Search

Τα ‘μάρμαρα του Παρθενώνα… η ιστορία και η αρπαγή τους (Μέρος Γ)

Η εξεταστική επιτροπή. Το 1816, συστάθηκε η Εξεταστική Επιτροπή των Κοινοτήτων για να διερευνήσει το θέμα των Μαρμάρων του Παρθενώνα, τα οποία εκλάπησαν το 1802 από τον λόρδο Έλγιν. Στόχος της Επιτροπής, ήταν να διερευνήσει με ποιες διαδικασίες αποκτήθηκαν τα μάρμαρα του Παρθενώνα, κάτω από ποιες προϋποθέσεις είχε εκχωρηθεί η δικαιοδοσία τους, ποια ήταν η αξία τους ως έργα τέχνης και τι ποσό θα έπρεπε να διατεθεί για την ενδεχόμενη αγορά τους.

Η Επιτροπή όμως έκανε πάρα πολλά λάθη και παρέλειψε να ελέγξει βασικά στοιχεία. Βασίστηκε στις προφορικές προσωπικές μαρτυρίες του ίδιου του Έλγιν και των συνεργατών του. Κατ’ αρχάς, η Επιτροπή δεν εξέτασε ποτέ το περίφημο φιρμάνι που παραχωρήθηκε από τον Τούρκο Σεγκέ Αβδουλάχ Καϊμακά στον λόρδο Έλγιν. Ο αιδεσιμότατος Hunt, ο βοηθός του Έλγιν, είχε μεταφράσει το φιρμάνι μόνο στα ιταλικά, στη ‘φραγκική γλώσσα της εποχής’, όπως είχε πει χαρακτηριστικά.

Όταν η Επιτροπή ζήτησε από τον Έλγιν να παρουσιάσει το σουλτανικό διάταγμα, ο Άγγλος λόρδος δήλωσε πλήρη άγνοια. Υποστήριξε ότι το πρωτότυπο φιρμάνι είχε χαθεί. Απέφυγε να καταθέσει την ιταλική μετάφραση, η οποία βρισκόταν στα χέρια του Hunt. Ακόμη κι ο Hunt, όταν του ζητήθηκε να το παραδώσει, ισχυρίστηκε ότι δεν το είχε μαζί του. Συνέπεια αυτού ήταν να καταθέσει ό,τι θυμόταν από το φιρμάνι έπειτα από 14 χρόνια. Η Επιτροπή, βέβαια, δέχτηκε ως έγκυρη την κατάθεση του αιδεσιμότατου.

Επίσης, η Εξεταστική Επιτροπή της Βουλής των Κοινοτήτων ισχυρίστηκε  ότι ο Έλγιν δεν συνάντησε καμιά αντίσταση στην ενέργειά του να αφαιρέσει τα Μάρμαρα. Στα αρχεία όμως του Foreign Office βρέθηκε έγγραφο, τουρκικό διάβημα διαμαρτυρίας του 1805, για την αρπαγή των Μαρμάρων και τη μεταφορά τους στο Λονδίνο.

Επιπρόσθετα, ο Έλγιν δεν αποκάλυψε αν το φιρμάνι του έδινε την άδεια να μετακινήσει τα Μάρμαρα του Παρθενώνα. Το άλλοθί του ήταν ότι δεν είχε το αντίγραφο στην κατοχή του. Ο αιδεσιμότατος Hunt παραδέχθηκε ενώπιον της Επιτροπής ότι ο στρατιωτικός διοικητής της Αθήνας δωροδοκήθηκε για να παραχωρήσει περισσότερες αρμοδιότητες στον λόρδο Έλγιν.

Η Επιτροπή, με πόρισμά της, ανακοίνωσε ότι «Δεν υπάρχει καμία αμφιβολία ότι ο λόρδος Έλγιν έβλεπε τον εαυτό του σ΄ έναν ρόλο τελείως διαφορετικό από εκείνο της επίσημης θέσης του. Αλλά το κατά πόσο η κυβέρνηση από την οποία απέσπασε την άδεια τον έβλεπε έτσι ή όχι, είναι ερώτημα που μπορεί να απαντηθεί μόνο με εικασίες απουσία συγκεκριμένης μαρτυρίας».

Παρ’ όλα αυτά, τα μάρμαρα πουλήθηκαν στη βρετανική κυβέρνηση και τοποθετήθηκαν στο Βρετανικό Μουσείο.

Ωστόσο, υπήρξαν βουλευτές που διαμαρτυρήθηκαν για την κλοπή των μαρμάρων. Ο Ηugh Ηammersley κατήγγειλε την ίδια χρονιά στη Βουλή ‘το άτιμον της συμφωνίας’ και πρότεινε ‘να αγοραστούν τα μάρμαρα που απρεπώς αποκτήθηκαν για να φυλαχτούν στο Βρετανικό Μουσείο, και να επιστραφούν, όταν θα ζητηθούν από την παρούσα ή οποιαδήποτε μέλλουσα κυβέρνηση της πόλης της Αθήνας, χωρίς άλλη διατύπωση ή διαπραγμάτευση’.

Μήπως, λοιπόν, δεν είχε σημασία ο τρόπος απόκτησης αλλά η καθαυτή απόκτηση των μαρμάρων;

Το όνειρο της Μελίνας

Η ψηλή κι επιβλητική πρωταγωνίστρια της ταινίας «Φαίδρα» βρίσκεται στην αίθουσα του Βρετανικού Μουσείου όπου εκτίθενται τα Μάρμαρα του Παρθενώνα. Πρόκειται να γυρίσει εκεί μια σκηνή με το συμπρωταγωνιστή της Άντονι Πέρκινς. Η γυναίκα συγκλονίζεται με την ομορφιά των γλυπτών και αισθάνεται την αδικία. Σκέφτεται ότι τα μάρμαρα πρέπει να επιστρέψουν στην πατρίδα τους, στην πατρίδα της, στην Ελλάδα. Η ιδέα της επιστροφής καρφώνεται στο μυαλό και στην καρδιά της. Η Μελίνα Μερκούρη ήταν τότε μια γνωστή ηθοποιός…

Πολλά χρόνια αργότερα, δεν φανταζόταν ούτε η ίδια ότι θα έπιανε από το γιακά το διευθυντή του Βρετανικού Μουσείου και θα τον τράνταζε. Ο λόγος; Η ίδια γυναίκα που ήταν Υπουργός Πολιτισμού  αγωνιζόταν με πάθος για τον επαναπατρισμό των Μαρμάρων στη χώρα τους. Από το 1982 έως το τέλος της ζωής της, το ψηλό και ατίθασο κορίτσι έδινε τον δικό του γενναίο αγώνα  για την πραγματοποίηση του ονείρου της…

Το επίσημο αίτημα της Ελληνικής Κυβέρνησης

Το ζήτημα της επιστροφής των Μαρμάρων του Παρθενώνα έγινε το κύριο αίτημα της ελληνικής κυβέρνησης όταν Υπουργός Πολιτισμού ήταν η αξέχαστη Μελίνα Μερκούρη, και ετέθη στη βρετανική κυβέρνηση ήδη από τον Οκτώβριο του 1983. Η ελληνική θέση διατυπώθηκε ξανά στη βρετανική κυβέρνηση στις 30 Ιουνίου 1997.

Η Ελλάδα ζητά την επιστροφή των Μαρμάρων του Παρθενώνα που φυλάσσονται στο Βρετανικό Μουσείο του Λονδίνου, και τα οποία αφαιρέθηκαν βάναυσα και μεταφέρθηκαν στην Βρετανία από τον λόρδο Έλγιν. Η Ελλάδα δεν θέτει κανένα γενικό αίτημα συνολικής επιστροφής των πολιτιστικών αγαθών που  βρίσκονται εκτός του τόπου  προέλευσής τους. Ζητά αποκλειστικά τα Μάρμαρα του Παρθενώνα, γιατί συνιστούν αναπόσπαστα κομμάτια του μεγαλύτερου μνημείου του δυτικού πολιτισμού, του Παρθενώνα ο οποίος είναι σύμβολο του Ελληνισμού.


Τα βρετανικά επιχειρήματα… και ο ελληνικός αντίλογος

Στο πέρασμα των χρόνων,  Έλληνες και ξένοι, άνθρωποι των γραμμάτων και των τεχνών, στρατεύτηκαν με τον δικό τους τρόπο στη μάχη για την επιστροφή των Μαρμάρων. Ο μεγάλος μας ποιητής, Γιάννης Ρίτσος, έγραψε: «Αυτές οι πέτρες δεν βολεύονται με λιγότερο ουρανό…».

Πράγματι, ο λονδρέζικος ουρανός δεν αρμόζει στην μεγαλοπρέπεια των ελληνικών μαρμάρων. Ο Chateaubrian, άλλωστε, ο οποίος επέκρινε τον Έλγιν μόνο για αισθητικούς λόγους, δήλωσε ότι «το φως του Βορρά δεν επιτρέπει την ανάδειξη των γραμμών και των χρωμάτων των γλυπτών».

Δυστυχώς, αυτό δεν μπορεί να γίνει αντιληπτό από τις κυβερνήσεις της Αγγλίας και από τη διοίκηση του Βρετανικού Μουσείου, που ισχυρίζονται ότι τα μάρμαρα πρέπει να κοσμούν το μουσείο τους. Για να πείσουν την ελληνική κυβέρνηση, προσπάθησαν και προσπαθούν, μάταια, να επιχειρηματολογήσουν.  Tα επιχειρήματα αυτά, και η αναίρεσή τους, αποτέλεσαν τη θέση της ελληνικής κυβέρνησης, και παρουσιάστηκαν στις 12 Ιουνίου του 1986 από την τότε Υπουργό Πολιτισμού, Μελίνα Μερκούρη, στο λόγο της προς την Oxford Union.

Εντούτοις, οι πράξεις του προγόνου τους Έλγιν  έχουν ήδη καταστρέψει κάθε προσπάθεια επιχειρηματολογίας.

Οι Βρετανοί θέλουν να μας πείσουν ότι τα μάρμαρα αποκτήθηκαν με νόμιμες διαδικασίες. Ένας ισχυρισμός όμως που εύκολα καταρρίπτεται αφού ο λόρδος Έλγιν σπατάλησε το διόλου ευκαταφρόνητο ποσό των 21.902 λιρών για δώρα προς τις αρχές της Αθήνας. Η δωροδοκία κι η εξαχρείωση των αξιωματικών δεν μπορεί να θεωρηθεί νόμιμη διαδικασία. Παράλληλα, πιστεύουν ότι «οι αδαείς και δεισιδαίμονες Έλληνες ήταν αδιάφοροι για την τέχνη και τα μνημεία τους».

Το επιχείρημά τους αυτό όμως δεν μπορεί να τεκμηριωθεί. Οι Έλληνες πάντοτε διακρίνονταν για την αγάπη τους στην τέχνη. Μετά τον Περικλή και την Ακρόπολη, την ευγενέστερη μορφή τέχνης, οι Έλληνες διέπρεψαν και στη βυζαντινή τέχνη. Στην περίοδο της τουρκοκρατίας ίδρυσαν σχολές τέχνης και χειροτεχνίας. Είναι χαρακτηριστική η εξής ιστορία: όταν οι Τούρκοι είχαν καταλάβει την Ακρόπολη και δεν είχαν πολεμοφόδια, άρχισαν να καταστρέφουν τους κίονες προκειμένου  να βρουν μολύβι και να κάνουν βόλια. Τότε οι Έλληνες τους έστειλαν πολεμοφόδια με το μήνυμα: «Να τα βόλια, μην αγγίξετε τις κολώνες».  Από τα πρώτα νομοθετήματα της ανεξάρτητης Ελλάδας ήταν εκείνο για την προστασία και συντήρηση των εθνικών μνημείων.

Με το τρίτο επιχείρημά τους αρνούνται ότι είμαστε απόγονοι του Περικλή, επομένως, δεν έχουμε κανένα φυσικό ή άλλο δικαίωμα πάνω στα γλυπτά του Φειδία ή του Περικλή. Άρα, ποιος θα διεκδικήσει τα μάρμαρα του Παρθενώνα;

Αυτή είναι μια άποψη που δεν την είχε διατυπώσει ούτε ο Έλγιν. Μπορεί να περιφρονούσε τους Έλληνες, αλλά ποτέ δεν είχε αναιρέσει και αμφισβητήσει την ελληνικότητά τους. Η γλώσσα, το τοπίο, η εθνική συνείδηση, η φιλοσοφική και πολιτιστική παράδοση, είναι στοιχεία συνέχειας της φυλής. Οι Έλληνες διατήρησαν την  πολιτιστική τους ταυτότητα ακόμη κι όταν ονομάζονταν Ίωνες, Ρωμιοί, Γραικοί, ακόμη κι όταν δεν είχαν δικό τους κράτος. Εμείς, απλώς, ζητάμε κάτι μοναδικό, κάτι απαράμιλλο, κάτι ιδιαίτερο της ταυτότητάς μας.

Το τέταρτο  επιχείρημά τους αναφέρεται στη μόλυνση της ατμόσφαιρας στην Ελλάδα. Όταν το Λονδίνο αντιμετώπιζε το ίδιο πρόβλημα, κανένας δεν διαμαρτυρήθηκε για τα μάρμαρα, για τον απλούστατο λόγο ότι ήταν ασφαλή μέσα στο Βρετανικό Μουσείο.

Η ελληνική κυβέρνηση δεν προφασίζεται ότι θα επανατοποθετήσει τα μάρμαρα στη ζωφόρο. Είχε όμως δώσει την υπόσχεση ότι την ημέρα που τα ελληνικά μάρμαρα θα επέστρεφαν στη γενέθλια γη τους, θα υπήρχε ένα μουσείο έτοιμο, στους πρόποδες της Ακρόπολης, για να τα υποδεχτεί. Μια υπόσχεση που τηρήθηκε αφού σήμερα έχουμε το καταπληκτικό νέο μουσείο της Ακροπόλεως, που άνοιξε τις πύλες του το 2009.

Το πέμπτο επιχείρημα είναι ότι η ενδεχόμενη επιστροφή των μαρμάρων θα έχει, ως συνέπεια, την εκκένωση των μουσείων. Ποιος πρόκειται να ζητήσει και ποιος πρόκειται να επιτρέψει το άδειασμα των μουσείων; Οπουδήποτε κι αν βρίσκονται τα μουσεία, αποτελούν ζωτική κοινωνική και πολιτιστική ανάγκη και πρέπει να προστατεύονται. Οι Έλληνες ζητούν ένα αναπόσπαστο μέρος του κτιρίου που ακρωτηριάστηκε. Σε όλο τον κόσμο το ίδιο το όνομα της Ελλάδας είναι άρρηκτα συνδεδεμένο με τον Παρθενώνα.

Το μόνιμο, βέβαια, επιχείρημα των  Βρετανών είναι ότι με την απόφασή τους να μετακινήσουν τα μάρμαρα, τα έσωσαν από τα χέρια των βάρβαρων Τούρκων. Την άδεια μετακίνησης των μνημείων όμως δεν την έδωσαν οι Τούρκοι αλλά ο αιδεσιμότατος Hunt. Άλλωστε ο Lusieri, σ΄ ένα γράμμα του στον Έλγιν, ομολογούσε: «οι βαρβαρισμοί που ήμουν υποχρεωμένος να διαπράξω, ελπίζω να ξεχαστούν…». Ο Edward Dodwell έγραψε « …Οι Τούρκοι ήταν αδύνατο να φτάσουν ως τις μετόπες του Παρθενώνα…»

Νομική προσέγγιση

Το μοναδικό νομικό πλαίσιο που όριζε τα δικαιώματα του Έλγιν, όταν οι Τούρκοι του παραχώρησαν την ελευθερία να πάρει μαζί του τα ιστορικά κομμάτια του Παρθενώνα, ήταν το ειδικό σουλτανικό διάταγμα. Κι η Ελλάδα δεν μπορούσε να τους αφαιρέσει αυτή τη νομική δυνατότητα.

Πόσο νόμιμο ήταν όμως να διαπραγματεύεται ο Έλγιν με τους Τούρκους το πιο πολύτιμο από τα ελληνικά αγαθά όταν η Ελλάδα βρισκόταν κάτω από τον τουρκικό ζυγό; Αφού το 1801 η Αθήνα και ολόκληρη η Ελλάδα ήταν τμήμα της οθωμανικής αυτοκρατορίας, ελληνικό κράτος δεν υπήρχε. Έτσι, η Τουρκία, ως νόμιμη διάδοχος της οθωμανικής αυτοκρατορίας, θα μπορούσε σήμερα να απαιτήσει για λογαριασμό της την επιστροφή των μαρμάρων.

Στο Διεθνές Δίκαιο, η διαδοχή των κρατών διακρίνεται σε ολική και μερική. Ολική διαδοχή έχουμε όταν ένα κράτος πάψει να υπάρχει ως διεθνής κρατικός φορέας και αντικατασταθεί από ένα ή περισσότερα. Μερική διαδοχή παρατηρείται όταν ένα μέρος του κράτους αποσπαστεί και αναγνωριστεί ως διεθνής υπόσταση ακόμη κι όταν το κράτος από το οποίο αποσπάστηκε εξακολουθεί να υφίσταται. Η ελληνική περίπτωση ανταποκρίνεται στη μερική διαδοχή αφού η σημερινή νότια Ελλάδα, που ήταν τμήμα της οθωμανικής αυτοκρατορίας, αποσπάστηκε με την επανάσταση του 1821, χωρίς το τουρκικό κράτος να πάψει να υφίσταται.

Στις περιπτώσεις μερικής διαδοχής, το καινούριο κράτος διαδέχεται το παλιό και ως προς τα δικαιώματα που συνδέονται με τα εδάφη του νέου κράτους. Με το πρωτόκολλο του Λονδίνου του 1830, η Ελλάδα διαδέχτηκε την οθωμανική αυτοκρατορία άρα και τα δικαιώματά της για τα εδάφη που απελευθερώθηκαν. Το 1833 της παραδόθηκε κι η Ακρόπολη, οπότε απέκτησε κι επίσημα την κυριότητά της. Κατά συνέπεια, η Τουρκία δεν νομιμοποιείται να απαιτήσει την επιστροφή των μαρμάρων από τη στιγμή που νομικά την διαδέχτηκε η χώρα μας, όχι ολικά αλλά μερικά, στον περιορισμένο εδαφικό χώρο του νοτίου άκρου της Βαλκανικής.

Αν, τώρα, η Βρετανία αρνηθεί το δικαίωμα της Ελλάδας για την επιστροφή των μαρμάρων, ουσιαστικά ακυρώνει την υπογραφή της στο πρωτόκολλο του 1830. Η Βρετανία, βέβαια, δεν αρνείται το δικαίωμα της Ελλάδας όσο την ίδια την επιστροφή των μαρμάρων, όταν μάλιστα η ίδια η νομοθεσία της είναι κατηγορηματική για την αγορά αγαθών που αποδεικνύεται ότι είναι προϊόν κλοπής: «Εάν αποδειχθεί ότι το αγαθό έχει κλαπεί, τότε δεν μπορεί να αποκτήσει την κυριότητα ο αγοραστής, έστω κι αν είναι καλόπιστος». Και τα αθηναϊκά μάρμαρα είχαν κλαπεί από τον Έλγιν, γεγονός που δεν εξασφαλίζει την κυριότητα του αγαθού στο βρετανικό κράτος. Αυτό θα διευκόλυνε την απόκτηση των μαρμάρων για την Ελλάδα, αν δεν υπήρχε το πρόβλημα της παραγραφής: «Αν όμως τα κλαπέντα αγαθά δεν αναζητηθούν μέσα σε έξι χρόνια από την ημερομηνία που εκλάπησαν, ο καλόπιστος αγοραστής αποκτά την κυριότητα του αγαθού». Για την Βρετανία, ωστόσο, το τεκμήριο του καλόπιστου αγοραστή τίθεται υπό αμφισβήτηση. Γιατί η βρετανική κυβέρνηση αγόρασε τα μάρμαρα του Παρθενώνα ενώ αντιλαμβανόταν ότι ο τρόπος απόκτησής τους δεν ήταν νόμιμος; Η εξεταστική επιτροπή, επίσης, δεν έλεγξε τη νομιμότητα της κατοχής τους από τον Έλγιν, ίσως γιατί αυτό που ενδιέφερε ήταν η άνευ όρων απόκτησή τους. Επομένως, κατά την ελληνική πλευρά, η Βρετανία δεν απέκτησε ποτέ την κυριότητα των επίμαχων μαρμάρων.

Βίκυ Μπαφατάκη, Αρχαιολόγος – Επικοινωνιολόγος
Συνεργάστηκαν: Βίκυ Αλεξανδροπούλου, Παντελής Σπυριδάκης

Επιμέλεια κειμένου: Θεοδώρα Δαρβίρη 

Φεβρουάριος 2000, Δημοσιεύτηκε στο περιοδικό ΕΙΝΑΙ 

Write a response

Αφήστε μια απάντηση

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *

Αυτός ο ιστότοπος χρησιμοποιεί το Akismet για να μειώσει τα ανεπιθύμητα σχόλια. Μάθετε πώς υφίστανται επεξεργασία τα δεδομένα των σχολίων σας.

Close
Your custom text © Copyright 2018. All rights reserved.
Close