Ο Ηρακλής Φοβάκης γεννήθηκε στο Ηράκλειο της Κρήτης, τον Νοέμβριο του 1968. Μέχρι τα 17 μου χρόνια έζησε στη γενέτειρά του και η αγαπημένη του ασχολία ήταν η ζωγραφική, κάτι που δεν επικροτούσε το περιβάλλον του.
«Οι γονείς μου, αλλά και άτομα του περίγυρού μου, θεωρούσαν ότι ζωγραφίζοντας απλά έχανα χρόνο από τα μαθήματά μου. Όμως εγώ, κόντρα σ’ αυτές τις πεποιθήσεις, συνέχισα να ζωγραφίζω. Μετά το λύκειο θέλησα να σπουδάσω στη Σχολή Καλών Τεχνών της Φλωρεντίας, αλλά οι δικοί μου αρνήθηκαν κατηγορηματικά. Έτσι η επιτακτική ανάγκη να σπουδάσω μια επιστήμη που θα μου εξασφάλιζε τα προς το ζην, με ώθησε το 1986 να εγγραφώ στην Παιδαγωγική Ακαδημία, στην Τρίπολη.
Με το πέρας των σπουδών μου, ένιωσα έντονο ενδιαφέρον για την επιστήμη της Ψυχολογίας. Αφού ολοκλήρωσα τις στρατιωτικές μου υποχρεώσεις, μετά από 2 χρόνια έδωσα κατατακτήριες εξετάσεις στο τμήμα Ψυχολογίας της Σχολής Κοινωνικών Επιστημών του Πανεπιστημίου της Κρήτης.
Στο Ρέθυμνο, όπου βρισκόταν η έδρα της σχολής, έζησα τέσσερα όμορφα φοιτητικά χρόνια. Πήρα το πτυχίο μου το 1996 και τον επόμενο χρόνο διορίστηκα σε μια κρατική υπηρεσία. Δύο χρόνια μετά και έχοντας θητεία στο δημόσιο -κάτι που για πολλούς είναι όνειρο ζωής- άρχισα να εργάζομαι ως ελεύθερος επαγγελματίας ψυχολόγος στο Ηράκλειο της Κρήτης.
Πώς αποφασίσατε να κάνετε στροφή στη ζωγραφική;
Αν και είχαν περάσει 10 χρόνια σχεδόν από τότε που πήρα το πτυχίο της ψυχολογίας, η ανάγκη μου να ασχοληθώ με τη ζωγραφική παρέμενε πολύ δυνατή. Το 2005 λοιπόν, σκέφτηκα ότι δεν έπρεπε να αυτο-οικτίρομαι κι έτσι πήρα την απόφαση να κάνω εκείνο που ήθελα από παιδί: Να δώσω κατατακτήριες εξετάσεις στην Ανωτάτη Σχολή Καλών Τεχνών της Αθήνας. Έτσι κι έγινε και προς μεγάλη μου έκπληξη, αλλά και χαρά, τα κατάφερα.
Πότε νιώσατε ότι είστε πλασμένος για τη ζωγραφική;
Η ζωγραφική ήταν έμφυτη σε μένα από τη στιγμή που γεννήθηκα. Ζωγράφιζα πάντα με περισσή ευκολία, θεωρώντας το σαν κάτι το φυσιολογικό, αλλά και απαραίτητο ταυτόχρονα για την ανάπτυξη της προσωπικότητάς μου. Ένιωθα ότι είχα γεννηθεί για να ζωγραφίζω. Σε μια φωτογραφία από τη βάφτισή μου, που έχει κρατήσει η μητέρα μου, έχω γράψει στο πίσω μέρος με τα πρώτα μου ορνιθοσκαλίσματα τη φράση: «Το όνειρο της ζωής μου είναι να γίνω γωγράφος», με τη μητέρα μου αργότερα να διορθώνει τη λέξη «ζωγράφος».
Σαν μαθητής δεν ήμουν καλός, ποτέ δεν με ενθουσίασαν οι γενικευμένες και αναγκαστικές γνώσεις του σχολείου. Άλλωστε δεν γεννιόμαστε όλοι με την ικανότητα να τα μάθουμε όλα. Εκεί που θέλω να σταθώ, είναι οι διακρίσεις και οι έπαινοι που πήρα για τα έργα μου, από ειδικούς και μη. Εκτός από τους διαγωνισμούς ζωγραφικής στους οποίους συμμετείχα, θυμάμαι ότι μια φορά ο δάσκαλός μου στο δημοτικό με πήγε στο γραφείο του διευθυντή, όπου παρουσία όλων των δασκάλων του σχολείου με εκθείασε για κάτι που είχα ζωγραφίσει.
Τι νιώθετε μπροστά στον λευκό καμβά κρατώντας τον χρωστήρα;
Ανάταση, αυτό αισθάνομαι…Εκείνη τη στιγμή βρίσκομαι σε τέλεια αρμονία με το «είναι» μου, την ύπαρξή μου. Είναι σαν να κάνεις κάτι το μαγικό. Υλοποιείς μορφές με άψυχα υλικά και δημιουργείς τέχνη. Ίσως ακούγεται λίγο υπερβολικό όλο αυτό, αλλά η υπερβολή είναι κάτι ίδιον σε μένα την ώρα που ζωγραφίζω.
Το συναίσθημα που βιώνετε στη διάρκεια αυτού του πολύχρωμου παιχνιδιού είναι το ίδιο κάθε φορά;
Αυτό το παιχνίδι είναι μια διαδικασία που ωριμάζει μαζί με τον καλλιτέχνη. Όσο μεγαλώνεις, μεγαλώνει κι αυτό μαζί σου. Αυξάνονται οι εμπειρίες και τα βιώματα, τα οποία σε συνάρτηση με το ταλέντο σε οδηγούν σε νέους δρόμους. Αναφορικά με το ταλέντο, να προσθέσω ότι εφόσον υπάρχει δεν χάνεται ποτέ. Μπορεί να μην φθάσει σε πλήρη ακμή, εάν δεν καλλιεργηθεί, αλλά δεν χάνεται…
Εργάζεστε ως ψυχολόγος για ανάπηρα παιδιά. Πως αποτυπώνετε αυτά τα συναισθήματα στα έργα σας;
Δεν αισθάνομαι ότι εισπράττω αρνητικά συναισθήματα… Αντίθετα μάλιστα, θα έλεγα πως αισθάνομαι τυχερός που δουλεύω με παιδιά σαν αυτά. Πρόκειται για μια τρομερή αμφίδρομη σχέση, ένα συνεχές πάρε-δώσε. Τολμώ να πω πως εγώ παίρνω πράγματα από εκείνα, παρά δίνω. Το ίδιο συμβαίνει και με τους ανθρώπους που μου εκμυστηρεύονται πράγματα υπό την ιδιότητά μου ως ψυχολόγος.
Χιλιάδες εικόνες ξεδιπλώνονται καθημερινά μπροστά μου, οι οποίες, δυστυχώς ή ευτυχώς, επιδρούν στον τρόπο, αλλά και στο θέμα που επιλέγω να ζωγραφίσω. Νιώθω τυχερός, για την εργασιακή μου πορεία συνολικά. Δεν με τρομάζει ο ανθρώπινος πόνος, από τη στιγμή που ξέρω ότι αυτό που κάνω μπορεί να τον μειώσει, έστω και στο ελάχιστο. Άλλωστε εάν μπορείς να προσφέρεις σε κάποιον έστω και πέντε λεπτά ευτυχίας, τότε αξίζει όλος ο κόπος και η προσπάθεια για να το κάνεις.
Είστε ένας πολυδιάστατος χαρακτήρας και εν ενεργεία φοιτητής στο πέμπτο έτος της Σχολής Καλών Τεχνών;
Ναι, αισίως στο πέμπτο έτος… Κι εγώ, όπως κάθε φοιτητής, υποχρεούμαι να είμαι πολυδιάστατος. Η σχολή δίνει πολλές αφορμές για δημιουργία και νομίζω πως πρέπει κανείς να έχει ανοιχτό μυαλό και να αρπάζει κάθε ευκαιρία που του δίνεται στο πλαίσιο της σχολής.
Θεωρείτε, ότι η μάθηση συνιστά ανάταση ψυχής;
Κάθε νέα γνώση με ωθούσε πάντα να πάω παρακάτω. Δεν νομίζω πως η μάθηση είναι μια διαδικασία που σταματάει, όσο ζούμε τουλάχιστον και θέλουμε να προχωράμε μπροστά. Μάθηση είναι η γνώση και η εξερεύνηση για κάθε τι νέο και η γνώση είναι δύναμη.
Περιγράψτε μας τη ζωγραφική σας από τη σκοπιά του ανθρώπου που είναι ερωτευμένος μ’ αυτό που κάνει!
Αυτή είναι, ίσως, η δυσκολότερη ερώτηση. Είναι σαν να ζητάς από μια μητέρα να σου πει γιατί αγαπάει το παιδί της, από έναν άνθρωπο να σου πει γιατί έχει ανάγκη να αναπνέει, από έναν ερωτευμένο να σου πει γιατί αγαπάει… Απλά αγαπάει…
Θέλετε τα έργα σας να προκαλούν συναισθήματα σ’ αυτόν που τα αντικρίζει και τι είδους;
Η πρόκληση είναι μέρος της τέχνης και χρέος του καλλιτέχνη απέναντι στο κοινό του. Εάν δεν προκαλέσεις τον άλλον να δει, να προβληματιστεί, τότε μιλάμε για ένα είδος τέχνης που προσωπικά δεν με αφορά. Θεωρώ πως η τέχνη, η ζωγραφική γεννήθηκε ακριβώς μέσα από την αμφισβήτηση, την πρόκληση και την ανατροπή των δεδομένων. Μ’ αρέσει, ακόμα κι αν αυτό που μπορεί να προκαλώ είναι ένα αρνητικό συναίσθημα. Το προτιμώ από το τίποτα. Πιστεύω ότι αν κάποιος δει για πρώτη φορά έργα μου δεν θα μείνει αδιάφορος.
Τι εκφράζει η σειρά των έργων σας με τον γενικό τίτλο «Μαρίες»;
Καταρχάς τις «Μαρίες» μου τις αγαπάω, γιατί είναι αυτές που μου άνοιξαν την πόρτα για τη Σχολή Καλών Τεχνών. Ξέρω ότι οι «Μαρίες» μου δεν είναι πίνακες με εύκολο θέμα, που απευθύνονται στον καθένα.
Πρόκειται για γυναικείες φιγούρες απαλλαγμένες από κάθε καλλωπιστικό στοιχείο που χαρακτηρίζει μια γυναίκα σήμερα. Στα έργα μου εστιάζω στον χαρακτήρα και τις επιθυμίες μιας γυναίκας, που θέλει να είναι κάτι παραπάνω από μια ωραιοποιημένη φιγούρα του σήμερα, αλλά το ίδιο επίμονη.
Οι «Μαρίες» μου έρχονται να δηλώσουν την υποκειμενική ομορφιά της ασχήμιας, μ’ έναν τρόπο προφανώς αφοπλιστικό, σαρκαστικό, αλλά και νατουραλιστικό. Πρόκειται για έντονα άσχημες εμφανισιακά φιγούρες, αλλά με έντονη προσωπικότητα. Με στοιχεία και χαρακτηριστικά κλεμμένα, θα έλεγες, από την πραγματικότητα του καθένα μας.
Ποια τεχνοτροπία ακολουθείτε στη ζωγραφική;
Έχω την εντύπωση πως η πορεία των πραγμάτων με σπρώχνει, άθελά μου, στους εξπρεσιονιστές ζωγράφους. Θα έλεγα, ότι αυτό το είδος ζωγραφικής ταιριάζει περισσότερο στον χαρακτήρα μου. Το αποτύπωμα μιας πινελιάς μετράει πολύ περισσότερο για μένα, από την πλήρη, ρεαλιστική αποτύπωση των πραγμάτων, μια τεχνοτροπία που φυσικά θαυμάζω όταν τη συναντώ.
Θεωρείτε ότι η σχέση σας με τη ζωγραφική είναι καρμική;
Σχέση ζωής. Τίποτα λιγότερο, τίποτα περισσότερο…
Ένας πίνακας αλλοιώνεται με το πέρασμα του χρόνου στην ψυχή του δημιουργού;
Ποτέ! Εάν αγαπήσεις κάτι από την αρχή το θεωρείς παιδί σου και όσο περνάνε τα χρόνια και το βλέπεις, το αγαπάς περισσότερο. Ακόμα κι αν πρόκειται για ένα παιδί με ιδιαιτερότητες. Να σημειώσω ότι το παραπάνω είναι μια «προίκα» από την ενασχόλησή μου με την ειδική αγωγή των παιδιών…Έμαθα να αγαπάω τον άλλον γι’ αυτό που είναι και να ανασύρω από μέσα του ό,τι μπορεί να προσφέρει.
Προτιμάτε να ζωγραφίζετε τη νύχτα ή την ημέρα και πού;
Κυρίως ζωγραφίζω στο σπίτι μου μόλις έχω έμπνευση, με τα ρούχα που φοράω. Γι’ αυτό κι έχω καταστρέψει πάμπολλα ρούχα. Κι επειδή η έμπνευση δεν έχει ωράριο ζωγραφίζω ό,τι ώρα να ‘ναι. Έχουν υπάρξει βράδια που με βρίσκει το ξημέρωμα ζωγραφίζοντας. Όταν νιώσω πως τα πράγματα εξελίσσονται καλά δεν μπορώ να σταματήσω!
Οι γκαλερί προάγουν την τέχνη ή εξυπηρετούν συμφέροντα και κλειστά κυκλώματα;
Πολλά ακούγονται και λέγονται, αλλά δεν πιστεύω όσα ακούω. Πιστεύω ότι αν κάποιος αξίζει πραγματικά γι’ αυτό που κάνει, δύσκολα μένει έξω από τα πράγματα. Μπορείτε να με πείτε ρομαντικό, όμως δεν θέλω να πιστεύω πως δεν είναι έτσι τα πράγματα. Δεν πρέπει να έχουν θέση στην τέχνη τέτοιου είδους φαινόμενα, παρά μόνο το έργο του κάθε καλλιτέχνη. Φοβάμαι πως, εάν μπω σε μια τέτοια λογική θα σταματήσω να δημιουργώ.
Πείτε μας μερικά από τα αγαπημένα σας έργα…
Όσον αφορά στον εαυτό μου, αγαπημένα έργα είναι αυτά που θα έρθουν…
Τώρα, αναφορικά μ’ άλλους καλλιτέχνες λατρεύω τον Γκρέκο, τον Ρέμπραντ, τον Ρενουάρ, τον Ντεγκά, τον Ντελακρουά, τον Καραβάτζο, τον Βαν Κονγκ, κ.ά. Θεωρώ τα έργα τους ανεπανάληπτα και εκφράσεις μιας μεγάλης εποχής που επηρεάζει πολλούς νέους καλλιτέχνες ακόμα και σήμερα. Θεωρώ όμως εξίσου δυνατά καλλιτεχνικά γεγονότα όσα συμβαίνουν σήμερα από νέους καλλιτέχνες.
Τα χρώματα που χρησιμοποιείτε χαρακτηρίζονται από μια διάχυτη μελαγχολία. Γιατί;
Το χρώμα για μένα πρέπει να χρησιμοποιείται σαν έμψυχο υλικό κι όχι σαν κάτι το άψυχο. Είναι απλά το μέσο να εκφράσεις εκείνο που θέλεις να πεις, εκείνο που θέλεις να αποδώσεις. Το σίγουρο είναι πως δεν θα έκανα ποτέ κάτι που θα ένιωθα ότι δεν βγάζει συναίσθημα. Θέλω να πιστεύω, ότι χρησιμοποιώ το χρώμα με ένταση και δύναμη, όχι απλά για να δημιουργήσω επιφάνειες σωστές χρωματικά και ισορροπημένες. Το ελάχιστο του υλικού μπορεί να σου αποδώσει τα μέγιστα όταν γνωρίζεις τι θα πει μέτρο και νομίζω πως κάποιες στιγμές βρίσκω το μέτρο μου.
Επιμέλεια: Από τη Βίκυ Μπαφατάκη
Δημοσιογράφο – Επικοινωνιολόγο