Στο τέλους ενός μακρόστενου διαδρόμου όπου το απόλυτο σκοτάδι έσπαγαν οι λιγοστές ακτίνες φωτός, βρισκόταν η Κυμαία Σίβυλλα, μια μάντισσα, ιέρεια ενός εκ των σημαντικότερων μαντείων της αρχαιότητας. Το μαντείο της βρισκόταν στην Κύμη της Ιταλίας και ανακαλύφθηκε το 1932 από τον Ιταλό αρχαιολόγο Amadeo Maiuri, κοντά στο ναό του Απόλλωνα.
Εικάζεται πως το πραγματικό όνομα της ήταν, Αμάλθεια ή Διηφόβη ή Ιεροφίλη και σύμφωνα με το μύθο, ο Απόλλωνας, την είχε προικίσει με μακροαιώνια ζωή.
Η Κυμαία Σίβυλλα, ήταν τόσο σεβαστή στην Ρωμαϊκή αυτοκρατορία και οι προβλέψεις τόσο έγκυρες, που γράφτηκαν σε κείμενα και τελικά αγοράστηκαν από τον Ταρκύνιο τον Υπερήφανο, τον τελευταίο βασιλιά της Ρώμης. Αυτά τα βιβλία, τα λεγόμενα Σιβυλλικά Βιβλία, ήταν τόσο σημαντικά για τους Ρωμαίους, που ήταν φυλαγμένα σαν επτασφράγιστο μυστικό σε μια μαρμάρινη κρύπτη. Δικαίωμα να τα δουν είχαν μόνο 15 άνθρωποι, εκλεγμένοι από τη Ρωμαϊκή Σύγκλητο.
Φημολογείται, πως η Κυμαία Σίβυλλα, είχε προβλέψει και τον ερχομό του Ιησού Χρηστού. Στο αντίστοιχο κείμενό της, έγραφε πως θα λέγεται Χριστός και πως το όνομά του θα έχει τέσσερα γράμματα.
Εκείνη, είχε προβλέψει, και το μέλλον του Αινεία. Μαζί περπάτησαν τον σκοτεινό διάδρομο του μαντείου, ο Αινείας νόμιζε πως ήταν κάπου μεταξύ Γης και Κάτω Κόσμου, όταν ξαφνικά, εμφανίστηκε ο πατέρας του, ο Αγχίσης, και του είπε πως το μέλλον του, του επιφυλάσσει μεγαλεία. Σύμφωνα με τον ποιητή της εποχής Βιργίλιο, ο Αινείας κατέληξε να γίνει βασιλιάς της Ρώμης, και έγραψε προς τιμήν του, την Αινειάδα που εξιστορούσε τις περιπέτειες του.