Search

Η χρήση του ‘’Βotox’’ σε λειτουργικές παθήσεις προσώπου – τραχήλου

H χρήση της βοτουλινικής τοξίνης τύπου Α («BOTOX») αποτελεί αδιαμφισβήτητα μία από τις πιο διαδεδομένες και δημοφιλείς ιατρικές θεραπείες αντιγήρανσης του προσώπου παγκοσμίως.

Με την επιλογή του κατάλληλου δοσολογικού σχήματος και με ορθή ενδομυϊκή έγχυση, αναστέλλει παροδικά (2-5 μήνες) και επομένως αναστρέψιμα, τη σύσπαση των μυών που ευθύνονται για τη ρυτίδωση του προσώπου. Αν και η εφαρμογή της ουσίας εφαρμόζεται στην Αισθητική Ιατρική με επίσημη έγκριση από το 2002, παραμένει στο ευρύ κοινό άγνωστη η θεραπευτική και άκρως αποτελεσματική χρήση της σε λειτουργικές διαταραχές του προσώπου, παρότι ιστορικά προηγείται κατά πολύ των αισθητικών εφαρμογών.

Το ταξίδι μιας τόσο ισχυρά τοξικής ουσίας στον χρόνο παρουσιάζει ιδιαίτερο ενδιαφέρον.

Χρειάστηκε να μεσολαβήσουν κάτι παραπάνω από 150 χρόνια, ώστε να εφαρμοστεί πρώτη φορά στον άνθρωπο και συγκεκριμένα, σε πάσχοντες από στραβισμό το 1977 από τον οφθαλμίατρο A. Scott στην Αμερική. Στις αρχές του 1980 ο Γερμανός καθηγητής Ωτορινολαρυγγολογίας, R. Laskawi ήταν ο εμπνευστής της ευεργετικής δράσης του Botox στο Αυτόνομο Νευρικό Σύστημα (υπεύθυνο για παραγωγή εκκρίσεων σιελογόνων και ιδρωτοποιών αδένων).

Το Botox οδηγεί όχι μόνο στην μείωση των παθολογικών ή υπέρμετρων κινήσεων του μυικού συστήματος, αλλά και στον αποτελεσματικό έλεγχο των εκκρίσεων του Αυτόνομου Νευρικού Συστήματος (παραγωγή ιδρώτα, σιέλου, δακρύων). Δρα δεσμεύοντας μια ουσία-αγγελιοφόρο, την ακετυλοχολίνη, μεταξύ νευρόνων-μυών ή αντίστοιχα αδένων που ελέγχονται από το αυτόνομο νευρικό σύστημα, εμποδίζοντας παροδικά την εκτέλεση των λειτουργιών τους (μυική σύσπαση, παραγωγή εκκρίσεων).

Με αυτόν τον τρόπο δύναται να αντιμετωπιστούν ανώδυνα και αποτελεσματικά πολυάριθμες κινητικές διαταραχές των μυών του προσώπου και του τραχήλου, όπως: τικ, σπασμοί βλεφάρων, σπαστικές δυστονίες προσώπου,, ημίσπασμος και πάρεση προσωπικού νεύρου, ασυμμετρίες προσώπου, βρουξισμός (τρίξιμο δοντιών), νευραλγίες, ημικρανίες, πονοκέφαλος τάσεως, ραιβόκρανο, καθώς και σπαστικές δυσφωνίες που οδηγούν σε διακοπή της ροής του λόγου.

Παθολογικές οντότητες, κυρίως νευρολογικά ή ενδοκρινολογικά νοσήματα με συνοδό δακρύρροια, σιελόρροια, υπεριδρωσία τριχωτού κεφαλής- προσώπου, εμμένουσα ρινόρροια, σιελαδενίτιδες αλλά και συρίγγια, μπορούν πλέον να αντιμετωπιστούν με εγχύσεις του φαρμάκου σε ιδρωτοποιούς και σιελογόνους αδένες.

Σε αυτές τις ενδείξεις η θετική επίδραση της τοξίνης, για άγνωστους λόγους που αποτελούν έως τώρα αντικείμενο έρευνας, διαρκεί πολύ περισσότερο από ότι στο μυικό σύστημα, υπερβαίνοντας ακόμη και το χρονικό διάστημα των δέκα μηνών σε πολλές περιπτώσεις.

Το μέγεθος των επιπτώσεων όλων των προαναφερθέντων προβλημάτων που καλείται να επιλύσει το Botox δεν γίνεται εύκολα αντιληπτό, παρά μόνο αν απαριθμήσουμε ενδεικτικά κάποια από τα συμπτώματα που συνοδεύουν τέτοιες καταστάσεις όπως μόνιμοι πόνοι, υποτροπιάζουσες φλεγμονές, δυσκαταποσίες, δυσχέρεια στην άρθρωση, διαταραχές όρασης, ανικανότητα προς οδήγηση ή ακόμη και εργασία, κατάθλιψη και κοινωνική απομόνωση.

Η χρήση της τοξίνης αποτελεί μία σίγουρη και ανώδυνη εναλλακτική πρόταση σε περιπτώσεις όπου οι συμβατικές θεραπείες, κυρίως με νευροληπτικά σκευάσματα αποτυγχάνουν να δώσουν λύσεις. Χαρίζοντας άμεση ανακούφιση (εντός 2-10 ημερών) συμπτωμάτων, βελτιώνει ουσιαστικά την ποιότητα ζωής των ασθενών, που συχνά βιώνουν τον στιγματισμό λόγω των παθήσεών τους, με σοβαρό αρνητικό αντίκτυπο στην ψυχολογία τους. Οι συνεδρίες σε κάθε περίπτωση χρήζουν επανάληψης ανά 3-10 μήνες, ανάλογα με την υποκείμενη πάθηση.

Η αποτελεσματικότητα και ασφάλεια των θεραπειών αυτών είναι επιστημονικά αποδεδειγμένες. Κίνδυνος ανεπιθύμητων ενεργειών υπάρχει μόνο από διήθηση τοξίνης σε γειτονικούς ιστούς, γεγονός που εξηγεί την αναγκαιότητα στοχευμένων εγχύσεων, άριστης γνώσης ανατομίας, αλλά και προσεκτικής επιλογής της δοσολογίας σε κάθε επιμέρους εφαρμογή. Τέλος, η διασφάλιση της επιτυχίας τέτοιων ιατρικών πράξεων, προϋποθέτει απαραίτητα την ορθολογική χρήση του Botox από ειδικούς, κατάλληλα εκπαιδευμένους ιατρούς.

Γράφει η Dr. med., MSc Χρυσάνθη Καραπάντζου

Χειρουργός Ωτορινολαρυγγολόγος
(Ειδικευθείσα στην Παν/κή ΩΡΛ Κλινική Göttingen Γερμανίας)
Πρόεδρος Ελληνικής Εταιρίας Μελέτης και εφαρμογών Βοτ. τοξίνης στην Ωρλ. Επίσημη εκπαιδεύτρια εφαρμογών Botox γερμανικής  Ωρλ εταιρίας.
Διδάκτωρ Ιατρικής Σχολής Πανεπιστημίου Göttingen Γερμανίας. Master Αισθητικής Ιατρικής προσώπου (Ιατρική Σχολή Πανεπιστημίου Sophia Antipolis, Nice Γαλλίας).

 

Write a response

Αφήστε μια απάντηση

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *

Αυτός ο ιστότοπος χρησιμοποιεί το Akismet για να μειώσει τα ανεπιθύμητα σχόλια. Μάθετε πώς υφίστανται επεξεργασία τα δεδομένα των σχολίων σας.

Close
Your custom text © Copyright 2018. All rights reserved.
Close