Τα τελευταία χρόνια η έδρα του βρίσκεται στην Κομοτηνή. Η απόσταση αυτή, μας έκανε να πραγματοποιήσουμε την όμορφη και εποικοδομητική συζήτησή μας, μέσω Skype. Ο μεστός λόγος και φυσικά η απέραντη ευγένεια που τον διακατέχει, έδωσαν μια άλλη πνοή στη συζήτησή μας. Ο Γιώργος Τσομής είναι ένας Δάσκαλος, ένας ακαδημαϊκός με ισχυρή προσωπικότητα και αυτοπεποίθηση, με καινοτόμες ιδέες, ένας Καθηγητής Πανεπιστημίου που θα ήθελαν όλοι να έχουν.
Γεννημένος στο Αίγιο Αχαΐας, ο Γιώργος Τσομής μεγάλωσε σε ένα οικογενειακό περιβάλλον συντηρητικό μεν, αλλά όχι αυστηρό. Ήταν μεθοδικός στο διάβασμα και πάντα έβρισκε χρόνο για παιχνίδι με φίλους στη γειτονιά. Θυμάται τα παιδικά του χρόνια με νοσταλγία και τονίζει τη σημασία του ομαδικού παιχνιδιού, το οποίο θεωρεί πως βοηθάει πάρα πολύ στην ανάπτυξη της ψυχοσύνθεσης του παιδιού. Από μικρός είχε στο αίμα του τη διδασκαλία, αφού μάζευε τα παιδιά στη γειτονιά και τους έκανε μάθημα. Τελικά σπούδασε Κλασική Φιλολογία στο Εθνικό και Καποδιστριακό Πανεπιστήμιο Αθηνών και συνέχισε τις σπουδές του στο Πανεπιστήμιο Goethe της Φραγκφούρτης, όπου εκπόνησε τη διδακτορική του διατριβή πάνω στην αρχαϊκή μελική μονωδική ποίηση. Σήμερα είναι Αναπληρωτής Καθηγητής στο Δημοκρίτειο Πανεπιστήμιο Θράκης, όπου διδάσκει Αρχαία και Λατινικά και τρέφει ιδιαίτερη εκτίμηση στους τραγικούς ποιητές Σοφοκλή και Ευριπίδη.
Πέρα από τo ακαδημαϊκό κομμάτι, ο Γιώργος Τσομής έχει κ άλλα κρυφά ταλέντα. Παράλληλα με τις σπουδές του στην Κλασική Φιλολογία, σπούδασε Ανώτερα Θεωρητικά της Μουσικής στο Πατραϊκό Ωδείο και φοίτησε στο τμήμα Μουσικολογίας του Πανεπιστημίου της Φραγκφούρτης. Συμμετείχε σε χορωδίες της Φρανκφούρτης, ενώ στη συνέχεια μεταπήδησε στον δραματικό τομέα της όπερας συνδυάζοντας έτσι, μουσική και φιλολογία. Από το 2015 ανήκει ως επιστημονικός σύμβουλος και δραματολόγος στο Διεθνές Opera-Studio Πάτρας της Λυρικής Σκηνής του ΔΗ.ΠΕ.ΘΕ. Πατρών. Επίσης είναι επιστημονικά υπεύθυνος και διδάσκων στο Θερινό Σχολείο στο Τμήμα Ελληνικής Φιλολογίας του Δ.Π.Θ «Αρχαίο Δράμα – Το αρχαίο ελληνικό δράμα ως παραστατική τέχνη».
Ο ίδιος είναι φίλος και μέλος των Διεθνών Βραβείων Giuseppe Sciacca, όπου επί δύο συναπτά έτη (2016-2017) παρευρέθηκε στο Βατικανό, εκπροσωπώντας το ΔΠΘ και έζησε από κοντά την διαπολιτισμική αριστεία.
Όταν ήσασταν στην εφηβεία, η Φιλοσοφική σχολή Αθηνών ήταν η πρώτη σας επιλογή για σπουδές ή σκεφτόσασταν να φοιτήσετε σε κάποιο άλλο πανεπιστήμιο;
Η Φιλοσοφική Σχολή ήταν η πρώτη μου επιλογή, αφού από μικρή ηλικία, από το δημοτικό κιόλας, ήθελα να γίνω δάσκαλος. Μάζευα τα μικρότερα παιδιά στη γειτονιά και τους έκανα μάθημα. Η επιλογή μου να σπουδάσω Φιλολογία ήταν συνειδητή. Μάλιστα είχα δηλώσει μόνο τις φιλολογίες σε Αθήνα, Θεσσαλονίκη και Ιωάννινα. Πέρασα στην πρώτη μου επιλογή, την Αθήνα και ήμουνα αρκετά χαρούμενος. Πρώτον, γιατί η Αθήνα ήταν πολύ κοντά στο Αίγιο, στην πατρίδα μου και έτσι θα μπορούσα να διδάσκω στον πατραϊκό ωδείο θεωρητικά της μουσικής χρηματοδοτώντας τις σπουδές μου και δεύτερον, γιατί ήθελα να σπουδάσω σε μία μεγάλη πόλη, η οποία θα μου προσέφερε κι άλλες δυνατότητες, κυρίως πολιτιστικές και καλλιτεχνικές.
Ποιο είναι το ερευνητικό – διδακτικό σας αντικείμενο στην Αρχαία Ελληνική Φιλολογία;
Τα αντικείμενα της ερευνητικής και διδακτικής μου δραστηριότητας, αλλά και των δημοσιεύσεων μου είναι η επική και η λυρική ποίηση, η λατινική ιστοριογραφία όπου κυρίως ασχολούμαι με τον Σαλλούστιο και η ερωτική ελεγειακή ποίηση (Προπέρτιος και Οβίδιος). Η διδακτορική μου διατριβή στο Πανεπιστήμιο Goethe της Φραγκφούρτης ήταν πάνω στην αρχαϊκή μελική μονωδική ποίηση και συγκεκριμένα η διατριβή μου για υφηγεσία φέρει τον τίτλο «Κόιντος Σμυρναίος: «Πρωτοτυπία και πρόσληψη στο 10ο βιβλίο των Μεθομηρικών». Η τελευταία μου μονογραφία, η οποία κυκλοφορεί σε λίγο αφορά στο σχολιασμό του έβδομου βιβλίου των Μεθομηρικών με απώτερο στόχο την ανάδειξη αυτού του επικού ποιητή της ύστερης αρχαιότητας, ενώ ετοιμάζεται και το καινούργιο βιβλίο πάνω στο ελληνιστικό επύλλιο. Επίσης ασχολούμαι με την πρόσληψη έργων της αρχαίας ελληνικής και λατινικής γραμματείας στη νεότερη και σύγχρονη ευρωπαϊκή λογοτεχνία, το θέατρο, τη μουσική ιδιαίτερα την όπερα και τον κινηματογράφο.
Επί δυο χρόνια πηγαίνετε στην τελετή των Βραβείων στην Ρώμη. Τι σημαίνει αυτό το ταξίδι για εσάς;
Πράγματι, κάθε φορά το ταξίδι μου στη Ρώμη είναι μία μεγάλη και αξέχαστη εμπειρία. Ως κλασικός φιλόλογος και μουσικός, αγαπώ την Ιταλία και πηγαίνω συχνά. Τώρα την αγαπώ και για έναν ακόμη παραπάνω λόγο, εξαιτίας της συμμετοχής μου στην απονομή των βραβείων Giuseppe Sciacca. Η Ρώμη είναι ένα ανοιχτό μουσείο, όπου δεν χρειάζεται να επισκεφτείς τα μουσεία της, γιατί πολύ απλά, η ίδια είναι μουσείο. Επίσης έχω τη δυνατότητα να γνωρίζω τα μέλη του Ιδρύματος γιατί βρίσκομαι στην Κομοτηνή. Μάλιστα έχω εκπλαγεί από τις προσωπικότητες οι οποίες βραβεύονται κάθε χρόνο και αντιλαμβάνομαι κάθε φορά όλο και περισσότερο και εκτιμώ τη σημασία των βραβείων για την προώθηση του εθελοντισμού της τέχνης της επιστήμης και του πολιτισμού.
Τι σημαίνουν για εσάς τα βραβεία Giuseppe Sciacca;
Τα διεθνή βραβεία όπως γνωρίζουμε είναι ένας παγκόσμιος θεσμός με γνώμονα τις αρχές του εθελοντισμού, τις αξίες και τα ιδεώδη, το ήθος, την αγάπη και την ειρηνική συνύπαρξη μεταξύ των λαών. Νομίζω πως δεν υπάρχει άλλος τέτοιος θεσμός που να δίνει τόσο έμφαση στον ανθρωπισμό και σε όλες τις εκφάνσεις και επιστέγασμα όλων αυτών των δραστηριοτήτων είναι η απονομή των βραβείων Giuseppe Sciacca. Μάλιστα, είναι τιμή μου που είμαι μέλος των βραβείων, τα οποία ενθαρρύνουν τον ανθρωπισμό σε μια περίοδο της ζωής που ο ανθρωπισμός έχει υποχωρήσει.
Μέσα από θεσμούς, όπως αυτός των βραβείων, δημιουργούνται πρότυπα, τόσο για νεαρές όσο και για μεγαλύτερες ηλικίες. Πώς μπορεί αυτό να αξιοποιηθεί;
Αυτό μπορεί να αξιοποιηθεί με το να προβάλλονται τα πρότυπα του ιδεολόγου, του ατόμου με αξίες και ιδανικά, του αγωνιστή, αυτού που συμμετέχει στα κοινά του πολιτικοποιημένου ατόμου και του πνευματικού ανθρώπου. Σε όλα αυτά συμβάλουν τα βραβεία Giuseppe Sciacca, όπου δίνουν ιδιαίτερη έμφαση στο άτομο με πνεύμα οικουμενικής συνείδησης, του ανθρώπου με οικολογικές ευαισθησίες, του φιλειρηνιστή, σε μία εποχή όπου ζούμε τα ακριβώς αντίθετα. Ζούμε την εποχή της κρίσης αξιών, της ανυπαρξίας ιδανικών, της παθητικοποίησης, της πολιτικής αλλοτρίωσης και της απουσίας πνευματικών ενδιαφερόντων.
Πώς αντιλαμβάνεστε την ανάπτυξη φιλίας μεταξύ λαών μέσω των βραβείων;
Την αντιλαμβάνομαι στο πλαίσιο του αμοιβαίου σεβασμού, της εμπιστοσύνης, της κατανόησης, της καλής γειτονίας και της διατήρησης της πολιτιστικής ποικιλομορφίας στη λογοτεχνία, στην εικαστική έκφραση, στη μουσική και γενικότερα στην καθημερινότητα. Πράγμα το οποίο το βιώνω εδώ στην Κομοτηνή, λόγω της συνύπαρξης με τις μειονότητες, που ουσιαστικά δεν είναι μειονότητα, γιατί εμείς οι Έλληνες, οι χριστιανοί είμαστε μειονότητα, ενώ το 52% του πληθυσμού της Κομοτηνής οι μουσουλμάνοι.
Πως νιώσατε το 2016 όταν η Ρωσίδα Σοπράνο, Julia Lezhneva που προτείνατε να βραβευθεί στο Βατικανό, τελικά έγινε αποδεκτή η υποψηφιότητα της για το βραβείο;
Τη γνώρισα προσωπικά το Νοέμβριο του 2016, στο πλαίσιο της βράβευσης της στο Βατικανό, από τα Διεθνή Βραβεία. Ως καλλιτέχνιδα τη γνωρίζω εδώ και αρκετά χρόνια από τις ηχογραφήσεις της, θαυμάζοντας την καθαρή χροιά της φωνής της και τη αψεγάδιαστη τεχνική της, που έχουν μαγέψει κοινό, κριτικούς κι εμένα. Έτσι όταν μου ζητήθηκε από την επιτροπή των Διεθνών Βραβείων να προτείνω ένα τραγουδιστή κάτω των 35 ετών, αμέσως και χωρίς ενδοιασμούς πρότεινα εκείνη. Στο Βατικανό, το 2016, συνάντησα μια προσωπικότητα με ήθος, χωρίς αλαζονική συμπεριφορά και ναρκισσισμό. Δυστυχώς τους περισσότερους καλλιτέχνες του διακρίνει η αλαζονεία και ο ναρκισσισμός, επειδή ακριβώς νιώθουν ανασφαλείς. Η ανασφάλεια πάντως, δεν είναι χαρακτηριστικό της Λέτσνεβα, επειδή από την ηλικία των 5 ετών έδωσε τον εαυτό της ολοκληρωτικά στη μουσική και μέσα σε περίπου 7 χρόνια κατάφερε να γίνει πασίγνωστη στο μουσικό στερέωμα. Η ίδια ως άτομο αποπνέει μια γλυκύτητα και προσήνεια. Για μένα είναι μια άξια διάδοχος της Εντίτα Γκρουμπέροβα.
Ποια είναι η προσωπικότητα που σας εντυπωσίασε περισσότερο από τους βραβευθέντες;
Με εντυπωσίασε πάρα πολύ o Easton La Chapelle. Ήταν ο νέος επιστήμονας για το 2017, 22 ετών στον τομέα της ρομποτικής. Είναι το παιδί που σε ηλικία 14 ετών κατασκεύασε το πρώτο προσθετικό χέρι και σήμερα έχει αλλάξει τον κόσμο της ρομποτικής. Αυτό που με εντυπωσίασε ήταν η απλοϊκότητα του και επίσης ότι δημιούργησε κάτι το οποίο είναι για το κοινό καλό.
Πώς θα περιγράφατε την αγάπη;
Επειδή ταυτίζομαι απόλυτα με κάτι που είπε ο μεγάλος Νίκος Καζαντζάκης και επειδή το γνωρίζω απ’ έξω θα σας το πω. «Η αγάπη δεν είναι συμπόνια μήτε καλοσύνη. Στη συμπόνια είναι δύο αυτός που πονάει και αυτός που συμπονάει. Στην καλοσύνη είναι δύο αυτός που δίνει και αυτός που δέχεται. Μα στην αγάπη είναι ένας. Σμίγουν οι δύο και γίνονται ένας. Δεν ξεχωρίζουν… Το εγώ και εσύ αφανίζονται… Αγαπώ θα πει χάνομαι». Όταν αγαπάς δίνεις τον εαυτό σου ελεύθερα. Αυτό το κάνεις με την καρδιά σου μόνο αν έχεις την επίγνωση ότι αυτό μπορεί να σε αλλάξει ολοκληρωτικά.
Η ελληνική γλώσσα γιατί έχει φτάσει σήμερα σε ένα σημείο παρακμής και φθοράς; Τι φταίει;
Για μένα φταίει το γεγονός ότι οι νέοι μας σήμερα δεν διαβάζουν. Δεν διαβάζουν λογοτεχνία, αλλά ούτε και εφημερίδες. Ζούμε στην εποχή της εικόνας. Αν δεν διαβάζεις, αν δεν μελετάς δεν είναι εφικτό να βελτιώσεις το λόγο σου. Πιστεύω ότι υπάρχει μία πολιτιστική, παιδευτική και ηθική κρίση. Ουσιαστικά η διδασκαλία της γλώσσας στα σχολεία είναι προβληματική, όπως βλέπω και από συναδέλφους μου στην δευτεροβάθμια εκπαίδευση. Εκφράζουν συνεχώς τα παράπονά τους, γιατί οι κανονισμοί είναι έτσι, ώστε να μη δίνεται ιδιαίτερη έμφαση στη γλώσσα, με αποτέλεσμα να υπάρχει λεξιπενία. Το μόνο πράγμα που συμβάλλει στο να κατακτήσουμε τη μητρική μας γλώσσα είναι το διάβασμα και η συνεχής επαφή μας με τα κείμενα. Αναρωτιέμαι σήμερα ποιοι από τους νέους διαβάζουν λογοτεχνία. Κανένας! Σήμερα η ζωή μας κατακλύζεται από το διαδίκτυο και το Facebook.
Ποια είναι η γνώμη σας για τα ελληνικά πανεπιστήμια;
Στην Ελλάδα της κρίσης πιστεύω ότι το ελληνικό πανεπιστήμιο κατέχει ισχυρή θέση στο παγκόσμιο επιστημονικό στερέωμα. Αυτό αφορά μόνο στο ερευνητικό και διδακτικό προσωπικό. Ευτυχώς, το ελληνικό πανεπιστήμιο έχει ανθρώπους με γνώσεις και πολλή όρεξη. Πρόκειται πραγματικά για νέους σε ηλικία καθηγητές που ενδιαφέρονται για τους φοιτητές και κάνουν ό,τι μπορούν, προκειμένου το πανεπιστήμιο να είναι ανοιχτό στην κοινωνία. Βέβαια από την άλλη, υπάρχουν και ακαδημαϊκοί ιεραρχικής και εσωστρεφούς κουλτούρας που ακόμη κι αν έχουν καλές προθέσεις είναι σημαδεμένοι από τα συμφέροντα ενός πολιτικού συστήματος που έχει βλάψει την παιδεία και κατ’ επέκταση την Ελληνική κοινωνία. Εκεί που χωλαίνουμε είναι το θέμα των υποδομών. Απουσιάζει η πολιτική βούληση για στήριξη της δημόσιας Παιδείας και του πολιτισμού γενικότερα. Δυστυχώς στην Ελλάδα, οι βιβλιοθήκες των πανεπιστημίων δεν είναι σοβαρές, καθώς πολλοί ακαδημαϊκοί καταφεύγουν στο εξωτερικό για να αναζητήσουν τη βιβλιογραφία. Μιλάω πάντα με γνώμονα τη δικιά μας βιβλιοθήκη στο Δημοκρίτειο Πανεπιστήμιο. Ίσως στην Αθήνα τα πράγματα να είναι λίγο καλύτερα. Όταν ήμουν στη Γερμανία και χρειαζόμουν ένα βιβλίο, το οποίο δεν βρισκόταν σε βιβλιοθήκη (και αυτό σε σπάνιες περιπτώσεις), η ίδια η διαχείριση της βιβλιοθήκης θα έκανε τα πάντα να είχα αυτό το βιβλίο. Είτε αυτό θα ερχόταν από την Αμερική, είτε από άλλο γερμανικό πανεπιστήμιο, θα ήταν διαθέσιμο το πολύ μέσα σε ένα μήνα. Για μένα ως Kαθηγητή, ένα σημαντικό πρόβλημα είναι η μη ύπαρξη σωστών βιβλιοθηκών.
Αρκετοί φοιτητές της Φιλοσοφικής σχολής αισθάνονται ότι αποκτούν απλώς ένα πτυχίο που δεν έχει να τους προσφέρει μια θέση στον εργασιακό χώρο. Ποια είναι η γνώμη σας;
Δεν σου προσφέρει μία θέση στην αγορά εργασίας, γιατί το πτυχίο της φιλοσοφικής συνδέεται πάντοτε με τη διδασκαλία. Υπάρχουν βέβαια και άλλες εργασιακές διέξοδοι, αρκεί πτυχιούχοι μας να θέλουν να παρακολουθήσουν επιμορφωτικά σεμινάρια. Αναφέρομαι σε εργασίες που έχουν σχέση με την επιμέλεια εκδόσεων και τη διαχείριση πολιτισμικών μονάδων. Ακόμα οι κλασικοί μας φιλόλογοι μας μπορούν να εργαστούν και σε θεατρικούς οργανισμούς. Υπάρχουν ένα σωρό διέξοδοι αρκεί οι φοιτητές μας να μην σταματήσουν με τη λήψη του πτυχίου, αλλά να αρχίσουν οι ίδιοι να βρίσκουν διεξόδους. Φυσικά κάποια στιγμή η Φιλολογία ως καθηγητική επιστήμη θα κορεστεί για 10 ή 20 χρόνια, αλλά μετά θα υπάρξει ανάκαμψη. Σας το λέω μέσα από την εμπειρία μου από τη Γερμανία και Ελλάδα. Αυτό που θέλω να τονίσω είναι, πως η φιλολογία είναι μία ενδιαφέρουσα ανθρωπιστική επιστήμη, όπου μέσω αυτής βελτιωνόμαστε σε πολλούς τομείς της ζωής μας, στο λόγο μας, στο ήθος μας και από εκεί και πέρα δεν πρέπει να βλέπουμε τη Φιλολογία μόνο ως καθηγητική επιστήμη. Μας προσφέρει ένα σωρό άλλες δυνατότητες.
Είστε ο δημιουργός του θεατρικού summer school στο ΔΠΘ. Ποιος ο απώτερος στόχος σας σε σχέση με την επιμόρφωση των Καθηγητών;
Το Summer School, το θερινό σχολείο είναι μία συλλογική προσπάθεια και δημιουργία, μαζί με τον σκηνοθέτη τον Michael Seibel, που είναι σκηνοθέτης και Καθηγητής υποκριτικής και τη συνάδελφό μου στο πανεπιστήμιο Καθηγήτρια Ιωάννα Παπαδοπούλου. Ήδη από την αρχαιότητα ο απώτερος στόχος των δραματουργών ήταν ο αντίκτυπος των έργων τους στο θεατρικό κοινό κατά την παράστασή τους, κάτι που ισχύει ειδικά για τους ποιητές (Αισχύλο, Σοφοκλή, Ευριπίδη και Αριστοφάνη). Αυτό το θερινό σχολείο εκτός από την εμβάθυνση των γνώσεων πάνω στο Αρχαίο ελληνικό θέατρο και τη λεπτομερή ανάλυση επιλεγμένων κειμένων, προσφέρει μία πρακτική πρόσβαση στα δράματα ως τέχνη. Παράλληλα στο θεωρητικό μέρος οι φοιτητές ασχολούνται διεξοδικά με το αρχαίο θέατρο μέσα από σημαντικά δραματικά έργα, όπως επίσης και με την πρόσληψη και την επιβίωση του αρχαίου δράματος. Στη νεότερη και σύγχρονη εποχή και οι συμμετέχοντες έρχονται σε μία πρώτη επαφή με το σημερινό θέατρο και τις επαγγελματικές δυνατότητες που προσφέρει. Αρχικά, σχετικά με την εκπαίδευση, δίνουμε μία ώθηση στους φοιτητές να ασχοληθούν με μία άλλη πλευρά της φιλολογίας, τη θεατρολογία, με έμφαση στο Αρχαίο ελληνικό θέατρο και τον τομέα της δραματολογίας. Επίσης, τους δίνουμε τη δυνατότητα μέσα από τις ρητορικές ασκήσεις, που πραγματοποιούμε κατά τη διάρκεια του θερινού σχολείου, να μπορέσουν να εκφράζονται σωστά και να έχουν ένα σωστό ορθό δυναμικό λόγο. Επομένως, δίνουμε τη δυνατότητα στους φοιτητές μας και σε όσους συμμετέχουν σε αυτό το θερινό σχολείο να δουν το θέατρο ως παραστατική τέχνη και όχι ως λογοτεχνική.
Ποια είναι η μεγαλύτερη προσωπικότητα που έχετε γνωρίσει στη ζωή σας;
Η μεγαλύτερη προσωπικότητα που έχω γνωρίσει, είναι ο οικουμενικός μας Πατριάρχης Βαρθολομαίος. Θαυμάζω την εξαιρετικά θετική συμβολή του στο θέμα της ειρηνικής συνύπαρξης των λαών, στην προβολή της Ορθοδοξίας διεθνώς, θαυμάζω το πολύπλευρο των γνώσεών του και τη γλυκύτητα του χαρακτήρα του.
Συνέντευξη: Παναγιώτης Ανδρεάδης
Δημοσιογραφική επιμέλεια: Δρ Βίκυ Μπαφατάκη