνικό Οργανισμό Πρόνοιας , εθελοντικά στην Αντλεριανή εταιρία και ως συντονίστρια ομάδων υποστήριξης.
«Σαν άτομο, μπήκα σε θέση θύματος πολλές φορές στην προσωπική μου ζωή, σαν επαγγελματίας ποτέ. Το πρόγραμμα της ζωής μου ήταν να κάνω παιδιά που δεν θα πάνε στο ίδρυμα και να μπορώ να δίνω στους ανθρώπους».
Μια συγκλονιστική μαρτυρία ζωής…