Η νομοθετική ρύθμιση της ευθανασίας στην Ολλανδία πραγματοποιήθηκε ήδη από το 2002 (Dutch Euthanasia Act ), αλλά πρόσφατα μόνο, για πρώτη φορά στα ολλανδικά δικαστήρια, καλείται Ολλανδή γιατρός για την πραγματοποίηση ευθανασίας σε ηλικιωμένη με άνοια.
Η 74χρονη γυναίκα, που έπασχε από Alzheimer, είχε εκφράσει την επιθυμία της, σε πρότερο χρονικό διάστημα, σχετικά με την μη συνέχιση της διαβίωσής της στο μέλλον. Η εισαγγελία ισχυρίζεται, ακριβώς το ότι η γιατρός δεν έπραξε τα δέοντα για να εξακριβώσει και να επιβεβαιώσει την προηγούμενη αυτή επιθυμία της ασθενούς.
Η οικογένεια της πάσχουσας, το 2016, με την σύμπραξη δύο γιατρών αποφάσισαν να προχωρήσουν στην λύση της ευθανασίας, με στόχο την ανακούφιση της ασθενούς. Η γιατρός, η οποία έχει συνταξιοδοτηθεί τώρα, επιβεβαιώνει την επιθυμία των συγγενών, οι οποίοι την υποστηρίζουν, καθώς και την προσοχή και επιμέλεια που επέδειξε, χορηγώντας τόσο το ηρεμιστικό αλλά και την θανάσιμη ένεση. Το ζήτημα έγκειται στην αντίσταση που φαίνεται να προέβαλε η ασθενής λίγο πριν της χορηγηθεί η ένεση από την γιατρό, με αποτέλεσμα να πρέπει να την συγκρατήσουν ο άντρας και η κόρη της, για την ολοκλήρωση της διαδικασίας.
Το κύριο ενδιαφέρον της εισαγγελίας αποτελεί όχι τόσο η επιβολή ποινής φυλάκισης στην γιατρό, όσο η αποσαφήνιση του νομικού καθεστώτος της ευθανασίας σε ασθενής με άνοια. Σύμφωνα, άλλωστε, και με την εκπρόσωπο τύπου της κατηγορίας, Sanna van der Harg, δεν τίθενται υπό αμφισβήτηση τα θεμιτά και ευγενικά κίνητρα της γιατρού προς την ασθενή της, αλλά λόγος γίνεται για την ανάγκη προσδιορισμού του χρόνου που ένας γιατρός πρέπει να αφιερώσει στην συνέχιση της λήψης υπόψη των απόψεων ενός ασθενούς με άνοια, ενώ έχει ήδη εκφράσει την επιθυμία για την πραγματοποίηση ευθανασίας σε προγενέστερο χρόνο.
Τέλος, το κρίσιμο και εναρκτήριο της συζήτησης περί της ευθανασίας σε άτομα πάσχοντες από άνοια, ξεκίνησε σύμφωνα και με την Guardian, ένα χρόνο πριν με την παραίτηση μιας ειδικού στην ιατρική ηθική από τοπικό συμβούλιο για την ευθανασία. Πρόκειται για την Berna Van Baarsen, η οποία, σύμφωνα με τα λεγόμενα της, δεν μπορούσε να το υποστηρίξει πλέον, καθώς δεν ήταν πραγματικά δυνατό να υποστηριχθεί ότι ο ασθενής υποφέρει σε ανυπόφορο βαθμό, μιας και δεν διαθέτει ο ίδιος την δυνατότητα να το κοινοποιήσει στους άλλους.
Πηγή: Βioedge & Bioethics.gr (Βικτώρια Δίπλα)